6 Ιουλ 2018

Η γέφυρα


Είδα εργάτες να στρώνουν άσφαλτο καταμεσήμερο καλοκαιριού. Είδα άλλους να σκαλίζουν το χωράφι, ντάλα στον ήλιο. Είδα κι άλλους να τους φταίει η ζέστη του καλοκαιριού και το κρύο του χειμώνα. Είδα και μένα που δεν έχω τι να πώ, να λέω για τον καιρό. Ίσως φταίει το αιρκοντίσιον στο δροσερό γραφείο μου. Ίσως φταίει το χαμένο φεγγάρι, όταν κάνει πιο νύχτα τη νύχτα μου.
Είδα πόσο μακριά είναι οι θεωρίες μου απ' την πραγματικότητα και τρόμαξα. Πήρα μια σακούλα παγωμένες μπύρες και ήρθα στη γέφυρα. Μες τα πλατάνια, στις άσπρες πέτρες, στο νερό που κυλάει να συναντήσει τη θάλασσα. Ακούμπησα απ' τη μια άκρη της γέφυρας τη θεωρία μου κι απ την άλλη την πράξη μου. Στη μέση της γέφυρας οι μπύρες μου. Για την ώρα κόβω βόλτες απ' τη μια άκρη στην άλλη, πίνοντας μπύρα. Έχω μια σιγουριά σήμερα πως μετά τις πρώτες μπύρες η θεωρία μου και η πράξη θα σμίξουν.
Καρφάκι δεν μου καίγεται για τον υδράργυρο. Εγώ τις εποχές όλες τις αγαπώ. Άλλο θέλω σήμερα. Να γίνω ένα με τη γέφυρα. Να είμαι εγώ η γέφυρα κι από κάτω το ποτάμι.



6 Ιουλίου 2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου