18 Νοε 2018

Στο μικρό θέατρο


Ήταν κτισμένο στη πλαγιά ενός λόφου. Φτιαγμένο από πέτρα και ξύλο. Από αγάπη και τέχνη. Η πλακόστρωτη σκηνή έμοιαζε να αιωρείται κάπου ανάμεσα στον ουρανό και τη γη. Σχεδόν γεμάτο από ανθρώπους κάθε ηλικίας. Οι περισσότεροι βέβαια πάνω από πενήντα.
Ο ήλιος παρέδιδε στο φεγγάρι, που περίμενε σε μια γωνιά του ουρανού να φωτίσει τη νύχτα. Κάθομαι στη πρώτη σειρά, δίπλα στον φύλακα.
Στο κέντρο της σκηνής μια γυναίκα. Φοράει ένα άσπρο φόρεμα κι ένα χαμόγελο. Με κοιτάει. Την κοιτάω. Μου χαμογελά. Της χαμογελώ.
« Είμαι περίπου ένα χρόνο στην κοινότητα. Η απόφασή μου είναι να παραμείνω εδώ μαζί σας. Είμαι πια ένας άνθρωπος σαν εσάς. Αναγεννήθηκα κοντά σας, συνάντησα πάλι τον άνθρωπο που είχα χάσει πριν φτάσω ως εδώ. Ευχαριστώ εσάς που με αγκαλιάσατε και το θαύμα της φύσης. Είμαστε εδώ να υποδεχτούμε έναν καινούριο φίλο της κοινότητας. Σ' ένα χρόνο είμαι σίγουρη πως και αυτός θα παραμείνει μαζί μας. Αρνούμαστε το περιττό της ζωής, ζούμε ο ένας για τον άλλο, είμαστε ένα με τη φύση. Μοιραζόμαστε τα πάντα σαν να είμαστε ένας και παραμένουμε μοναδικοί, όπως οι ηθοποιοί στο έργο που θα ακολουθήσει. Όλοι μαζί για τη ζωή μας. Ας έρθει τώρα δίπλα μου ο νέος φίλος μας, να μας πει ότι νομίζει»
Ανέβηκα στη σκηνή. Με αγκάλιασε και με φίλησε. Στάθηκα δίπλα της. Κοίταζα λίγο σαν χαμένος, απέναντί μου είχα πάνω από εκατό ανθρώπους να με κοιτάζουν κι αυτοί. Ένοιωθα την τρυφερή ματιά τους πάνω μου.
« Έζησα μισό αιώνα και, στον κόσμο και στην εποχή που γεννήθηκα. Ένας κόσμος που συνέχεια υπόσχεται πως θα αλλάξει και ολοένα γίνεται χειρότερος. Οι μισοί κτίζουν και οι άλλοι μισοί γκρεμίζουν. Κατάλαβα νωρίς βέβαια, πως έτσι δεν πάμε πουθενά, αλλά πάλεψα, -όπως όλοι μας, να τον αλλάξω. Τελικά με άλλαξε αυτός. Μοιάζει αδίστακτος πια.
Η ενέργεια των ανθρώπων και η ζωή τους ξοδεύεται στην αυτοπροστασία και τον φόβο. Πάντα σας ονειρευόμουν. Ώσπου εκείνο το βράδυ σας είδα στον ύπνο μου. Το πρωί κίνησα να σας ψάχνω. Σας βρήκα. Υπάρχετε. Ενώ όλοι ισχυρίζονται πως είστε μια ουτοπία. Θέλω να ζήσω μαζί σας. Δέχομαι να μείνω εδώ και να παραμείνω για πάντα. Είμαι ενθουσιασμένος. Θα σας γνωρίσω με το χρόνο»
Αυτά τα λόγια μου βγήκαν. Κομπιάζοντας.
Η γυναίκα με πήρε απ΄ το χέρι. Πήγαμε στις θέσεις δίπλα στο φύλακα. Κάθισε δίπλα μου.
Το μοναδικό φως δίπλα στον πλάτανο άναψε. Η νύχτα έπεφτε.
Η παράσταση άρχιζε.



18 Νοεμβρίου 2018

8 Νοε 2018

Πράξη


"Εδώ οι άνθρωποι πράττουν, δεν χάνονται στα λόγια. Θα καταλάβεις", μου απάντησε ο φύλακας.
" Η υποδοχή σου στην κοινότητα θα γίνει όταν ο ήλιος βρεθεί στη κορυφή εκείνου του μακρινού βουνού. Το λέμε αυγό, επειδή είναι φαλακρό. Το καλοκαίρι είναι γεμάτο με ανθισμένο τσάι. Θα πάμε μαζί στο θέατρο που βρίσκεται σε κείνη τη μικρή πλαγιά". Μου έδειξε ένα χρυσοπράσινο λόφο περίπου ένα χιλιόμετρο απ' τα μάτια μας.
Ο ήλιος είχε ακόμα δρόμο κι εγώ χρόνο να επεξεργαστώ την πείνα και τις σκέψεις μου.
Πήρα ένα μικρό τηγάνι, έβαλα λίγο βούτυρο και άναψα το μοναδικό ηλεκτρικό μάτι της κουζίνας. Με δυό αυγά, λαχανίδες και τυρί έκανα την ωραιότερη ομελέτα.
Κάποιος άφησε πάνω στο τραπέζι ένα μικρό κίτρινο ραδιόφωνο. Το άνοιξα και έπιανε μόνο ένα σταθμό. Έπαιζε κλασική μουσική. Κάποια συμφωνία του Μπετόβεν. Μετά ακούγεται η νεανική φωνή κάποιας εκφωνήτριας. " Απόψε θα υποδεχτούμε έναν καινούριο φίλο στην κοινότητα. Στη συνέχεια η θεατρική ομάδα Πράξη, θα παίξει το Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω, του Ντάριο Φο". Αυτό ήταν όλο. Συνέχισε με μουσική για ένα βιολί.
Σκεπτόμουν την ώρα της υποδοχής. Τι θα πουν, τι θα πω;
Ποιοί είναι; Ποιός είμαι; Γιατί ήρθα εδώ;
Από την μισάνοιχτη πόρτα, μπήκε μια κάτασπρη γάτα.
Κοιταζόμαστε στα μάτια. Εδώ και ώρα!



8 Νοεμβρίου 2018

5 Νοε 2018

Κι όμως


Απέραντοι πλακόστρωτοι δρόμοι, όμορφα ξύλινα σπίτια, μεγάλοι κήποι με τριανταφυλλιές και ντάλιες, ακόμα λουλουδιασμένες. Νοέμβρης μήνας κι ένας ζεστός ήλιος έλουζε
ολόκληρη την περιοχή. Μια νέα γυναίκα άπλωνε ρούχα στην αυλή, τα μαλλιά της έπεφταν στην πλάτη της. Δυό άντρες μαστόρευαν πάνω σε μια σκεπή. Μια παρέα από μικρά παιδιά έπαιζε κρυφτό σ' ένα μικρό πάρκο. Ένα άσπρο άλογο, έκανε μόνο του βόλτα στο δρόμο. Δυο γάτες ερωτοτροπούσαν πάνω σε μια στίβα από ξύλα. Ένα μικρόσωμο μαύρο σκυλί με ακολουθούσε εδώ και ώρα, σε τούτη τη βόλτα της αναγνώρισης. Σκόρπιες φυσιολογικές εικόνες ζωής.
" Το απόγευμα η κοινότητα θα σε καλωσορίσει στο μικρό θεατράκι. Ως τότε μπορείς να περιπλανηθείς όπως εσύ θέλεις", μου είπε ο φύλακας που έμεινε σχεδόν δίπλα στο σπίτι που μένω προσωρινά.
Αυτό κάνω. Αναπνέω εικόνες, ακούω την ησυχία, περπατάω την ξενοιασιά της φύσης.
Φτάνω σε μια μικρή πλατεία. Μια πέτρινη βρύση, ένας μεγάλος πλάτανος, τρία ξύλινα παγκάκια πάνω σε όμορφα τοποθετημένες πλάκες. Ένας ηλικιωμένος άντρας με άσπρα μαλλιά και και μακριά γέννια κάθεται στο ένα παγκάκι. Διαβάζει τα "Εκατό χρόνια μοναξιάς" του Μαρκές. Λέω καλημέρα και απαντά με ένα χαμόγελο. Αρχίζω να νοιώθω περίεργα, όσους συνάντησα μόνο μου χαμογελάν. Τι συμβαίνει;
Ο φύλακας μόνο μου μίλησε!
Στην επιστροφή θα τον ρωτήσω.
Ένα μεγάλο κτήριο, από πέτρα και ξύλο. Βιβλιοθήκη, γράφει μια μικρή ξύλινη πινακίδα.
Οι απορίες μου είναι πολλές, η κοινότητα μεγάλη, η φύση φθινοπωρινή. Πως επικοινωνούν με τον κόσμο, αφού εγώ σαν αγρίμι μες τα βουνά, γκρεμοτσακίστηκα να φτάσω ως εδώ;
Κι όμως!


5 Νοεμβρίου 2018

3 Νοε 2018

Το χαμόγελο της πληρότητας


Στο ψυγείο υπήρχε γάλα, αυγά, μαρμελάδα, γιαούρτι, χυμός ρόδι, τραχανάς, ένα μεγάλο κομάτι μηλόπιτα, διάφορα φρούτα και λαχανικά. Στο ντουλάπι χωριάτικο ψωμί, μέλι, κουλούρια, φασόλια, φακές και άλλα τρόφιμα. Όλα σε πάνινες μικρές σακούλες με το όνομά τους, πουθενά πλαστικό.
Πεινούσα. Έκανα τραχανά. Γενιές ολόκληρες μεγάλωσαν με τραχανά. Εγώ δεν ήθελα βέβαια να μεγαλώσω, αλλά πεινούσα πολύ, έπρεπε να ανακτήσω δύναμη. Όπως μου εξήσησε ο φύλακας σχεδόν όλα τα
τρόφιμα παράγονται εδώ.
" Το μέρος που βρισκόμαστε είναι η πιο εύφορη ορεινή κοιλάδα στη γη. Λόγω της ιδιομορφίας της περιοχής καλλιεργούνται τα πάντα"
Έριξα μια ματιά στο μικρό βιβλίο με τους κανόνες της κοινότητας. Κάτι σαν το σύνταγμα μιας χώρας. Ήθελα όμως να δω με τα μάτια μου ότι είχα ακούσει για τούτη την μικρή μεγάλη κοινωνία ανθρώπων, ζώων και φυτών. Πως λειτουργεί μια άλλη ζωή, μακριά και αποκομμένη απ' τον υπόλοιπο κόσμο; Τι ενώνει τους ανθρώπους που ζουν εδώ; Ποια ακατανίκητη δύναμη κίνησε γη και ουρανό, να φτάσω ως εδώ; Γιατί κανένας δεν τους ψάχνει; Ποιό μυστικό αρμονίας και μακροζωίας υπάρχει;
Είναι σαν να εγκατέλειψα τον πολιτισμένο κόσμο, έτσι κι αλλιώς τον είχα γκρεμίσει από χρόνια και ήρθα σε μια πρωτόγονη εποχή; Ή μάλλον όχι;
Βγήκα έξω στον ήλιο. Μοσχοβόλαγε η ζωή. Συνάντησα τους πρώτους ανθρώπους. Έλεγα καλημέρα και μου χαμογελούσαν. Κανένας δεν έλεγε καλημέρα.
Όλοι χαμογελούσαν, με το αθώο χαμόγελο της πληρότητας..



3 Νοεμβρίου 2018

31 Οκτ 2018

Εμείς και η φύση


Ο φύλακας με οδήγησε σ' ένα μικρό σπίτι από πέτρα και ξύλο. " Εδώ θα μείνεις μέχρι να φτιάξουμε το δικό σου σπίτι. Πάνω στο τραπέζι θα βρεις όλα όσα καθορίζουν την κοινή μας συμβίωση εδώ. Στο ψυγείο υπάρχουν τρόφιμα. Μπορείς να ξεκουραστείς τώρα, καταλαβαίνω την ψυχολογία σου και την κούραση να φτάσει κανείς ως εδώ"
Το σπίτι μου θύμισε το σπίτι που μεγάλωσα στο χωριό. Όλα λιτά και φωτεινά. Στο δωμάτιο ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι και το τζάκι. Μια μικρή ξύλινη ντουλάπα γεμάτη ρούχα. Στον τοίχο ένας πίνακας με μια γυναίκα που κρατούσε μια ανθοδέσμη από στάχυα σιταριού. Έπεσα στο κρεβάτι με τα ρούχα, πήρα απ' το σάκο μου το μοναδικό βιβλίο που είχα μαζί μου, διάβασα δυό σελίδες και με πήρε ο ύπνος. Ήμουν άυπνος και ταλαιπωρημένος από μέρες.
Ξύπνησα την άλλη μέρα το πρωί,-όταν ο ήλιος γέμισε με φως το δωμάτιο.
Έβγαλα τα παπούτσια και τα βρώμικα ρούχα και πήγα στο μπάνιο. Όλα μύριζαν το άρωμα της φύσης. Ήμουν γυμνός, ανάλαφρος. Έτοιμος να ζήσω μια άλλη ζωή. Μια ζωή που ακόμα δεν ήξερα πολλά. Ήξερα μόνο από διαβάσματα και συζητήσεις. Ήμουν στον τόπο που επιθυμούσα, στον τόπο που περίμενα χρόνια.
Ο ήλιος ζέσταινε τη μέρα, απέναντι το δάσος με τα έλατα έδινε όλο το οξυγόνο που ήθελα.
Μια άλλη μέρα άρχιζε, σ' έναν άλλο κόσμο.
Εμείς και η φύση!

31 Οκτωβρίου 2018

29 Οκτ 2018

Μια άλλη χώρα


Μετά από τρία μερόνυχτα βάδην μέσα στο πυκνό δάσος, βρέθηκα σε μια άλλη χώρα.
Χάραζε ο ήλιος όταν ανέτειλε ένας καινούριος κόσμος μπροστά μου. Μετά τα δύσβατα βουνά, μια μεγάλη κοιλάδα φύτρωνε σαν ζωγραφιά παιδιού, στα έκπληκτα μάτια μου. Απαλό πράσινο έντυνε μια μεγάλη κοινότητα, με χαμηλά σπίτια και μεγάλους δρόμους. Κατεβαίνοντας απ' το βουνό, έβλεπα τα τζάκια να καπνίζουν, άκουγα σκόρπια γαυγίσματα σκύλων. Ένα ελαφρύ στρώμα πάχνης έπαιζε με τις πρώτες αχτίδες του ήλιου.
Συναντώ τον πρώτο άνθρωπο. Είναι ο φύλακας της κοινότητας. "Αν μπεις στη κοινότητα θα μείνεις για ένα χρόνο, δεν θα μπορείς να φύγεις. Μετά θα αποφασίσεις αν μείνεις εδώ ή αν θα φύγεις. Υπάρχουν κανόνες και εδώ, που πρέπει να αποδεχτείς αφού μπεις στην κοινότητα"
Ήμουν τόσο απογοητευμένος από τον κόσμο της κατανάλωσης και της αλλοτρίωσης και τόσο γοητευμένος απ' τη γαλήνη του τοπίου, είπα δίχως δεύτερη σκέψη, θα μείνω.
Για ένα χρόνο θα είμαι πια εδώ. Θα σας γράφω.


29 Οκτωβρίου 2018

27 Οκτ 2018

Ονειροπλάστης


Ανακατεύω τις λέξεις με το χώμα. Έτσι κτίζω τα όνειρα. Πάνω στα δέντρα κελαηδούν πολύχρωμα πουλιά. Με συντροφεύουν βουνά και δάση. Η μνήμη βοηθάει ακατάπαυστα. Ένα καλύβι, ένα τραγούδι, ένα βιβλίο. Ένας έρωτας.
Εντάξει, ποτέ δεν είμαι μόνος. Ο ήλιος περπατάει μαζί μου, τη νύχτα κάνω βόλτες αγκαλιά με το φεγγάρι. Τ' άστρα ο χορός.
Ποτέ δεν ήμουν μόνος. Ζούσα μες στ' όνειρο. Όταν ερχόμουν καμιά φορά στη πραγματικότητα, με τσάκιζε η μοναξιά. Και οι εδήσεις του κόσμου. Ο πόλεμος δεν τελείωσε ποτέ. Άνθρωποι με κομένα κεφάλια, παιδιά χωρίς χέρια, ηρωικά και πένθιμα εμβατήρια οι δρόμοι. Παρελάσεις μετά δόξαζαν την αντίσταση στον πόλεμο. "Αν χρειαστεί, πάλι θα γίνουμε ήρωες". Έλεγα καλύτερα να μη χρειαστεί. Όχι άλλους ήρωες. Ανθρώπους θέλουμε για ζωή. Συνηθισμένους και καθημερινούς.
Και μετά έφευγα πάλι μες τ' όνειρο.
Ήθελα να ζήσω. Όση ζωή μου ανήκει.
Ακόμα παίρνω τις λέξεις και τις πλάθω με το χώμα. Ονειροπλάστης.



27 Οκτωβρίου 2018

24 Οκτ 2018

Η άκρη τ' ουρανού


Είναι μια περιοχή ανάμεσα στη χαρά και τη λύπη. Οι ποιητές την λένε χαρμολύπη. Μοιάζει σαν παλιό καντάρι, πάλλεται σαν εκρεμμές. Αδειάζει σαν στέρνα τη λύπη, γεμίζει με χαρά και αντίστροφα. Όλα μπερδεύονται εκεί σαν φθινοπωρινά χρώματα. Αναμιγνύεται η χαρά με τη λύπη. Απ' τη μια καλοκαίρι απ' την άλλη χειμώνας. Ανάμεσα το ποτάμι της χαρμολύπης κυλάει, άλλοτε στερεύει και άλλοτε φουσκώνει. Πότε περπατώντας, πότε κολυμπώντας πάμε απ' τη μια άκρη στην άλλη. Άγρυπνες σαίτες σημαδεύουν τον νου και την καρδιά, πέφτουμε στα θολά νερά, κολυμπάμε στα τυφλά, αναζητώντας τις άκρες. Η μία άκρη η ζωή, η άλλη ο θάνατος. Ακροβάτες στο σκοινί της αβεβαιότητας. Απ' τη μια το παρελθόν, απ' την άλλη το μέλλον. Εμείς στη δίνη της στιγμής. Διαγράφουμε κύκλους, απλώνουμε τα χέρια στις χειρολαβές. Το ποτάμι κυλάει στην απεραντοσύνη της θάλασσας. Ευτυχής όποιος ταξιδεύει στο δρόμο της λευτεριάς. Όποιος φτάσει σώος απ' τα χτυπήματα ως την άλλη άκρη. Την άκρη τ' ουρανού.



24 Οκτωβρίου 2018

22 Οκτ 2018

Κίνητρο ζωής


Νοιώθω τα πόδια μου δεμένα, τα χέρια μου λυμένα απ' τους ώμους, το κεφάλι μου άδειο και ταυτόχρονα βαρύ. Ανοιγοκλείνω τα μάτια, το φως του ήλιου με τυφλώνει. Σωριασμένος στις ξερές φτέρες, ένα τσουβάλι κρέας και κόκκαλα.
Που είμαι; Πως βρέθηκα σε τούτο το ξέφωτο; Γύρω μου δάσος από έλατα, μια πέρδικα φτερούγισε μέσα στις φτέρες. Μικροί ήχοι, σαν να δίπλώνεις τσιγαρόχαρτο, από σαύρες και κλαδιά, βουίζουν στ' αυτιά μου.
Μια κηλίδα αίμα αποξηράθηκε πάνω στο παντελόνι μου. Τι έκανα; Πάλαιψα με κάποιον; Σκότωσα κάποιον άνθρωπο ή ζώο;
Ποιός είμαι; Μια μύγα στριφογυρίζει ενοχλητικά πάνω στο προσωπό μου. Δεν έχω χέρια να τη διώξω, κουνάω το κεφάλι. Διψάω. Ο ήλιος κατακόρυφα πάνω μου. Ιδρώνω. Δεν έχω καμία δύναμη. Ούτε μνήμη, ούτε σκέψη.
Αν δεν συνέλθω, θα μείνω εδώ. Μες τη θολούρα μου, η δύναμη της επιβίωσης.
" Φίλε μου θες δεν θες, αν δεν παλαίψεις θα πεθάνεις" Μπρεχτ.
Στριφογυρνάω πάνω στα χορτάρια. Καμία δύναμη.
Μετά το μεσημέρι ακούω βήματα να πλησιάζουν. Ένα χέρι με καλεί. " Έλα σήκω, πάρε δύναμη" .
Ένας γέρος, με άσπρα μακριά γένια και μακριά μαλλιά, έστεκε από πάνω μου. Έμοιαζε με τον παππού μου. Ήμουν δέκα χρονών όταν πέθανε. Έτρεξα να φωνάξω τον παπά να τον μεταλάβει, δεν τον πρόλαβε.
" Σήκω, δεν είναι καιρός να πεθάνεις. Φύτεψες τα δέντρα. Σε θέλουν να τα φροντίζεις, να τα ποτίζεις, να μεγαλώσουν"
Σηκώθηκα! Ανάλαφρος, αναγεννημένος, δυνατός.
Ο γέρος χάθηκε, το βουνό με το δάσος έγινε ένα απέραντο χωράφι με δέντρα, γεμάτα καρπούς.
Η Θεά Δήμητρα κρατούσε ένα ρόδι στο χέρι.
Όσο για μένα, ήθελα πάντα ένα κίνητρο ζωής.



22 Οκτωβρίου 2018 

18 Οκτ 2018

Μικρό σημείωμα


Όταν έφυγες, ήρθε η Τέχνη, παιδί της φαντασίας. Έρχεται πάντα να συμπληρώσει το κενό. Περιττή αναγκαιότητα ζυγώνει με λέξεις και χρώματα, χορεύοντας και τραγουδώντας. Ένα θλιμένο βιολί πάνω στην απουσία.
Στη φύση δεν βρίσκω κανένα λάθος. Στα έργα των ανθρώπων ατέλειωτος ο συνωστισμός.
Τότε που ζούσαμε, αρκούσαν τα νοήματα. Μια ματιά, ένα χάδι, ένα φιλί. 
Τώρα ούτε η Τέχνη μπορεί.
Ματώνει.
Μόνο στη φύση γίνονται θαύματα.




18 Οκτωβρίου 2018

17 Οκτ 2018

Το δάσος


Η πρόκληση ήταν μεγάλη. Όταν ανέβηκα στην κορυφή του Αι Λια, θαμπώθηκα απ' τα χρώματα του Οκτώβρη. Απλώθηκε μπροστά μου ένα τεράστιο πολυκεντημένο με ανείπωτα χρώματα τραπεζομάντηλο και με καλούσε στη πανδαισία της φύσης. Άδειασαν με μιας όλα τα σκουπίδια του μυαλού μου, ο ιδρώτας της ανηφόρας εξατμίσθηκε από το άρωμα του μικρού αέρα, άνοιξε μια ομπρέλα σκιάς, απ' το μοναδικό άσπρο σύννεφο ενός ανάλαφρου γαλάζιου ουρανού. Κάτω χαμηλά τα πράσινα νερά του Αχελώου αιώνια άστραφταν και βούιζαν τους αρχέγονους μύθους. Δεν θέλει πολύ ο ανθρωπος να αφεθεί στην πλάνη της ομορφιάς, να χάσει τη λογική του χρόνου και να χαθεί στα μονοπάτια της περιπέτειας. Ψηλά πάνω σκούρα πράσινα έλατα ακούμπαγαν την άκρη τ' ουρανού.
Πήρα το πρώτο μονοπάτι και προχωρούσα ανάμεσα σε φουντουκιές, καρυδιές, κρανιές, κέδρους, πλατάνια δίπλα σε μικρά ρέματα, ανάμεσα σε παρατημένα κτήματα και γκρεμισμένα πέτρινα σπίτια. Εδώ παλιά βούιζε ο τόπος από ζωή. Κοπάδια από πρόβατα, άνθρωποι και σκυλιά, σφυρίγματα απ' την μια πλαγιά στην άλλη. Τώρα ούτε ψυχή ανθρώπου, ούτε ζώου.
Ξεκουράστηκα στον εναπομείναντα κορμό μιας κερασιάς, που ήξερα από παιδί. Αν γύριζα πίσω δεν θα είχα πρόβλημα. Παραπάνω άρχιζε το ατέλειωτο δάσος με τα έλατα. Σαν μαγεμένος συνέχισα να περπατάω τον δρόμο για την κορυφή. Ο ήλιος κρύφτηκε πίσω απ' το βουνό. Η λογική μου έλεγε πως πρέπει να επιστρέψω. Δεν είχα τίποτα μαζί μου. Ποιά ακατανίκητη δύναμη μ' έσπρωχνε στο δάσος στη δύση του ήλιου; Όταν υπερβαίνεις τα όρια, αρχίζει το ρίσκο. Μετά πληρώνεις το τίμημα.
Αντί να αποχωρώ, εισχωρούσα κι άλλο. Όπως ο χαμένος στη ρουλέτα. Όπως η Ελλάδα στην Ευρώπη. Ούτε ρούχα, ένα μαύρο μακό φορούσα, ούτε τροφή, ούτε νερό, ούτε φακό. Ούτε μονοπάτι πια. Στο σκοτάδι.
Μύριζε έλατο. Είχα ναρκωθεί απ' τη μυρωδιά. Από τότε που είπα δεν φοβάμαι τίποτα κινδύνεψα πολλές φορές. Ζει ο άνθρωπος όμως δίχως τον φόβο;
Και περπατούσα μόνος μου μέσα στη νύχτα. Άκουγα τα βήματά μου πάνω στις ξερές φτέρες, σε σπασμένα κλαδιά. Άκουγα τον ανάλαφρο μακρόσυρτο κυματισμο του αέρα ανάμεσα στα έλατα. Ούτε φεγγάρι, ούτε αστέρια. Πηχτό σκοτάδι, που έγινε πίσα όταν κλώτσησα ένα μαύρο πράμα, σαν σκυλί που κοιμόταν. Ακούστηκε ένα πουφ και δεν έβλεπα την μύτη μου. Χάθηκα μέσα στη νύχτα. Δεν φοβήθηκα. Ούτε οταν οι κορμοί απ' τα έλατα μου φάνηκαν μαυροφορούσες γυναίκες. Μεσάνυχτα και κάτι νόμιζα. Εψαχνα ένα ξέφωτο. Το φεγγαρι, λίγο φως. Και περπατούσα. Απόκαμα όταν πέρασε ένας αντάρτης πάνω στ' άλογο, κρατώντας το όπλο του που έβγαζε φωτιές και φώτιζε το σκοτάδι. Έγιναν πολλές μάχες σε τούτα τα βουνά. Οι Γερμανοί, ο εμφύλιος. Μ' άρπαξε πάνω στ' άλογο και με πέταξε σαν σακί στο πρώτο ξέφωτο. Οι ήρωες που έγιναν φαντάσματα μιλάνε με τη σιωπή πιά. Λέξη δεν είπε.
Με πήρε ο ύπνος, δεν ξέρω τι απέγινα.
Όταν ξύπνησα ο ήλιος είχε θρονιαστεί στον ουρανό. Δίπλα μου ένας ελέφαντας με κοιτούσε έκπληκτος. Κι εγώ εκείνον. Ελέφαντας εδώ πάνω;
Του είπα καλημέρα. Ανταπέδωσε.
Ζούμε σ' έναν κόσμο που όλα συμβαίνουν, σκέφτηκα.


17 Οκτωβρίου 2018

13 Οκτ 2018

Η λεύκα


Στέκεται λυγερόκορμη και με κοιτά. Τα πράσινα μάτια της καρφώνουν τα δικά μου. Ελαφρός κυματισμός του Οκτώβρη, μια στο χειμώνα και μια μια στο καλοκαίρι. Απλώνει τα στήθη της, γυναίκα υγρή, πάνω στο κορμί μου. Τα τρυφερά της φύλλα, χέρια απαλά, χαιδεύουν τ' άσπρα μαλλιά μου. Γέρνω την πλάτη μου στο κορμί της και με διαπερνά απροσδιόριστη ευτυχία. Πόσο μικρός νοιώθω στις ρίζες της. Αυτή θεόρατη συνομιλεί μυστικά με τα σύννεφα. Άκουσα τους ψιθύρους της πριν. Καθάρισε ο ουρανός. Ζέστανε η μέρα. Ο ήλιος ασημίζει τα φύλλα της. Αγκαλιάζω το κορμί της κι χωρίς να το καταλάβω τα μάτια μου τρέχουν δάκρυα.
Σ' ένα απέραντο λιβάδι μόνοι μας. Εγώ και η λεύκα. Ερωτευμένοι.



13 Οκτωβρίου 2018

11 Οκτ 2018

Οι λέξεις


Από χρόνια μάζευα λέξεις. Είχα ένα μικρό μπαούλο, προίκα της μάνας μου, για κουμπαρά. Κάθε φορά που με συγκλόνιζε κάποια την πέταγα μέσα. Λέξεις απλές, όπως μολύβι, κοχύλι, μελάνι καζάνι, λάθος, πάθος, πόνος, χαρά, ίσως, αρχή, τέλος και άλλες τέτοιες. Όποτε είχα χρόνο τις άπλωνα στο πάτωμα και έπαιζα με το παιδί μέσα μου. Έφτιαχνα ολόκληρες προτάσεις, άλλοτε και μικρές ιστορίες. Όσες ξεθώριαζαν τις πέταγα. Ποτέ δεν θυμάμαι γεμάτο το μπαούλο. Το καζάνι μου θύμιζε το στρατό, τη φασολάδα και τη λάντσα. Πέταμα. Μια φορά πέταξα και τον έρωτα, είχα απογοητευτεί με την Αναστασία. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ, να κοιμηθώ, να φάω. Κι αυτή ανένδοτη. Σε κάποια άλλη φάση την ξαναέγραψα. Ζεις με την λογική μόνο;
Με τα χρόνια πέταξα πολλές. Δεν ήθελα να παλιώσουν, να σκονιστούν, να καταχωνιαστούν όπως οι κασσέτες, οι δίσκοι και τα cd.
Σήμερα τις πέταξα όλες. Κράτησα τρεις. Δεν ήξερα κι αυτές τι να τις κάνω. Τότε ήρθε η ιδέα να τις φυτέψω στο χωράφι. Φύτεψα στην μία άκρη την ελευθερία και στην άλλη την γαλήνη. Στη μέση φύτεψα τη φύση. Μετά τις πότισα, όπως όταν φυτεύω τα δέντρα. Ο ήλιος έδυε στον Κόζιακα εκείνη την ώρα. Το χρώμα του ροδιού, ομόρφυνε όλη τη γη.

11 Οκτωβρίου 2018

7 Οκτ 2018

Ένας άλλος κόσμος


Δεν του άρεσαν πια τα πολλά λόγια. Τον κούρασαν μέσα στα χρόνια. Ονειρεύτηκε πολύ, μίλησε πολύ, διαψεύστηκε περισσότερο. Παλιότερα δεν είχε πρόβλημα με τα ογκώδη βιβλία. Τώρα μετράει τις σελίδες πριν ξεκινήσει κάποιο. Όσο τα χρόνια περνούν ο χρόνος γίνεται επιλεκτικός, πανάκριβος. Ο χρόνος ένα πολύτιμο λάστιχο, σοφός για να χωρέσει τη ζωή μας. "Είναι κάποια κείμενα, σαν αργεντίνικα λεμόνια, να στίβεις εκατό σελίδες, για να απομείνει η μία" είπε. Δηλαδή αγαπάς την ποίηση, του απάντησα.
"Όχι. Αγαπάω μόνο το ζουμί της ποίησης, την αληθινή ποίηση που κινείται στο.δρόμο του φεγγαριού".
Δεν τον καταλάβαινα πάντα όταν συζητούσαμε, τον θεωρούσα και λίγο σνομπ. Δεν ήταν αυτό που νόμιζα όμως. Όταν τον γνώρισα καλύτερα κατάλαβα την αποθέωση του απέριττου. Ζει σ' ένα κοντινό κτήμα στο χωράφι που εργάζομαι, σ' ένα μικρό σπίτι που το έκτισε μόνος του με τα διαβασμένα βιβλία του. Η σκεπή του είναι από καλάμια και το πάτωμα χώμα. Είναι επιλογή του, όχι ανέχεια. Τι θα πει ανέχεια στον Οδυσσέα; Αυτός έκανε τα μεγαλύτερα ταξίδια, έζησε πάμπλουτος στο νου και στην ψυχή, μες την ιστορική σοφία του κόσμου.
Μια ηλιόλουστη Κυριακή σήμερα, πήγα στο κτήμα του. Πίναμε τσίπουρο και λέγαμε ιστορίες. Ολόγυρα ο Κόζιακας, τα Χάσια, τα Μετέωρα. Ένας άλλος κόσμος. Πρωτόγονα ευτυχισμένος.



7 Οκτωβρίου 2018

3 Οκτ 2018

Το κενό δοχείο


Δεν αισθάνομαι τίποτα. Ούτε χαρά, ούτε λύπη. Δεν πιστεύω τίποτα. Ούτε θεό, ούτε άνθρωπο. Δεν ξεχωρίζω το καλό απ' το κακό. Ένα κουφάρι αποξηραμένου κορμού. Είμαι μια βιβλιοθήκη χωρίς βιβλία, ένα ποτάμι δίχως σταγόνα νερό. Είμαι η στάχτη απ' τα ιδανικά της ουτοπίας, απ' τα όνειρα των νέων ανθρώπων.
Είμαι ένας άνθρωπος μηχανή. Χιλιάδες αριθμοί το μυαλό μου.
Το όπλο μου γεμάτο με αληθινές σφαίρες. Είμαι η εξουσία κάθε ανθρώπινου και έμβιου όντος. Γυρνάω αδέσποτο σκυλί στους δρόμους. Είμαι το απόλυτο κενό. Κίνδυνος, θάνατος, πάνω στο στύλο της ΔΕΗ. Ένα άδειο δοχείο. Από ένα απροσδιόριστο μέλλον. Γεννήθηκα από ένα εμπόλεμο παρελθόν. Κατά σύμπτωση ζω στο τώρα.



3 Οκτωβρίου 2018

29 Σεπ 2018

Του Δούναβη


Φθινοπωρινά σύννεφα στην άκρη του καλοκαιριού, κρύβουν τα μυστικά του ήλιου. Είναι ο καιρός που αγαπάς. Φόρα το σιέλ πουλόβερ στους ώμους και πάμε να περπατήσουμε δίπλα στη θάλασσα. Είναι η πιο όμορφη εποχή, τόσα χρόνια μαζί. Πήρα ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί. Απόψε θα χορέψουμε το αγαπημένο μας βαλς, πάνω στην άμμο. Εσύ, εγώ και τα κύματα. Του Δούναβη.


29 Σεπτεμβρίου 2018

27 Σεπ 2018

Παραίσθηση


Καθισμένοι σ' ένα παγκάκι της προκυμαίας, με την Ηρώ, απολαμβάνουμε τις τελευταίες ζεστές μέρες του καλοκαιριού. Ελαφρό αεράκι ανασήκωνε μικρά κύματα στη θάλασσα. Ξαφνικά νοιώθω να κινείται όλη η προκυμαία και ο Αη Γιάννης, μέσα στη θάλασσα. Ταξίδεύαμε όλοι μαζί μεσοπέλαγα. Κοιτώντας γύρω μου έμοιαζαν όλα φυσιολογικά. Άνθρωποι, αυτοκίνητα, κτίρια. Στα cafe συζητούσαν λες και δεν συνέβαινε τίποτα. Μόνο εγώ ένοιωθα να ζαλίζομαι, λες και βυθίζεται όλη η χώρα.
Τι σου συμβαίνει; με ρωτάει η Ηρώ. Αντί για απάντηση, πέφτω με τα ρούχα στη θάλασσα και αρχίζω να κολυμπάω με απλωτές κινήσεις. Δίπλα μου μια βάρκα με άσπρα πανιά αρμένιζε αμέριμνη. Τόπος διακοπών, λογικό. Κολυμπούσα όσο πιό γρήγορα λες και με κυνηγούσε κάποιος. Δυό δελφίνια που έπαιζαν τα πέρασα για καρχαρίες. Επιτάχυνα περισσότερο. Ένοιωθα να καίω μες το δροσερό νερό και το κυματιστό αεράκι. Κολύμπησα πάνω από δέκα μίλια, εξαντλήθηκα. Τότε στάθηκα τυχερός. Ένας μεγάλος βράχος, ένα μικρό νησί, βρέθηκε μπροστά μου. Αποκαμωμένος σκαρφάλωσα. Έπεσα μπρούμητα πάνω του. Όταν συνήλθα σηκώθηκα όρθιος. Ο ήλιος έκαιγε. Στο βάθος ο Αη Γιάννης και το Πήλιο καταπράσινο. Απόλυτη μοναξιά.
Η Ηρώ με σκούντηξε. Τι έπαθες;
Τότε στο Πισοδέντρι, θα πέφταμε στο γκρεμό. Ήμασταν μες το αυτοκίνητο, σταματημένοι. Ο διπλανός οδηγός έκανε πίσω για να φύγει. Θυμάσαι που με φώναζες, τι κάνεις, που πας. Κι εγώ πατούσα ενστικτωδώς φρένο σ' ένα ακινητοποιημένο αυτοκίνητο.
Που το θυμήθηκες τώρα αυτό, πέρασαν τόσα χρόνια, είπε η Ηρώ.
Δυό χρωματιστά ανεμόπτερα κατέβαιναν από την κορυφή του Πηλίου. Πσρατηρούσαμε τη γοητεία να πετάς. Να βλέπεις τη γη από ψηλά.
Η θάλασσα απλωνόταν γαλήνια, ως την άκρη του ουρανού.




27 Σεπτεμβρίου 2018

22 Σεπ 2018

Σαββατόβραδο


Έπρεπε να φύγουμε, μικρές πρωινές ώρες κάποιου παλιού Σαββατόβραδου. Η ορχήστρα της ταβέρνας έπαιζε το " Σ' αγαπώ γιατί είσαι ωραία". Λίγο ακόμα ρε παιδιά, πάνω στην καλύτερη ώρα θα φύγουμε; Έτσι γινόταν πάντα εκείνη τη χρονιά, όλη η παρέα είχε μικρά παιδιά. Κλέβαμε ώρες!
Όταν φορούσαν τα παλτά τους τον είχε παρασύρει το ρέμα του Τσιτσάνη. Ακολούθησε την παρέα με κόκκινο κρασί στο αίμα και στην καρδιά. Με άλλη ήταν και άλλη είχε στο μυαλό του. Τι κατάρα κι αυτή.
Όταν βγήκαν απ' την ταβέρνα ακουγόταν ακόμα οι λυγμοί του " Αλλοίμονο σ' αυτούς που δεν αγάπησαν, ζωή την ομορφιά σου δεν γνωρίσανε" μες το πυκνό χιόνι που έπεφτε. Μ' ένα σάλτο ανέβηκε πάνω στην καρότσα ενός αγροτικού και έριξε την πρώτη στροφή στο απάτητο χιόνι. Η παρέα από κάτω σιγοντάριζε τη σκηνή με παλαμάκια και τραγούδι. Στη δεύτερη πετούσε στα ουράνια. Στην τρίτη έγινε το κακό, τσακίστηκε η σπονδυλική του στήλη. Από τότε ζούσε χαμογελαστός πάνω στο αναπηρικό καροτσάκι. Καμία χειρουργική επέμβαση δεν τον έκανε να περπατήσει ξανά.
Μείναμε φίλοι, η παρέα κατά καιρούς χανόταν, αλλά πάντα βρισκόταν. Μεσολάβησαν πολλά. Ο Στέφανος ζούσε μέσα απ' τα βιβλία, αλλά και την αγάπη όλων μας.
Είχαμε πάνω από μήνα να βρεθούμε.
Τον συνάντησα χθες το βράδυ, να περπατάει αγκαλιά με την Όλγα, δίπλα στο ποτάμι.
Δεν πίστευα τη σκηνή που έβλεπα. Ο Στέφανος περπατούσε ξανά, η Όλγα έλαμπε. Είχα κάτι χρόνια να τη δω, από τότε που έφυγε στον Καναδά.
Γύρισε πίσω. Όταν συνάντησε τον Στέφανο, αυτός σηκώθηκε, την αγκάλιασε, ένα φιλί στο στόμα που κράτησε έναν αιώνα, μια εξομολόγηση κι ένα θαύμα. Ή μάλλον δυό θαύματα!



22 Σεπτεμβρίου 2018

19 Σεπ 2018

Εικόνες


Ο σκύλος πάντα αντιλαμβάνεται την ώρα που φεύγω και γυρίζω στο σπίτι. Τρέχει να προλάβει το αυτοκίνητο και μένα. Είναι ο πιο κοινωνικός αδέσποτος σκύλος που γνώρισα. Μεγαλόσωμος, μαύρος με μια άσπρη γραμμή στο πρόσωπο, περιφέρεται στην αυλή του Lidl και ζει από τη φιλία και καλοσύνη των ανθρώπων. Στο λαιμό φοράει μια κόκκινη καρδιά. Του ταιριάζει.
Στο δρόμο για το χωράφι κάθε καλοκαίρι ανοίγουν δυο κιόσκα και πουλάνε καρπούζια παραγωγής. Το ένα αποχαιρέτησε το καλοκαίρι. Στο άλλο μια εύσωμη κυρία κάθεται αναπαυτικά στην άσπρη πλαστική καρέκλα και διαβάζει ένα άρλεκιν των εκδόσεων Ψυχογιός. Το κιόσκι είναι γεμάτο με σκούρα πράσινα ολοστρόγγυλα καρπούζια του Σεπτέμβρη.
Ένα ασπρόμαυρο πουλί κάθεται πάνω στο καλώδιο του ΟΤΕ. Το καλώδιο κάνει κοιλιά. Το πουλί πετάει. Το καλώδιο πάλι κοιλιά κάνει.
Ο μαιευτήρας μόλις έκοψε τον όμφάλιο λώρο του νεογέννητου. Ακούγεται τώρα ένα δυνατό κλάμα.
Στο υπόγειο της επιχείρησης που δούλευε κρέμεται μελανιασμένο κι άψυχο το σώμα ενός άντρα που αυτοκτόνησε το πρωί.
Ένα αεροπλάνο πετάει τόσο χαμηλά, μοιάζει με μεγάλο ψάρι στον ουρανό.
Ένας φίλος μου στέλνει μια φωτογραφία, στο viber, από τη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου του York. Φοιτητές και φοιτήτριες διαβάζουν.
Στη Μόρια οι εξ αιτίας του πολέμου μετανάστες κάνουν ουρά χιλιομέτρου για ένα πιάτο φαί. Άλλοι σφίγγονται στην ουρά της τουαλέτας μέχρι ναρθεί η σειρά τους.
Ένα Ρώσικο αεροπλάνο πέφτει από Ισραηλινά πυρά. Ο Ντανιάχου ζήτησε συγγνώμη από τον Πούτιν. Οι είκοσι πέντε νεκροί δεν την δέχτηκαν.
Η ζωή προχωράει. Ο ήλιος πάει στη δύση, αφήνοντας χιλιάδες χρώματα πίσω του. Και μένα με μια μπύρα στο χέρι. Μες τη σιωπή.


19 Σεπτεμβρίου 2018

15 Σεπ 2018

Πρώτος έρωτας


Την καμαρώνω. Μεγάλωσε πια. Μεγαλώνουμε μαζί. Όσο χάιδεψα με τα χέρια μου και τα μάτια μου αυτή, ούτε δέντρο, ούτε φυτό, μήτε πουλί και ζώο αγάπησα. Ήταν μικρή και τρυφερή, όμορφη και ντελικάτη, όταν τη πρωτοσυνάντησα στο φυτώριο. Πιό αδύναμη απ' τις άλλες, σχεδόν η μισή. Θα γίνω το άλλο μισό της είπα, και την πήρα. Άλλαξε τον κήπο μου και τη ζωή μου. Χώμα και νερό, ήλιος και οξυγόνο, λιτή και απέριττη η σχέση μας. Κάθε πρωί, μόλις ανοίγω τα μάτια μου είναι η πρώτη που βλέπω, στη δύση του ήλιου χρυσίζουν τα φύλλα της για χάρη μου.
Όταν ελαφρό αεράκι φυσσάει μου χορεύει με αέρινες νότες. Με ανιδιοτέλεια την αγαπάω, δεν με νοιάζουν οι καρποί της, άδολα με αγαπάει. Μιλάμε με τα μάτια, με θροίσματα, με τον ίσκιο της και τον ήλιο που αχνοφέγγει αναμεσα στα ελπιδοφόρα φύλλα της. Μια ζεστή νύχτα του καλοκαιριού, ήμουν ξαπλωμένος δίπλα της, ο ουρανός δεν χώραγε τ' αστέρια, κάποιο πάνω στο συνωστιμό έπεσε πάνω μας. Άκουσα για πρώτη φορά τη φωνή της, σαν ευχή. Είπε, ευχαριστώ που είμαστε μαζί. Μια γάτα κάθονταν απεναντί μας και μας ζήλευε. Εγλειφε το πρόσωπό της, τα πόδια της, το κορμί της.
Ιδέα δεν είχα πριν πέντε χρόνια, πως μπορεί να ερωτευτείς μια ελιά. Και μετά πολύ να την αγαπήσεις. Είναι αυτή η ελιά ο πρώτος έρωτας. Μετά αγάπησα κι άλλα δέντρα.Αυτή όμως πάντα θα ξεχωρίζει στη ζωή μου.



15 Σεπτεμβρίου 2018

13 Σεπ 2018

Μισός παράδεισος


Ακούω τη σιωπή, χιλιάδες αστέρια στον ουρανό, μυρίζει
φθινόπωρο, ο αέρας του βουνού χαϊδεύει τα μαλλιά μου, γεύομαι το οξυγόνο γυμνό. Ένα καλύβι και δίπλα μια πηγή. Αν ήσουν κι εσύ, θα ήταν ο παράδεισος.


13 Σεπτεμβρίου 2018

12 Σεπ 2018

Ο Κάφκα και ο ελεγκτής


"Η φαντασία είναι πιο σημαντική απ' τη γνώση", έλεγε ο Αινστάιν. Θυμήθηκα ένα βιβλίο του Γιάννους, αυτοονομαζόταν μαθητής του Κάφκα, και έγραφε για τον Κάφκα. Ένα ανοιχτό καφέ εξώφυλλο, από τον Κέδρο, και το διάβαζα μέσα στο τρένο στη διαδρομή Θεσσαλονίκη-Τρίκαλα. Ταξίδευα μόνος και αφοσιώθηκα. Στο βιβλίο και στον Κάφκα. Ο μόνος που με ενόχλησε ήταν ο ελεγκτής που ήθελε να τρυπήσει το μικρό λαδί καρτονέ εισιτήριο. Έψαχνα να το βρω δέκα λεπτά στις τσέπες του τζάκετ. "Το εισιτήριον νεαρέ είναι άμεσα διαθέσιμον σε πρώτη ζήτηση" με αυστηρό ύφος. "Παράταμε με το εισιτήριο του είπα, διαβάζω Κάφκα. Τρύπα των άλλων και θα το βρω". Κι αυτός εκνευρίστηκε. Ήταν έτοιμος να μου τρυπήσει και το κεφάλι με εκείνο το τρυπητήρι. Τελικά το βρήκα και τη γλύτωσα.
Έριξα μια ματιά στη θάλασσα, το τρένο περνούσε κοντά στον Πλαταμώνα, και αμέσως βυθίστηκα στο βιβλίο.
Έλεγε για τη διαφορά της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου. Στη λογοτεχνία πλάθεις εικόνες, ενώ στο σινεμά οδηγείσαι απ' την εικόνα. Μιλούσε αρκετά για αυτή τη δύναμη του γραπτού λόγου, που σου δίνει το χρόνο να σκεφτείς, να φανταστείς και να συμμετέχεις, αντίθετα με τον κινηματογράφο που επιβάλλεται και συ ακολουθείς παθητικά. Όταν διάβαζα αυτά ήμουν λίγο πάνω απ' τα είκοσι και τα πρώτα διαβάσματα μένουν σαν τον πρώτο έρωτα. Μετά διαβάσαμε βιβλία και τα είδαμε στην οθόνη, όλοι μας καταλάβαμε. "Κουβεντιάζοντας με τον Κάφκα" και μαλώνοντας με τον ελεγκτή, ήταν εκείνο το ταξίδι. Πάντα κάτι συμβαίνει όταν είσαι γεμάτος χαρά. Ένας αόρατος ελεγκτής του μέτρου θα σου τη σπάσει. Στο τέλος συμφιλιωθήκαμε, ο σταθμός έγραφε Τρίκαλα και είχα μείνει μόνος στο βαγόνι. Είχαν κατέβει όλοι. "Φτάσαμε, άστο βιβλίο", με φώναξε ευγενικά.


12 Σεπτεμβρίου 2018

10 Σεπ 2018

Χαλβάς Φαρσάλων


Κάθε Σεπτέμβρη ακούω τα μαχαίρια να χτυπάν τα ταψιά του χαλβά μες τη νύχτα. Φτάνουν ως τη βεράντα μου, μαζί με τον γύρο του θανάτου. "Ξεκινάει στα Τρίκαλα Λιάκομ το παζάρι, πάμε να πουλήσουμε κανα δυό σκουτιά". Τώρα βέβαια αγοράζουν "τρεις κυλότες πέντε ευρώ" Όλα άλλαξαν, άλλαξε και το παζάρι. Έχω χρόνια να πάω, αλλά από εκεί πήρα στα δέκα επτά, τους Άθλιους του Βίκτωρος Ουγκό. Δυό τεράστιοι δερματόδετοι τόμοι. Τότε είχα δυνατά χέρια, τώρα μόνο σε αναλόγιο θα τους διάβαζα. Παραδίπλα κάποιος είχε μια άδεια χαρτόκουτα και φώναζε: " ότι πάρεις μια δραχμή" . Συνωστισμός. Τότε το παζάρι ήταν το γεγονός της χρονιάς. Η μάνα μου αγόραζε τραπεζομάντηλα. Ο πατέρας μου κατσαβίδια. Φαντάζομαι πως και τώρα θα έχει κατσαβίδια και τραπεζομάντηλα. Τότε είχε και κομπινεζόν, τώρα αποκλείεται. Τσίκνα, πολύ τσίκνα από σουβλάκια και λουκάνικα. Ευτυχώς που υπάρχει το παζάρι, τέτοια λουκάνικα δεν έχει αλλού. Φέτος ίσως πάω, θέλω να ανέβω στα συγκρουόμενα, διαισθάνομαι μία τάση σύγκρουσης.
Την Πέμπτη αρχίζει το παζάρι, αλλά ο χαλβάς ψήνεται από τώρα. Υπάρχει μια χαλβαδοποιία κοντά στο σπίτι και η μυρωδιά του φτάνει ως εδώ. Κάθε μέρα, όλο το χρόνο. Αυτή τη μυρωδιά ήθελα να περιγράψω απόψε, κι αν έγραφα έκθεση στο σχολείο θα ήμουν εκτός θέματος. Βέβαια πάντα ήμουν και είμαι εκτός θέματος, κάτι σαν παραγγελιά μου φαίνονταν η έκθεση. Πάλι εκτός είμαι. Το θέμα μου είναι η μυρωδιά του χαλβά την ώρα που ψήνεται. Πως να την περιγράψεις όμως; Καμία οσμή δεν περιγράφεται, μόνο βιώνεται. Αν δεν ζήσεις, όση θεωρία και να γεμίσεις τον κουμπαρά σου, εικασία θα μείνει.
Απόψε δεν μπορώ να γράψω με κάποια συνοχή της σκέψης. Φταίει αυτή η μυρωδιά του χαλβά που επικάλυψε ότι πήγα να συρράψω. Ίσως και τα αεροπλάνα που αναβοσβήνουν στην ουράνια διαδρομή τους. Κι εγώ ακίνητος, αιχμάλωτος του χαλβά Φαρσάλων.

10 Σεπτεμβρίου 2018

9 Σεπ 2018

Why?


Ήταν μικρόσωμη, με λεπτά χαρακτηριστικά.
Το βλέμμα της σπινθύριζε την εφυία της. Φορούσε συνήθως ανοιχτόχρωμες γκρι αθλητικές φόρμες, με τα κόκκινα αθλητικά παπούτσια της. Τα μαλιά της έπεφταν ίσα κατάμαυρα ως τις πλάτες της. Τα μάζευε, τα έδενε με ένα κοτσιδάκι πασχαλίτσα και άρχιζε το τρέξιμο. Ερχόταν στο πάρκο στις πέντε το πρωί, την ώρα που πάω κι εγώ. Όταν συναντιόμασταν λέγαμε μια καλημέρα. Στους γύρους αλλάζαμε γρήγορες ματιές. Το προσωπό της ήταν ολόκληρο θλιμμένο. Έμοιαζε γύρω στα τριάντα. Ερχόταν καθε μέρα τον τελευταίο καιρό. Εκείνη την ώρα δεν τρεχουν πολλοί, οι περισσότεροι εμφανίζονται μετά τις έξι. Έτρεχε πάνω απο δέκα χιλιόμετρα, όπως κι εγώ. Περίπου μια ώρα. Καμιά φορά χαμογελούσε αμιδρά ο ένας στον άλλον. Δεν ήταν ο τύπος της γυναίκας που με ελκύει. Δεν ήξερε τίποτα ο ένας για τον άλλον, παρ' όλο που τρέχαμε μαζί απ' τις αρχές του καλοκαιριού στο ίδιο πάρκο. Στο συγκεκριμμένο σημείο της γης.
Το πρωι δεν ήρθε. Το μεσημέρι έμαθα ότι αυτοκτόνησε. Την ώρα που ο πρωθυπουργός έδινε συνέντευξη για τις προοπτικές της χώρας.
Γιατί;
Ίσως γιατί δεν είπε τίποτα για των ανθρώπων τις προοπτικές στη χώρα.
Γιατί;
Μια αφίσα στοίχιωσε μέσα μου. Τη βλέπω ακόμα στο φοιτητικο μου δωμάτιο. Ένας στρατιώτης σωριάζεται από μια σφαίρα.
Why?


9 Σεπτεμβρίου 2018

3 Σεπ 2018

Ανεμελιά


Ξένοιαστα τ' αστέρια απόψε, τους κλείνω το μάτι για ένα δάνειο ανεμελιάς. Έπεσε ένα στην αγκαλιά μου, φως μες τη νύχτα μου. Είμαι της αλληλεγγύης, είπε. Απάλυνε με μιας όλο το σκοτάδι του κόσμου. Και περπατούσαμε μαζί, μέσα στον κήπο, χωρίς προορισμό. Περπατούσαμε μαζί, ψιθυρίζοντας τη ζωή.


3 Σεπτεμβρίου 2018

1 Σεπ 2018

Ένα γελοίο σύνθημα


Στα χαλάσματα της βομβαρδισμένης πόλης γεννιέται ένας καινούριος άνθρωπος. Ένα κλάμα αντηχεί στα ερείπια. Πριν λίγο σκοτώθηκε ο τελευταίος στρατιώτης. Η μάνα κάνει μια ευχή κρατώντας στην πρώτη αγκαλιά το νεογέννητο: Ποτέ πια πόλεμος.
Ούτε σπίτι, ούτε άνθρωπος, ούτε ζώο, ούτε φυτό έμεινε ζωντανό. Ολοσχερής καταστροφή, είπαν στις ειδήσεις. Ο πόλεμος εδώ τελείωσε, συνεχίζεται αλλού. Οι αποθήκες είναι γεμάτες από πολεμικό υλικό. Πρέπει να αδειάσουν, να υποδεχτούν καινούρια όπλα. Η πολεμοβιομηχανία δουλεύει πυρετωδώς. Η πιο επικερδής επιχείρηση στον πλανήτη. Αν δεν υπάρχουν διαφορές πρέπει να τις εφεύρουμε. Οικονομικές, θρησκευτικές, εθνικιστικές, δεν έχει σημασία. Ο πόλεμος δεν θέλει αλήθεια, προσχήματα ψάχνει μιας χρήσεως. Τα όπλα πρέπει να καταναλωθούν, οι πόλεις να γκρεμισθούν για να κτισθούν από τις γιγαντιέες επιχειρήσεις αυτών που έχουν και τα εργοστάσια όπλων.
Ένας γιατρός χωρίς σύνορα ακρωτηριάζει τα πόδια ενός νέου άντρα. Η βόμβα που έπεσε το πρωί σκότωσε εκαντοντάδες αμάχους, άφησε χιλιάδες ανάπηρους.
Ο Ερυθρός σταυρός στέλνει βοήθεια και φάρμακα.
Οι πολεμικοί ανταποκριτές στέλνουν σκηνές κόλασης απ' τα συντρίμια. Η θεαματικότητα ανεβαίνει κατακόρυφα, η coca cola ανεβάζει τον ρυθμό των διαφημίσεων, οι τραπεζίτες προβάλουν πιο έντονα τα κέρδη τους. Οι αναλύσεις για τον πόλεμο παίρνουν και δίνουν, όπως και οι ευχές να σταματήσει το κακό.
Ο πόλεμος σταματάει για λίγο, πρέπει να δείξουν ότι δουλεύουν για την ειρήνη. Την επικαλούνται πολλοί. Το σύνθημά τους είναι: Ετοιμάσου για πόλεμο, αν θες ειρήνη. Το πιο παρανοϊκό σύνθημα της ανθρωπότητας. Και του κάθε αρρωστημένου μυαλού.


1 Σεπτεμβρίου 2018

29 Αυγ 2018

Βραδιάζει


Καθαρός αυγουστιάτικος ουρανός. Δύει ο ήλιος και απλώνει μια άχνα ομορφιάς στα γύρω βουνά. Πονάει η ομορφιά, όσο και η ασχήμια. Η ησυχία της σιωπής και οι ανεπαίσθητοι ήχοι της φύσης με γαληνεύουν τούτο το βράδυ. Και τ' όνειρο. Το όνειρο φυγή. Απ' τη θλιβερή των ανθρώπων κοινωνία. Από τον άνθρωπο καταναλωτή, στον φυσικό άνθρωπο. Από τον ανθρωπο ανταγωνιστή, στον άνθρωπο της αλληλεγγύης με το χάρισμα της φύσης. Από τον άνθρωπο των αριθμών, στον άνθρωπο της συγκίνησης. Βραδιάζει όμορφα στο χωράφι, χωρίς φώτα νέον και τεχνικές ενέσεις, δίχως οθόνες ψεύτικες και άναρθες κραυγές. Χωρίς το ψέμα και τα φτιασίδια της πόλης. Βραδιάζει αθόρυβα να κοιμηθούν τα πουλιά, να ξεκουραστούν τα φύλλα των δέντρων.
Κανένα ανθρώπινο κατασκεύασμα δεν παραβγαίνει το θαύμα της φύσης. Ένα φεγγάρι φωτίζει όλη τη γη. Έχει βέβαια παρέα και τόσα αστέρια. Έτσι απλά θα ανάψουν σε λίγο, χωρίς να πατήσεις κανένα κουμπί. Εδώ ομορφαίνει η νύχτα των έμψυχων όντων. Εδώ γαληνεύει κι η ψυχή του ανθρώπου.


29 Αυγούστου 2018

23 Αυγ 2018

Τα βατόμουρα του Αυγούστου


Τρεμάμενη η γραμμή του Κόζιακα, παίζει με δυό μικρά άσπρα σύννεφα, τούτο το πρωινό του Αυγούστου. Τελειώνει ο μήνας και τα βατόμουρα έχουν την τιμητική τους, δίπλα στα κανάλια των χωραφιών. Βάτα και καλάμια στην εποχή τους.
Μια γιορτή για τις μοντέλες, αλλά και για την καλύτερη εξυπνάδα εδώ, αλλά και εκεί έξω, θα έδινε νόημα στα πεντανόστιμα φρουτάκια.
Και να μη μείνω έξω απ' τα βραβεία, μαζεύω μια χούφτα και αρχίζω να τα τρώω. Το χείλια και το σαγόνι μου μελάνιασαν. Έβαψα και το άσπρο μακό που φοράω. Βαριέμαι αφάνταστα να περιμένω, αν και πότε, τη γιορτή. Τα βατόμουρα είναι εδώ, καλογενομένα φρουτάκια του Αυγούστου.


23 Αυγούστου 2018

19 Αυγ 2018

Απόγευμα Κυριακής


Τα πρωινά όνειρα της Κυριακής εξατμίζονται τ' απογεύματα. Η θλίψη διαδέχεται τη χαρά του πρωινού. Απ' το τραπέζι του μεσημεριού μένουν κάτι αποφάγια για το σκύλο. Είναι και τούτο μια χαρά, να βλέπω το σκυλί να χαίρεται μαζί μου. Μένουν και οι δυό αράδες του Μουρακάμι, που πρόλαβα να διαβάσω το μεσημέρι. Ω τι κρίμα που θα φύγω κάποτε, δίχως να διαβάσω τα στοιβαγμένα βιβλία μου, να δω τον κόσμο ν' αλλάζει. Ω αξιοθρήνητη ζωή μου, χάθηκες μέσα στο λίγο, ονειρεύτηκες στο πολύ. Ίσως αν δεν ήξερες, όλα θα ήταν αλλιώς. Και η συναίσθηση πληγή είναι, απούλωτη. Θα κλείσει με το θάνατο. Το αίμα θα γίνει ένα φύλλο κόκκινο χαρτί. Να ζωγραφίζω με μαύρα γράμματα τη στάχτη μου.


19 Αυγούστου 2018

18 Αυγ 2018

Το χαμόγελο


Πράσινο τριφύλλι, μεγάλωσαν τα βαμβάκια, ωρίμασαν τα καλαμπόκια, τσαμπιά γενομένα αχλάδια στις αχλαδιές, τα σύκα αφράτα και γλυκά, τα ρόδα περιμένουν το Σεπτέμβρη. Μια συστάδα από δέντρα πανύψηλα δείχνει τον Πηνειό. Εδώ είναι η γη της επαγγελίας, μοσχοβολάει καρπούς ο Θεσσαλικός κάμπος. Αν και οι άνθρωποι χαμογελούσαν αισιοδοξία, εδώ θα διάλεγα να ζήσω. Απέραντος ο θόλος τ' ουρανού, χαμηλώνει στις κορφές των βουνών, στους βράχους στα Μετέωρα. Πάει να κρυφτεί πίσω απ' τον Κόζιακα ο ήλιος, να παραδώσει βάρδια στο φεγγάρι, να αλλάξει χρώματα η γης. Βραδιάζει ομορφιά ετούτη η ώρα. Εδώ θα διάλεγα να μείνω. Αν και οι άνθρωποι χαμογελούσαν το δικό σου χαμόγελο.


180 Αυγούστου 2018

15 Αυγ 2018

Τα πρόσωπα των ανθρώπων


Στο πρόσωπο του ανθρώπου διαβάζεις τον κόσμο. Κι αν ξεγελαστείς καμιά φορά θα καταλάβεις στον τρόπο που θα πει καλημέρα.
Ο τρόπος που θα σε πλησιάσει κι ο τρόπος που θα φύγει είναι μια μικρή ιστορία. Αν φοράει μάσκα, θα τη βγάλεις. Μ' ένα χαμόγελο.
Μετράς το μπόι του ανθρώπου στις μικρές κινήσεις του, οι μεγάλες είναι ύπουλες στην εποχή μας.
Στα πρόσωπα των ανθρώπων είναι ο κόσμος τους. Τόσο κοντά και τόσο μακριά ο ένας με τον άλλον.
Και στη σιωπή να περπατήσουμε θα καταλάβουμε. Με μια ματιά.
Στα πρόσωπα των ανθρώπων κατοικεί η ζωή τους.

15 Αυγούστου 2018

14 Αυγ 2018

Δωμάτιο με θέα τον Ασπροπόταμο


Τα ήσυχα μεσημέρια του καλοκαιριού έφτανε το βουητό του Αχελώου μέσα στο δωμάτιο. Άφηνα το βιβλίο του Θέμου Κορνάρου, τι απίθανες ζωγραφιές έγραφε, άνοιγα το παράθυρο και αγνάντευα το ποτάμι, όταν δεν ήμασταν μεγάλες καλοκαιρινές παρέες στα καζάνια, πάνω από δυό μέτρα βαθιά πράσινα νερά, κάτω από γέρικα πλατάνια.
Άνοιγα το παράθυρο και έβλεπα εκεί που έσμιγαν δυο ποτάμια, αγκαλιασμένα να συνεχίσουν ως το Μεσολόγγι. Νοητά ταξίδευα στη θάλασσα. Διέσχιζα κι εγώ μαζί με τον Αχελώο και τις νεράιδες του, ένα ατέλειωτο μυθικό τοπίο, ώσπου να φτάσουμε. Κολυμπούσα παρέα με τις πέστροφες, περνούσαμε κορμούς από δέντρα, κυλούσαμε πάνω σε άσπρες, ξέξασπρες πέτρες, ανάμεσα σε αναρρίχητα βουνά, άλλα γυμνά και πέτρα, άλλα γεμάτα έλατα και λιβάδια. Τι ευτυχία να είσαι Αχελώος, να ξέρεις που πας, αιώνια και ακατάπαυστα, νύχτα και μέρα, διαφανή κρυστάλινα νερά, να δίνεις τόση ζωή στα φυτά και στα δέντρα, στα πουλιά και στα ζώα, σε απλούς ανθρώπους του βουνού και της φύσης. Κι αυτοί να σε προσκυνούν σαν θεό, να πλάθουν μύθους, να σε κάνουν ένα με τον ουρανό, τον αέρα, τον ήλιο της μέρας και το φεγγάρι της νύχτας.Να σε καμαρώνουν τόσα αστέρια, να καίγονται κάποια και να σβήνουν μέσα σου. Εσύ ήξερες πάντα που πας, να ήξεραν και οι άνθρωποι που πάνε, τι πας να συναντήσεις, τα άλλα χρώματα της απεραντοσύνης, να καταθέσεις το δικό σου, δεν ένοιωσες ποτέ μόνος, ήξερες πως το σύμπαν σε περιμένει. Αέναο το ταξίδι του νερού, άπειρα χρώματα, απ' τη θαλασσινή πεδιάδα στα άσπρα γκρίζα μαύρα σύννεφα, ως τις σταγόνες της βροχής και ως το άσπρο χιόνι.
Σήμερα πάλι στο ίδιο δωμάτιο. Μια τεράστια καρυδιά μου έκρυβε τη θέα απ' το δωμάτιο. Τίποτα δεν μάγευε σήμερα τις σκέψεις μου όπως τότε.
Πήρα ένα μικρό πριόνι να κόψω μια μεγάλη καρυδιά. Φυσικά με πήρε χαμπάρι ο γείτονας και μ' έδιωξε. Δίκιο είχε κι αυτός, αλλά κι εγώ τι να του εξηγήσω. Έφυγα απ' τη Μεσοχώρα μες τη θλίψη. Βασικά έφυγα γιατί είχα δουλειά στην πόλη. Αλλά θα μπορούσε να είναι κι έτσι.



14 Αυγούστου 2018

12 Αυγ 2018

Νύχτα στο χωράφι


Έπιασα κουβέντα με τα δέντρα απόψε. Η αχλαδομηλιά με κέρασε τον καρπό της, η κυδωνιά μου έκανε παράπονα, τόσο μικρή και να σηκώνω τόσο μεγάλα κυδώνια, ο λωτός επίσης, έλεγε πως τον ξεχνάω, η συκιά όλο χαρές ήταν μόλις την πότισα, η μηλιά καμάρωνε για τα πολλά μήλα της, οι μικρές κερασιές έπαιζαν με τα φύλλα τους στο βραδυνό αεράκι. Χόρευαν οι ροδιές με τ'αστέρια το βάλς του Δούναβη, χέρι χερι έκοβαν βόλτες ανάλαφρες οι δυό κορομηλιές, αυτές ξένοιασαν νωρίς με τα βάσανα, σκεφτική η αμυγδαλιά κάτι την αρωσταίνει, ανέμελα παιδιά έπαιζαν μεταξύ τους οι φουντουκιές, βαριές και ασήκωτες οι καρυδιές, έλα σε μένα φώναζε το gigo biloba, μάζεψε τα φυλλαράκια μου να ηρεμήσεις, μην αφήνεις τας οπώρας να σε ζαλίζουν. Τας οπώρας, άκου το ĝigo.
Νύχτωσε, έπεσε βαθύ σκοτάδι, δεν έχει φεγγάρι απόψε. Πέρα μακρυά ένα δαχτυλίδι αχνό φως ο ορίζοντας. Ένοιωθα στο κέντρο της γης. Πάνω στα βουνά τρεμοσβήναν μικρά χωριά σκαρφαλωμένα. Κατέβαινε δροσερό αεράκι απ' τον Κόζιακα, ήμουν σχεδόν ευτυχισμένος. Τότε νόμισα πως άκουσα μια φωνή απόκοσμη, υπόγεια, βραχνό δυνατό ψίθυρο. Ανατρίχιασα ολόκληρος. Το κεφάλι μου έγινε συμπαγής μάζα, τα πόδια μου κόπηκαν στα δυό, δεν είχα χέρια. Ξάπλωσα στο γρασίδι και μέτραγα τ' αστέρια. Συνήλθα. Είχα καιρό να φοβηθώ. Θύμωσα. Θεωρούσα πως δεν φοβάμαι το σκοτάδι. Και τότε ήρθε η φαεινή ιδέα. Θα το νικήσω, είπα. Φεύγοντας σταμάτησα στο νεκροταφείο του διπλανού χωριού. Άκρα του τάφου σιωπή. Μόνο τα καντηλάκια αναμμένα. Μπήκα μέσα. Κάθησα πάνω σ' έναν τάφο και μίλαγα στο νεκρό. Στην ηλικία μου πέθανε. Όταν συνάντησα το απόλυτο σκοτάδι δεν φοβήθηκα. Ένα πρόβλημα το νικάς όταν σκεφτείς ένα μεγαλύτερο. Το ίδιο και με το φόβο. Τα σκοτάδια αν δεν τα φωτίσεις σε δαγκώνουν, αφήνουν πληγές.
Αύριο θα γελάω στο φως της μέρας, στη ζέστη του μεσημεριού, κάτω απ' τα μεγάλα φύλλα της παυλώνιας.
Θα της πω με τρόπο τι συνέβη απόψε. Γιατί μαζί της περνάω τις στιγμές της ξεκούρασης. Θα καταλάβω αν ήταν αυτή που θέλησε να με δοκιμάσει. Φταίω κι εγώ βέβαια όταν της λέω, μιλάς κι εσύ που δεν κάνεις καρπούς!


12 Αυγούστου 2018

11 Αυγ 2018

Διακοπές στο σπίτι


Ήταν παλιά μια Κυριακή που έμεινα μόνος στο σπίτι. Όχι δεν μπήκαν κλέφτες, ούτε έγινα ήρωας σε ταινία. Απ' το πρωί ως το βράδυ διάβασα τον Αλέξη Ζορμπά. Μια μέρα που τη θυμάμαι έντονα και ανεξίτηλα, είχα χαθεί σ' έναν άλλο κόσμο απ' αυτόν που ζούσα. Ήταν Αύγουστος και καλοκαίρι, ήμουν δεν ήμουν είκοσι χρονών. Δεν σήκωνα κεφάλι απ' το βιβλίο. Μόνο το δίπλωνα με το μολύβι των σημειώσεων, για να βυθιστώ ακόμα περισσότερο στη σκέψη μου. Σ' ένα μπολ είχα σταφύλια, όταν πείναγα έτρωγα μια ρόγα. Ποιος νοιάζεται για το φαί όταν είναι νέος και χαράζει τους δρόμους του ονείρου;
Κι άλλα βιβλία ως τότε με συγκλόνισαν, αλλά ετούτο με χαράκωνε κάθε αράδα του. Νόμισα εκείνη τη μέρα ότι θα έστιβα τον κόσμο να τον πιω. Όχι είναι νωρίς ακόμα να αφήσεις και μια μέρα απ' τη μικρή ζωή σου να πάει χαμένη. Δουλευταράς, φαγάς, πιότης, γυναικάς, λεύτερη πλατιά ψυχή, όπως τον μυθοποιεί ο Καζαντζάκης, τραγούδαγε, χόρευε, γλένταγε τη ζωή και εκείνη του χαρίζονταν.
Μια μέρα του Αυγούστου
σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά. Μόνος στο σπίτι πάλι. Είπα δεν κάνω τίποτα άλλο παρά θα σκέφτομαι μόνο. Η δημιουργική μοναξιά είναι πολυτέλεια στην εποχή του κορναρίσματος. Ναι, υπήρξαν διακοπές που βαρέθηκα με τόση καθημερινή αλαφράδα.
Κόβω βόλτες μέσα στο σπίτι. Κοιτάω τις βιβλιοθήκες, ολόκληρη ζωή. Αντί για σταφύλι, καρπούζι σήμερα. Να φτύνω τα μαύρα σπόρια που περικυκλώνουν την κατακόκινη καρδιά του. Είναι κι αυτό μια κάποια εκδίκηση. Ούτε θυμός, ούτε οργή πια. Έργα. Όπως ο Παναγούλης στο Ένας άντρας, της Φαλάτσι.
Ονειρευτήκαμε πολύ και ξεχάσαμε να ζήσουμε, σκεφτήκαμε πολύ και μείναμε αναποφάσιστοι, δοθήκαμε και χαθήκαμε.
Αγαπήσαμε γυναίκες που δεν μας αγάπησαν κι άλλες που μας αγάπησαν αδιαφορήσαμε. Και μόνο όταν πίνουμε πάμε αλλού για λίγο, εκεί που θα έπρεπε να είμαστε πάντα. Διαβάσαμε μέτρια βιβλία και ξεχάσαμε τα σημαντικά. Λυπητερά τα τραγούδια μας, πάνε αργά τα βήματα στους χορούς της ζωής μας.
Όχι, δεν ήταν έτσι ο Ζορμπάς. Δεν ζούσε για τις διακοπές. Κάθε μέρα, για τη ζωή ζούσε.


11 Αυγούστου 2018

10 Αυγ 2018

Μεσάνυχτα και κάτι


Απολογισμός μέρας. Ήσυχα, απλά, είναι αργά, κοιμούνται τα πουλιά. Το σκυλί κοιμάται δίπλα μου, φύλακας της αγάπης πιστός. Το ρολόι της εκκλησίας μόλις χτύπησε δώδεκα φορές. Το σκυλί ξύπνησε. Κοιτάει γύρω του απορρημένο. Κάπου μακριά ένα άλλο γαυγίζει. Ατάραχος ο δικός μου ξανακοιμάται. Ακούγεται ένα τριζόνι στον κήπο. Και η εξάτμιση μιας μηχανής στο δρόμο. Ο σκύλος γαυγίζει θυμωμένα.
Τη νύχτα οι άνθρωποι κάνουν φασαρία. Και τα νυχτοπούλια με άναρθες κραυγές.
Προσπαθώ να κάνω απολογισμό της μέρας. Το πάω γύρω γύρω.
Τι απολογισμό να κάνεις στο τίποτα;


10 Αυγούστου 2018

9 Αυγ 2018

Μέσα από Σένα


Τις καλοκαιρινές νύχτες παρατηρώ ώρες ολόκληρες τα αεροπλάνα.
Σαν μεγάλα αστέρια πετούν απ' την μια άκρη του ουρανού στην άλλη. Και μετά χάνονται.
Μόνο εσύ δεν σβήνεις το φως, να κοιμηθώ. Πάντα εκεί, το πιο λαμπερό αστέρι στη γωνιά του ουρανού. 
Τα καλοκαίρια δεν κοιμάμαι ποτέ, ταξιδεύω στην απεραντοσύνη του κόσμου.
Μέσα από Σένα.


9 Αυγούστου 2018

8 Αυγ 2018

Περί νόμων και παρα-νόμων


Τα σωστά δια γυμνού οφθαλμού που δεν εφαρμόζονται, π.χ αυθαίρετα και νόμοι του συμφέρειν που εφαρμόζονται π.χ μισθοί και προνόμια βουλευτών και άλλων αξιωματούχων. Και πότε; Στη χειρότερη μεταπολεμική περίοδο που βιώνει η χώρα. Όταν εδώ και δέκα χρόνια περνάμε μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που όλα κρίνονται διαφορετικά.
Το ελάχιστο χρέος μιας κυβέρνησης θα ήταν να μην κόβει π.χ την σύνταξη των 430 σε 400 και των 2800 σε 1700. Είναι ανήθικο. Και πάνω απ' τους νόμους είναι η ηθική.
Αυτό το λένε βια της εξουσίας και ως γνωστόν η βία γεννάει βια, και ότι πάει να κτιστεί γκρεμίζεται πάλι. Μια κοινωνία που σιγοβράζει μετά τα τρία χρόνια υπομονής και του περίμενε μήπως.
Το περίμενε τελείωσε για τον Σύριζα. Από Σεπτέμβρη θα ανάψουν πολλές φωτιές. Και θα χρεωθεί το καμία ελπίδα πια στο λαό. Θα ξαναστείλει αρκετούς στου χάρου τα δόντια, άλλους στο σπίτι τους, πολλούς στο γαμηθείτε όλοι και αυτόν εκεί που ήταν, όταν έλεγε υπάρχει ελπίδα. Και μη μας πει σας έβγαλα απ' τα μνημόνια, με τόσα θύματα. Ατέλειωτα τα θύματα και καθημερινά, αυτού του πολέμου. Που είδα τον πόλεμο; Μα έτσι γίνονται οι πόλεμοι στην εποχή μας. Επειδή οι νεκροί δεν έχουν σφαίρα στο σώμα; Μα αφού διαλύονται ύπουλα μυαλά, καρδιές, σκέψη, όνειρα, δουλειές, σπίτια.
Τι δεν καταλαβαίνουμε;
υ.γ το παράδειγμα με τις συντάξεις είναι από γνωστά μου πρόσωπα. Ο πρώτος αγρότης και ο δεύτερος τραπεζικός γύρω στα εξήντα. Ήθελα να τονίσω το παιχνίδι. Τεράστιες αποκλίσεις παροχών ανάλογα με τα συμφεροντα. Πριν τον Σύριζα αυτά. Τώρα δεν ξέρω πως είναι. Σε οκτώ χρόνια θα ξέρω.
Έγραψα αυτό το υ.γ. γιατι θεωρώ καμία σύνταξη απ' το όριο επιβίωσης και κάτω δεν έπρεπε να πειράξουν. Στους ορόφους γίνονταν και γίνεται πάρτι. Αλλά αυτό θέλει άλλα κριτήρια, όχι πάντως του Σύριζα.

8 Αυγούστου 2018

7 Αυγ 2018

Νυχτερινές σκέψεις του κήπου


Οι περισσότεροι που διαβάζουν και γράφουν έχουν την οικονομική άνεση του ευ ζην και κατ' επέκταση του χρόνου. Η γενιά του 60 π.χ ήταν όλοι βολεμένοι οικονομικά αστοί. Και σήμερα στην χώρα μας με τον μικρό πληθυσμό και το ελάχιστο αναγνωστικό κοινό το ίδιο συμβαίνει. Μετρημένοι ζουν απ' τα βιβλία τους. Ανάλογα συμβαίνει και με τους αναγνώστες. Προέχει ο βιοπορισμός και ακολουθεί η τέχνη, πόσο μάλλον το διάβασμα που απαιτεί και χρόνο και εγρήγορση της σκέψης. Φυσικά δεν μιλάμε για Άρλεκιν και κυρίες των βορείων προαστίων. Για αξιοπρεπή αναγνώσματα λέμε.
Βέβαια υπάρχουν και αυτοί οι πλούσιοι ή νεόπλουτοι που ούτε την στοιχειώδη αναγνωστική παιδεία έχουν, αλλά και αλλιώς μετράνε τη ζωή. Με αριθμούς.
Εκεί πάνω, στον ξεπεσμό της νεοελληνικής κοινωνίας πατάνε οι πολιτικάντηδες και παίζουν το παιχνίδι τους, αυτό είναι και το γήπεδο των καναλιών να σερβίρουν τόση σαβούρα. Και το γαιτανάκι συνεχίζεται. Κόμματα, κομματάκια, ομάδες, ομαδούλες, παπαγάλοι και παπαγαλάκια. Ο σκεπτόμενος άνθρωπος πουθενά. Χαμένος στις ετικέτες της μάζας. Μεγάλη αγορά οι μάζες.
Και μετά μιλάμε για Δημοκρατία! Ποιά Δημοκρατία; Αυτή δεν υφίσταται με κατασκευασμένες μάζες, δίχως τον σκεπτόμενο άνθρωπο. Συμφεροντοκρατία ναί!



7 Αυγούστου 2018

6 Αυγ 2018

Μεσημέρι Αυγούστου


Τα ρόδα μεγάλα πράσινα, τον Σεπτέμβρη θα πάρουν το χρώμα που σ' αρέσει. Και του χυμού τη γεύση.
Οι τριανταφυλλιές γεμάτες τριαντάφυλλα, έψαξα ένα κατακόκινο μπουμπούκι για σένα. Εκείνο που δεν σου χάρισα εκείνη τη μέρα.
Το χορτάρι μεγάλωσε ξανά στον κήπο. Πίνω καφέ και καπνίζω στην αυλή. Ελαφρύ δροσερό αερακι ανεμίζει και μένα, μαζί με τα φύλλα των δέντρων.
Η πόλη είναι άδεια, το είδα όταν πήγα για καφέ. Ναι τα καφέ ανοιχτά είναι πάντα, ο κόσμος μόνο αυτά έχει ανάγκη. Και τα φαρμακεία. Γέμισε η πόλη φαρμακεία.
Απ' το πρωί είμαι ακίνητος. Σήμερα ήταν ευκαιρία, να ζωγραφίσεις το πορτραίτο μου που λες κάθε φορά. Και να μου αδειάσεις το τασάκι, έτσι μια φορά. Βαριέμαι, όλα τα βαριέμαι. Δίπλα μου έχω τα ερωτικά του Νερούντα, μια σταλίτσα βιβλίο. Εξ' άλλου διαβάζω τόσα ποιήματα στο κινητό που νομίζω πως δεν θέλω άλλα. Άλλοι γράφουν, άλλοι αντιγράφουν, χωρίς ποιήματα δεν προχωράει τίποτα φαίνεται. Δεν τα καταλαβαίνω όλα, αλλά αρκεί που ξέρει ο ποιητής. Κάποιες φορές νοιώθω αργόστροφος, παρηγοριέμαι όμως γιατί δεν είχα ποτέ το χρόνο να εντρυφήσω στα βάθη της ποίησης. Φαντάζομαι πόση ποίηση έχουν διαβάσει όσοι γράφουν ποιήματα!
Στα πόδια μου παίζει ένα γατάκι της γειτονιάς. Κυνηγάει μια σαγιονάρα. Είναι χαριτωμένο, όπως όλα τα γατάκια. Ήρθε πάνω μου, δεν μ' αφήνει να γράψω. Παίξε μαζί μου, λέει. Μπορεί να έχει δίκιο.
Ούτε ειδήσεις άκουσα σήμερα. Αύγουστος μήνας. Κι όμως ο απολογισμός είναι τραγικός.
Φοβάμαι όλα αυτά που συμβαίνουν. Κάτι που μοιάζει με ηφαίστειο
Ας αφήσουμε αυτά για τον Σεπτέμβρη.
Μυρίζω το τριαντάφυλλο στο ποτήρι. Μοσχοβολάει μεσημέρι Αυγούστου.



6 Αυγούστου 2018

4 Αυγ 2018

Ο δρόμος της ανηφόρας


Πάει χάθηκε η ζωή μας στο μεροδούλι μεροφάι. Ανέγκιχτα τα βιβλία στη βιβλιοθήκη, έπαψαν οι αγαπημένες μουσικές, λευκές κόλες χαρτί απέμειναν οι σκέψεις μας.
Πάει χάθηκε η ζωή μας, μαζί με αδικοχαμένους ανθρώπους, με τα καμένα δάση και τους πλημυρισμένους κήπους.
Πάει χάθηκε η ζωή μας, μες τις παγίδες της πόλης τσακίστηκαν τα φτερά μας, μαζί με τόσα όνειρα.
Πάει χάθηκε η ζωή μας μέσα σε άνοστες θεωρίες, μέσα στα τόσα ψέματα.
Πάει χάθηκε η ζωή μας, τα παιδιά μας τα εξορίζουν και μεις ανήμποροι θεατές.
Πάει χάθηκε η ζωή μας μες στα γκρεμισμένα σπίτια μας, μες σε βουνά από σκουπίδια.
Τίποτα δεν χάθηκε. Έχω τα λαμπερά σου μάτια, το πρωινό σου χαμόγελο, έχω την ανάσα σου. Έχεις τα δικά μου.
Τίποτα δεν χάθηκε μεγαλώνουν καινούρια δέντρα, δες ένα νέο φυλλαράκι πάνω στον καμένο κορμό, άκου το κλάμα ενός παιδιού που μόλις γεννήθηκε. Δεν χάθηκαν τα βιβλία που διαβάσαμε, έγιναν δύναμη να αντέξουμε τον πόλεμο, τα τραγούδια που αγαπήσαμε κυλάνε στο αίμα μας, δες τις ζωγραφιές στους τοίχους, χορεύουν για μας.
Χτες νομίζαμε πως χάθηκαν όλα. Όλα κερδήθηκαν σήμερα.
Όλα χάθηκαν, τίποτα δεν χάθηκε. Μας απομένει ο πλούτος της ζωής.
Αυτοί είναι από νωρίς χαμένοι, τους θρέφει ο πόλεμος. Τι πιο όμορφο από την ανηφόρα στο βουνό. Όταν φτάσεις στη κορυφή, πόσο αστεία μοιάζουν όλα στη γη!




4 Αυγούστου 2018

3 Αυγ 2018

Ένα παράξενο καλοκαίρι


Βρέχει ήρεμα, απαλά η βροχή χαιδεύει το χώμα. Κι αυτό ευωδιάζει ένα μοναδικό δικό του άρωμα. Η μάνα φύση δείχνει την αγάπη της με μύριους τρόπους. Με τόσα που υποφέρει παραμένει μάνα. Όταν θυμώνει όμως, αγριεύει θανάσιμα. Και μετά ξανά ημερεύει. Με μια καλοκαιρινή βροχούλα, με έναν έναστρο ουρανό, με μια γαλήνια θάλασσα. Ετούτο το καλοκαίρι άστραψε και βρόντηξε. Δεν ήταν καμπανάκι, ήταν άγριο θηρίο, αρκούδα που της κλέβουν το παιδί. Αν δεν πειράξεις την αρκούδά δεν σε πειράζει. Αν όμως, σε κατασπάραξε.
Δεν είναι το κοράκι του Πόε. Ένα κοπάδι κοράκια κράζουν τώρα στον ουρανό. Σώπησαν όλα τα άλλα πουλιά. Ουρλιάζω κι εγώ απ' τη γη. Σκάστε επιτέλους.
Η βροχή σταμάτησε. Όλη η ομορφιά χάθηκε. Πόσο υμνητικά όμορφα ξεκίνησε αυτό το κείμενο, τελειώνει με μια μαύρη απειλή, με κατάμαυρα κοράκια πάνω απ' τα κεφάλια μας.
Αν δεν μεταμορφωθούν τα κοράκια της γης, πάντα ότι όμορφο πάει να γίνει θα σκοτώνεται.
Θα απομένει μια κραυγή, όπως ετούτο το παράξενο καλοκαίρι


3 Αυγούστου 2018

31 Ιουλ 2018

Οπαπατζίδικα


Εδώ παπάς, εκεί παπάς, που είναι ο παπάς; Ψάξε, ψάξε θα τον βρεις. Αν δεν τον βρεις θα είναι κρυμμένος μες το ιερό και άβατο. Κάποτε θα βγει να πει "Μακάριοι οι φτωχοί τω πνεύματι.." Τότε να τον αρπάξεις απ' τη γενειάδα. Οι ευκαιρίες δεν χάνονται. Τόσοι και τόσοι έγιναν πλούσιοι, αν τους μαζέψεις όλους χωριό ολόκληρο. Όσοι δεν έγιναν απλά δεν μάντεψαν σωστά. Ας ρωτούσαν και καμιά χαρτορίχτρα, δεν τους φταίει κανένας. Μη ξημεροβραδιάζονται άνευ λόγου και αιτίας στα οπαπατζίδικα. Βέβαια φταίνε κι αυτοί, σιγά το πράμα να βρεις πέντε ΄εξι αριθμούς. Ο Τάσος έξυπνος, έτσι έγινε πλούσιος, εσύ δούλεψε μαλάκα.
Η πολιτεία μας, δεξιά ή αριστερή δεν έχει σημασία φροντίζει για τα πλούτη μας. Χρόνια στο λένε, απ' το πρωί ως το βράδυ, παίξε και θα δεις. Να οπαπατζίδικα, να φρουτάκια, να καζίνα, να Εθνικά λαχεία, να κρατικά, να διαφημίσεις με ατέλειωτη ευτυχία. Τι άλλο θες βρε μαλάκα; Μετά σου φταίει η ανεργία και σαχλαμάρες. Ο άλλος με ένα ευρώ, έλυσε τα οικονομικά του μια για πάντα. Μετά ένα πούρο αβάνας και αραχτός.
Κάτι τέτοια σκέφτομαι όταν βλέπω τις ουρές στα οπαπατζίδικα και τρελαίνομαι. Προχθές ήθελα να μπω σε ένα. Σε κάθε γωνιά κι από ένα. Η γυναίκα μου δεν μ' άφησε.
Πάψε, δούλεψε και μη μιλάς, της είπα τότε κι εγώ εκνευρισμένος.
Μια μέρα όμως θα παίξω, μου καρφώθηκε η ιδέα να γίνω πλούσιος.
Λένε πως μερικά οπαπαντιδικα είναι πιο τυχερά, απ' άλλα. Έχει σχέση με το πόσο φυσάει αέρα στο μυαλό σου την ώρα που διαλογίζεσαι με τους αριθμούς. Άσε που την άλλη φορά θα ψηφίσω Μητσοτάκη. Άμεση προτεραιότητα στο πρόγραμμα του είναι καζίνο στη Καλαμπάκα. Αυτές είναι επενδύσεις. Γάντι και στην ιδεολογία του. Τα παίρνεις απ' τους πολλούς και τα δίνεις στον έναν.


31 Ιουλίου 2018

28 Ιουλ 2018

Όλα είναι σχετικά


Ότι και να πω έχει αξία ανάλογη του τρόπου ζωής που κάνω. Δεν μπορεί να καπνίζω και να σας λέω "Μην καπνίζετε". Κοίτα ποιος μιλάει;
Το άσπρο εύκολα γίνεται μαύρο και αντίστροφα. Ο κόσμος γέμισε πια από θεωρία, άδειασε από πράξη. Και όσους ακόμα αλληλέγγυα και ανιδιοτελώς παλεύουν δίνοντας το υστέρημα τους, αυτούς ας ακολουθήσουμε αν μπορούμε. Αλλιώς ας μη μιλάμε εκ του ασφαλούς με την επηρμένη υπέρ πάντων γνώση μας. Ποτέ ο χορτάτος δεν θα καταλάβει τον πεινασμένο. Ούτε εμείς οι ίδιοι δεν κατανοούμε τις εναλλαγές της χαράς και του πόνου μας. Στο τέλος ο καθένας είναι μόνος του, όπως γεννήθηκε και όπως θα πεθάνει. Και μόνο όταν αγαπήσουμε αληθινά γινόμαστε άνθρωποι, αφήνοντας πίσω μας το παμφάγο τέρας του εγώ. Αυτό το τέρας βόσκει και ταΐζεται από την αθλιότητα του άγριου και δολοφονικού δυτικού τρόπου ζωής
-Μα τι λες τώρα;
- Τίποτα, ένα τσιγάρο έκανα. Πάμε!

28 Ιουλίου 2018

27 Ιουλ 2018

Γυμνοί στην έρημο


Εκεί στην έρημο να συναντηθούμε, δίχως καμία ιδιότητα, χωρίς εργαλεία και στολίδια. Θα είναι το πέρας μιας ολόκληρης ζωής. Να δούμε κατάματα τι μας απέμεινε. Όταν θα αναζητάμε και οι δυο μια όαση να ξεδιψάσουμε.
Μετά θα αφήσουμε τα σώματα στην σκόνη. Να φτερουγίσουν οι ψυχές. Πολύ μας βάραιναν απανωτά γεγονότα.
Πάμε να πετάξουμε απόψε μακριά. Πολύ μακριά. Μέσα μας.


27 Ιουλίου 2018

25 Ιουλ 2018

"Εθνική τραγωδία είναι ο τρόπος που ζούμε''


Το διάβασα στα πολλά και όσα γράφονται εδώ μέσα, ανάρτηση μιας φίλης και έγινε η αφορμή να γράψω δυό λέξεις. Αν και είναι νωρίς ακόμα κατάμεσα στην κόλαση, αν και είναι αργά για λόγια και ευχές. Ένας κόσμος που αιμορραγεί καθημερινά, επικίνδυνα ετοιμόρροπος, είναι φυσικό να σαρίζει ολοένα πιο συχνά και να μας πλακώνει θανάσιμα. Αν καπνίζω σαν αράπης, κάτι θα πάθω. Αν οδηγώ απρόσεκτα, κάποτε θα τρακάρω. Αν πηδάω πολλά παλούκια, κάπου θα την πατήσω. Αν μπαζώνω ρέματα, κάποτε θα πλημμυρίσω. Αν κτίζω αυθαίρετα και άναρχα, χωρίς υποδομές και εξόδους κινδύνου, κάποια στιγμή θα πληρώσω ακριβά. Αν ασύστολα χημικά ποτίζουν την τροφή μας, ο καρκίνος θα θερίζει.
Αν και αν όλα είναι χρήμα, τότε προς τι η έκπληξη; Όταν καθημερινά βιάζουμε τη φύση κάποτε θα μας εκδικηθεί. Σήμερα το μάτι, αύριο εμείς.
Καθημερινά πεθαίνουν άνθρωποι, όχι από φυσιολογική φθορά, αλλά σαν αποτέλεσμα του τρόπου που ζούμε. Είναι φυσιολογικό σε μια χώρα των δέκα εκατομμυρίων, οι μισοί να ζουν στην Αθήνα; Είναι φυσιολογικό να έχουν ερημώσει τα χωριά μας; Είναι φυσιολογικό να ζεις στον έβδομο όροφο; Όλα είναι πια αφύσικα. Κανείς δεν ξέρει που πάμε; Το μόνο που ξέρουμε οτι μας πάει το χρήμα σαν το κύμα. Και να που φτάσαμε εδώ, πάλι μιλάμε για κεραυνούς εν αιθρία; Πάντα κάποιοι άλλοι θα φταίνε.
Ευτυχώς που προσεύχονται οι παπάδες, τι θα κάναμε δίχως αυτούς; Ευτυχώς που δουλεύουν σκληρά οι πολιτικοί για μας! Ευτυχώς που μας φυλάνε στρατιωτικοί και αστυνομικοί και νοιώθουμε ασφαλείς. Ευτυχώς τέλος που μας περισσεύουν λεφτά για όπλα, Ποιός νοιάζεται πια αν τα χωράφια μένουν χέρσα ή αν τα ψυγεία μας είναι άδεια;
Το χρήμα δε έχει αδιέξοδα, ούτε η δημοκρατία των καναλιών. Αλίμονο σ' όσους χάνονται και σ' όσους καθημερινά πεθαίνουν.


25 Ιουλίου 2018

22 Ιουλ 2018

Χαράματα στον Κόζιακα

Χαράματα στον Κόζιακα. Πήγα να μιλήσω στα ίσια με το Θεό. Κοιταζόμασταν ώρες στα μάτια, σαν αθώα παιδιά. Επειδή και οι δυό είμαστε ένοχοι.
Είπαμε και οι δυό τόσα ψέματα για την ομορφιά, αλλά αφήσαμε την ασχήμια να θερίζει. Του είπα πως από ψηλά η γη είναι όμορφη, αν πας όμως κάτω θα δεις είναι γεμάτη πληγές. Ποτάμι κυλάει ο πόνος και το αίμα. Γιατί; Στη γη λένε πως είσαι παντοδύναμος! Μεταξύ μας τώρα, μήπως μας βαρέθηκες και είπες άστους να βγάλουν τα μάτια τους, τους έδωσα καρδιά και μυαλό και αυτοί τ' αχρήστεψαν και τα δυό. Τι παίζει τελικά; Μήπως αγάπησες κάποιον άλλο πλανήτη πιο πολύ και μας έχεις παρατημένους στο έλεος;
Άκουγε με προσοχή τι τούλεγα αλλά δεν μίλαγε. Έτσι κάνει πάντα. Μέγας διπλωμάτης ο Θεός.
Καθόμασταν κάτω από ένα πλατάνι, μια πηγή ανέβλυζε κρυστάλλινο νερό, κάτω άχνιζε το φως του Θεσσαλικού κάμπου, ήταν μαγευτικό το πρωινό. Ξημέρωνε η Κυριακή.
Ήταν τόσο ήρεμος, μη μου τους κύκλους τάρατε! Είπα να τον τσιγκλίσω.
Λένε πως είσαι παντού, τελικά μήπως είσαι εκεί που θες; Αφήνεις και πεθαίνουν παιδιά και ζουν οι βάρβαροι. Πάλι δεν απάντησε. Τον είδα όμως, χαμογέλασε ελαφρά.
Η αλήθεια είναι ότι ένοιωσα πιο γαλήνιος συνομιλώντας μαζί του, αλλά δεν πάω συχνά, η ανηφόρα είναι μεγάλη και οι υποχρεώσεις πολλές.
Όταν γύρισα στο χωράφι για δουλειά, ο παπάς του χωριού είχε τέρμα τα μεγάφωνα της εκκλησίας. Ήταν εκεί που λέει, " τα καλά και συμφέροντα..."



22 Ιουλίου 2018

20 Ιουλ 2018

Μη φύγουμε λειψοί


Ονειρευτήκαμε την ομορφιά και συναντήσαμε την ασχήμια. Δεν λογαριάσαμε σωστά τους παλιούς χρόνους, τη σκλαβιά ως το 21, τους φασίστες Γερμανούς το 40, εμφύλιο και δικτατορίες. Νομίσαμε ότι ανήκουν οι πόλεμοι στην ιστορία και πως το τέρας ημέρωσε. Πόσο λάθος κάναμε!
Σαν τώρα θυμάμαι τη νιότη μου να χαμογελά σ' έναν καινούριο κόσμο. Κάτι πήγε να γίνει. Δεν έγινε τίποτα άλλο, παρά μια ακόμα πιο επικίνδυνη βαρβαρότητα. Αργοπεθαίνουν οι άνθρωποι κι εγώ μαζί τους. Τα χαμόγελα στη ζωή σκοτώνονται αυτόματα πια, τα όνειρα κουρελιάζονται μαζί με τα ιδανικά, γερνάνε τα σώματα πριν ανθίσουν. Πέφτουν απροστάτευτα τα πέτρινα γεφύρια που ομόρφυναν την καλημέρα των φυσικών ανθρώπων. Φυλάξου τώρα απ' τις θανατηφόρες ταχύτητες, αφήνουν πίσω άρρωστα πλάσματα, ζώα και φυτά. Σ'ένα μήνα σφάζουν τα κοτόπουλα, ο κάμπος γεμάτος χημικά, θερίζει ο καρκίνος τη σοδειά των ανθρώπων. Τραστ και τραπεζίτες με όπλα σύγχρονα και αθόρυβα πυροβολούν σε κάθε γωνιά. Για την ανάπτυξη, για το καλό μας. "Ρίξτε παντού χημικά, να κερδίσετε, να κερδίσουμε. Αν πάθετε κάτι εμείς αναπτύξαμε την Ιατρική, εμείς θα βρούμε φάρμακο για τον καρκίνο. Έξ άλλου γίναμε πολλοί, ή πόλεμο τρίτο και παγκόσμιο θα κάνουμε ή θα σας σκοτώνουμε κατά ρυπάς. Βέβαια έχετε και τη λύση της αυτοκτονίας, αν δεν αντέχετε, παραδοθείτε. Το σύστημά μας προσφέρει επιλογές".
Όταν μου είπαν όλα αυτά, τους είπα ευχαριστώ για τις επιλογές που μου δίνουν, βεβαίως η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα, συμφώνησα μαζί τους, τρομάρα μου!
Τους είπα, αν και είμαι απέναντι στην αυτοκτονία, δεν έχω άλλη επιλογή, αποφάσισα στα 109 την αυτοκτονία μου. Πενήντα χρόνια ακόμα τα θέλω για τα απραγματοποίητα όνειρα. Μη φύγουμε λειψοί.




20 Ιουλίου 2018

18 Ιουλ 2018

Στο παζαρι


Ένας στην Ζάκυνθο, ο άλλος στο Βόλο. Αυτόχειρες χθες. Ο ένας από καρδιά, ο άλλος από εγκεφαλικό, ο τρίτος από καρκίνο. Και η μισή Ελλάδα στο αδιέξοδο της κατάθλιψης. Βλέπουμε το αποτέλεσμα, η αιτία όμως αποκρύπτεται κάθε φορά δόλια πνιγμένη. Η χώρα μας ολοένα αποδεκατίζεται, ώστε σε λίγα χρόνια θα απομείνει μισή. Τις πταίει; Ο κεραυνός εν αιθρία. Αφού όλοι εμείς τους άλλους κρίνουμε για ότι στραβά ποιούμε, δεν απέμεινε άλλος κανείς να φταίει. Μπορεί η μοίρα, η κατάρα του θεού, οι γραβάτες και τα μούσια. Φταίνε πάντως οι άλλοι. Εμείς ποτέ.
Άραγε απλά μαθήματα πολιτικής, διάβασαν ποτέ οι εκάστοτε φιλόδοξοι κυβερνήτες μας. Δεν μιλάω για ολόκληρα βιβλία, αυτά τα μισούν όπως ο διάβολος το λιβάνι.
Ας πούμε, πως είμαστε δέκα άτομα, οι επτά πεινάνε, -συνήθως αυτοί που δουλεύουν πιο σκληρά, και οι τρεις τρώνε με χρυσά κουτάλια,- συνήθως οι επιτήδειοι. Τι κάνει τότε ένας σκεπτόμενος πολιτικός; Ένας οπαδός του καπιταλισμού υπόσχεται στο πολύ μέλλον θα τ' αλλάξει όλα. Θα κάνει και τους επτά που πεινάνε επιτήδειους. Σιώπα ρε μεγάλε; Όλο αυτό το σύνθετο, μόνος σου το σκέφτηκες; Η απάντηση του αριστερού της εξουσίας -πιο διπλωματική, είναι πως εργάζεται για το καλό των επτά.
"Χαιρετίσματα λοιπόν στην εξουσία. Εγώ κρατάω την ουσία κι ονειρεύομαι" μακριά από Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες.
Πολύ παζάρι στην πλατεία.

Κωστής Ταξιδεύων
18 Ιουλίου 2018

17 Ιουλ 2018

Ένα μικρό αγκάθι


Ήταν ένα ξερό κλαδί. Πάνω σε μια πράσινη τριανταφυλλιά με βαθιά κόκκινα τριαντάφυλλα. Έμοιαζε παραφωνία. Όταν το έκοψα, με το χέρι χωρίς γάντι, κάποιο μικρό αγκάθι έμεινε στο δείκτη του δεξιού χεριού μου. Έμεινε ένα μικρό καφέ στίγμα, μεγέθους μύτης βελονιού. Νομίζω ότι είναι το σημαντικότερο πρόβλημά των τελευταίων ημερών μου. Δεν πονάει, αλλά ξέρω ότι είναι εκεί. Η μάνα μου λέει, ότι θα ωριμάσει και θα φύγει. Η γυναίκα μου θέλει να μου το βγάλει με καρφίτσα, όμως ξέρω εγώ τι σκάψιμο θέλει.
Σήμερα πήγα στην πόλη. "Τι συμβαίνει, σκεφτικό σε βλέπω", μου είπε η Νάντια, όταν τη συνάντησα στο μαγαζί που αγόρασα σκοινί να δένω τις ντομάτες που ακόμα ψηλώνουν. Δεν της απάντησα, το γύρισα αλλού. -Τι χρώμα σκοινί να πάρω; είχε πράσινο και άσπρο. Μου είπε άσπρο, πήρα πράσινο. Η μάνα μου έλεγε, πάντα να ακούς τη γνώμη των άλλων, αλλά να αποφασίζεις εσύ. Το μυαλό μου βέβαια ήταν στο αγκάθι, ούτε που κοίταξα τα πράσινα μάτια της Νάντιας, όπως άλλες φορές. Με τη Νάντια κάτι τρέχει, κάθε φορά που συναντιόμαστε κοιταζόμαστε στα μάτια και δεν μιλάμε σχεδόν καθόλου. Ούτε ξέρει πολλά για μένα, παρ' όλο που γνωριζόμαστε χρόνια. Μια φορά απομείναμε κατάματα στη μέση του δρόμου. Μας κόρναραν φυσικά τ' αυτοκίνητα. Πήγαμε τότε στο πεζοδρόμιο και συνεχίσαμε να κοιταζόμαστε. Κάτι έχουν τα μάτια της Νάντιας, αλλά αυτή έχει κάτι άλλο κι εγώ επίσης. Δεν της είπα για το αγκάθι, της είπα μόνο πως ο Πρωθυπουργός είπε, πως άμα περισσέψουν χρήματα, θα στηρίξει τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Η Νάντια αγρίεψε, το είδα στα μάτια της. Με δουλεύεις, μου είπε. Λες και το είπα εγώ. Είμαι σίγουρος, αν της έλεγα για το αγκάθι, πως έγινε, πως το μυαλό μου είναι κολλημένο εκεί, πάλι "με δουλεύεις;" θα έλεγε. Καλά έκανα και δεν είπα τίποτα. Ποιός καταλαβαίνει το πρόβλημα του άλλου, αν δεν το βιώνει ο ίδιος.


17 Ιουλίου 2018

16 Ιουλ 2018

Ανάποδα περπατάω


Ο κόσμος θέλει τους δυνατούς, εγώ τους αδύναμους. Αυτούς που δεν έχουν να σου δώσουν ούτε εφήμερη δόξα, ούτε υποσχέσεις. Κρατάν μόνο ένα ποτήρι κρασί κι ένα λουλούδι του κήπου. Μεθάνε με τα όνειρα μιας μακρινής ουτοπίας.
Ο κόσμος θέλει τις γιορτές, εγώ τις καθημερινές. Πλήξη και μελαγχολία οι ατέλειωτες γιορτές ανούσιων ευχών. Η δημιουργία είναι η μόνη γιορτή της φύσης.
Ο κόσμος θέλει χειρολαβές και ομπρέλες, εγώ δρόμους ανοιχτούς να περπατήσω. Ποιά θρησκεία, ποιός πολιτικός σχηματισμός, ποιά φίλαθλη ομάδα, πήγαν λίγο πιο μπροστά τη άμοιρη ανθρωπότητα;
Καίγομαι στον ήλιο της αμφισβήτησης, μούσκεμα στην ουράνια βροχή.
Ο κόσμος θέλει να λέει. Εγώ σταμάτησα να μιλάω. Πολύς θόρυβος για το τίποτα. Πόσο αθόρυβα μεγαλώνουν τα φυτά, μεταμορφώνεται η φύση!
Ο κόσμος θέλει τη λογική, εγώ την τρέλα της ζωής. Η λογική είναι μάνα του πολέμου, λύκαινα που εγκυμονεί συμφέροντα θανάτου, σκοτώνει τη συγκίνηση. Κανένας τρελός ή μεθυσμένος δεν έβλαψε τον κόσμο.
Ο κόσμος θέλει την ασφάλεια του δημοσίου, εγώ περπατώ στην αβεβαιότητα της πρόκλησης. Η πολύ ασφάλεια κρύβει πολύ θάνατο και πρόωρες συντάξεις. Αύριο θα είναι πάντα μια καινούρια μέρα.
Το δικό μου εγώ πολύτιμο, το δικό σου εγώ μοναδικό, δυό βελόνες που υφαίνουν το εμείς. Εμείς δεν έχουμε εγώ πια. Φιλί το κάναμε για τον Άνθρωπο, τη Φύση, για μια Ολάκερη ζωή!



16  Ιουλίου 2018

13 Ιουλ 2018

Ο έρωτας


Ξαπλωμένος απόψε στη μέση του χωραφιού, μετράω τ' αστέρια. Δακρύζουν τα μάτια μου, όταν θυμάμαι. Χορεύουν τότε, χίλια αστέρια πάνω μου. Χορεύεις κι εσύ, μέσα στο άσπρο σου φόρεμα. Μεθάω απόψε πίνοντας δάκρυα και χαμόγελα, ματιές και σημάδια. Ο χορός των αστεριών δυναμώνει στην ερημιά της νύχτας. Τα μάτια σου, δυο φεγγάρια του καλοκαιριού, στην πιο σκοτεινή μου νύχτα, τυλίγουν τα δικά μου. Φιγούρες του έρωτα και της αγάπης, κλέβουν την ανυπαρξία της ζωής μου. Σκύβεις πάνω μου, μοσχοβολάς όνειρο. Σ' έναν κόσμο που έπαψε να ονειρεύεται, εσύ φωτίζεις τα σκοτάδια του. Εσύ και το χώμα. Εσύ, τα πουλιά και τα δέντρα. Εσύ και τ' αστέρια. Εσύ κι όλη η φύση κρατάν τη ζωή. Εσύ. Πάντα εσύ, ο έρωτας.


13 Ιουλίου 2018

10 Ιουλ 2018

Αμάραντος


Η ελατοπλαγιά και το ποτάμι, φτέρες και ρέματα, πέτρινα σπίτια κοντά στο θεό. Εκεί είναι το μυαλό μου σήμερα. Σ έναν αμάραντο τόπο ευδοκιμεί ο έρωτας. Στην πόλη και στον κάμπο μοιάζει ου- τόπος. Αλλά υπάρχει, τον είδα με τα μάτια μου. O αέρας μύριζε άρωμα οξυγόνου, το πρωί τρυφερό καλοκαίρι, το νερό της βρύσης παγωμένο. Χαμογελούσαν τα μήλα πάνω στις φορτωμένες μηλιές, χαμογελούσαν και οι καλημέρες των ανθρώπων. Πλατύφυλλες καρυδιές ετοίμαζαν τα καρύδια, αγκαθωτά κάστανα μεγάλωναν τον καρπό τους. Ένα σκιουράκι έπαιζε πάνω στον δέντρο της δημοσιάς. Χάραζε ο ήλιος κι όλα τα πρόσωπα ήταν φωτεινά.
Ο αμάραντος υπάρχει, δεν είναι αποκύημα της φαντασίας μου. Τον αισθάνομαι μαζί με το φιλί του αποχαιρετισμού. Μόνο που είναι μακριά απ' τη φυλακή της πόλης.


10  Ιουλίου 2018

6 Ιουλ 2018

Η γέφυρα


Είδα εργάτες να στρώνουν άσφαλτο καταμεσήμερο καλοκαιριού. Είδα άλλους να σκαλίζουν το χωράφι, ντάλα στον ήλιο. Είδα κι άλλους να τους φταίει η ζέστη του καλοκαιριού και το κρύο του χειμώνα. Είδα και μένα που δεν έχω τι να πώ, να λέω για τον καιρό. Ίσως φταίει το αιρκοντίσιον στο δροσερό γραφείο μου. Ίσως φταίει το χαμένο φεγγάρι, όταν κάνει πιο νύχτα τη νύχτα μου.
Είδα πόσο μακριά είναι οι θεωρίες μου απ' την πραγματικότητα και τρόμαξα. Πήρα μια σακούλα παγωμένες μπύρες και ήρθα στη γέφυρα. Μες τα πλατάνια, στις άσπρες πέτρες, στο νερό που κυλάει να συναντήσει τη θάλασσα. Ακούμπησα απ' τη μια άκρη της γέφυρας τη θεωρία μου κι απ την άλλη την πράξη μου. Στη μέση της γέφυρας οι μπύρες μου. Για την ώρα κόβω βόλτες απ' τη μια άκρη στην άλλη, πίνοντας μπύρα. Έχω μια σιγουριά σήμερα πως μετά τις πρώτες μπύρες η θεωρία μου και η πράξη θα σμίξουν.
Καρφάκι δεν μου καίγεται για τον υδράργυρο. Εγώ τις εποχές όλες τις αγαπώ. Άλλο θέλω σήμερα. Να γίνω ένα με τη γέφυρα. Να είμαι εγώ η γέφυρα κι από κάτω το ποτάμι.



6 Ιουλίου 2018

4 Ιουλ 2018

Η ζυγαριά


Πήρα μια ζυγαριά με δράμια. Ένοιωθα πέρα για πέρα ανισόρροπος τελευταία. Βέβαια ποτέ δεν ένοιωσα σιγουριά πάνω στο τεντωμένο σκοινί. Κι από κάτω μπετόν, μόνο το κατακόρυφο της αδρεναλίνης. Η ζωή κι ο θάνατος, το φως και το σκοτάδι, η αγάπη και το μίσος, η εμπιστοσύνη και η απιστία, η χαρά και η λύπη. Ο μισός κόσμος και ο άλλος μισός, το δίκιο και η αδικία, η ειρήνη κι ο πόλεμος. Όλα έγιναν θολά και δυσδιάκριτα. 
Έτσι πήρα αυτή τη ζυγαριά. Όταν μικρός παρατηρούσα τον μπακάλη να ζυγίζει και να ευθυγραμίζονται οι γλώσσες, ένοιωθα απροσδιόριστη χαρά ηρεμίας.
Έβλεπα τον Λάμπρο με τη σέσουλα να ισορροπεί τα φασόλια με το δράμι και μέσα μου γαλήνευε ο κόσμος. Στο σπίτι έχουμε δυό ζυγαριές δαπέδου, που μόνο προβλήματα μου δημιουργούν με τον αυτοματισμό τους και τα κιλά μου. 
Σήμερα είναι μια μεγάλη μέρα για μένα, σαν εκείνη που λέει ο πρωθυπουργός πως θα βγούμε απ' τα μνημόνια. Σιγά τα οκτώ χρόνια, τα δικά μου είναι πενήντα οκτώ.
Εγώ δεν πήρα τα δράμια, δεν με ενδιαφέρουν τα νούμερα, η συμπαντική ισορροπία με νοιάζει.
Ζύγισα τα λόγια και τις πράξεις μου, τα όνειρα και τα αποτελέσματα, τα χαμένα και τα κερδισμένα. Ζύγισα τον έρωτα και τον πόλεμο, τα θέλω και τα μπορώ. Ζύγισα την αλήθεια και το ψέμα, την συγκίνηση και τον κυνισμό. 
Η ζυγαριά πάντα είχε ένα τρέμουλο. Οι γλώσσες της δεν έσμιξαν ποτέ. 
Μόνο όταν έβαλα δυο ίδια μπουκαλάκια νερό στις άκρες της ευθυγραμίστηκε. Τελικά σ' ένα καυτό μεσημέρι του καλοκαιριού, μόνο το νερό είναι σημαντικό. Μετά ήπια το ένα μπουκάλι και το άλλο το
έριξα στο κεφάλι μου. Ισορρόπησα κι εγώ και η ζυγαριά. Πολύ ζέστη σήμερα.
4 Ιουλίου 2018

2 Ιουλ 2018

Ο σκατζόχοιρος


Μια αγκαθωτή μπάλα, πάνω στην καυτή άσφαλτο του μεσημεριού. Σταμάτησα στην άκρη του δρόμου. Ένας απροσπέλαστος σκαντζόχοιρος στο δρόμο μου. Στη ζέστη του Ιούλη. Ίδιος με την Ευρώπη απέναντι στους μετανάστες του πολέμου. Ο φόβος παντού. Το πρόβλημα παντού ο άνθρωπος. Τι άλλο φοβάται ο σκανζόχοιρος; Όλα παλεύονται, ο άνθρωπος όχι.
Όπως τον έβλεπα μεταμορφώθηκε σε βόμβα. Έτοιμη να απασφαλίσει. Οι υψηλή θερμοκρασία και η ταχύτητα των αυτοκινήτων με τρόμαξε. Μπήκα γρήγορα στο αυτοκίνητο κι έφυγα στο χωράφι της βραδύτητας. Ποτέ δεν παίζεις με τις παρανοΐκές ταχύτητες που αναπτύσσονται στην πίσσα του φόβου.
Ένας σκαντζόχοιρος κι εγώ.


2 Ιουλίου 2018

22 Ιουν 2018

Ένα τυχαίο γεγονός;


Αναλογίζομαι φορές τι χειρότερο θα έκανε η δεξιά, απ' ότι έκανε και συνεχίζει να κάνει ο Σύριζα. Πέρα από τις λεκτικές κοκορομαχίες, όλα τα υπόλοιπα είναι ίδια και χειρότερα. Ως γνωστόν η πράξη μετράει.Τ' άλλα έπεα πτερόεντα.
Είμαστε ένας λαός εγκλωβισμένος στη μετριότητα της μικροπολιτικής εδώ κσι χρόνια. Δίχως ανάστημα, χωρίς όραμα.
. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Ξέφτισαν όνειρα, ιδανικά μες τον ορυμαγδο που τα ρήμαξε όλα. Για τους νέους δεν υπάρχει πια εδώ.Μόνο αλλού. Δεν είχαμε το σθένος να αντιδράσουμε νωρίς. Τώρα είναι αργά, μας κατάπιε το σύστημα. " Εδώ κανείς δεν τραγουδά κανένας δεν χορεύει, ακούνε μόνο την πενιά και ο νους τους ταξιδεύει..."
Και δεν μιλάω για τους πλούσιους, ούτε για τους βολεμένους. Οι πρώτοι αρπάζουν τις μπουκιές των πεινασμένων και οι δεύτεροι μου ήταν πάντα αδιάφορoι και βαρετοί, σαν την άχαρη ζωή τους. Μιλάω για τα ανήσυχα μυαλά, αυτούς που ονειρεύτηκαν ένα καλύτερο κόσμο με ισονομία, αλληλεγγύη και δικαιοσύνη, Μιλάω για τους τρελούς και τους κατατρεγμένους, μιλάω για τους διαρκώς μεθυσμένους, τους πάντα ερωτευμένους. Αυτοί είναι και η μόνη ελπίδα. Απ' αυτούς θα γεννηθεί ο καινούριος κόσμος .Κάποτε τα σκουπίδια της δύσης, θα πάψουν να είναι το ψωμί των φτωχών λαών. Αυτή η τερατογέννηση οδηγεί στην καταστροφή. Ποιό τυχαίο ή σχεδιασμένο γεγονός θα τη σταματήσει;



22 Ιουνίου 2014

Μεταμεσονύκτιο


Νύχτες της αγρύπνιας
Του έρωτα και του πόνου
Ότι αγάπησα χάθηκε, μαζί και τ' όνειρο
Αποξηραμένο
κόκκινο τριαντάφυλλο στα χέρια μου ότι πέρασε
Το τρίβω δυνατά μες τις παλάμες μου
Άρωμα νοσταλγίας, φύλλα κι αγκάθια γίνονται σκόνη
Αίμα και σκόνη, λάσπη από πορφύρα οι νύχτες μου
Νύχτες της αρμύρας και της λησμονιάς
Ακούω την ανάσα σου, χιλιάδες ανάσες στον ανήφορο, άνθρωποι που προχωράμε μαζί
Φέγγουν τα μάτια μας την άναστρη νύχτα
Τίποτα δεν χάθηκε. Τ' όνειρο φωτίζει πάλι το σκοτάδι. Θα χαράξει το φως.
Μέρες της φύσης και της ομορφιάς. Μέρες του καλοκαιριού και της αγάπης.
Μας απομένουν οι μέρες που ακόμα δεν ζήσαμε.
Κοιμήσου τώρα. Μας περιμένει το απρόσμενο αύριο.


22 Ιουνίου 2018