18 Νοε 2018

Στο μικρό θέατρο


Ήταν κτισμένο στη πλαγιά ενός λόφου. Φτιαγμένο από πέτρα και ξύλο. Από αγάπη και τέχνη. Η πλακόστρωτη σκηνή έμοιαζε να αιωρείται κάπου ανάμεσα στον ουρανό και τη γη. Σχεδόν γεμάτο από ανθρώπους κάθε ηλικίας. Οι περισσότεροι βέβαια πάνω από πενήντα.
Ο ήλιος παρέδιδε στο φεγγάρι, που περίμενε σε μια γωνιά του ουρανού να φωτίσει τη νύχτα. Κάθομαι στη πρώτη σειρά, δίπλα στον φύλακα.
Στο κέντρο της σκηνής μια γυναίκα. Φοράει ένα άσπρο φόρεμα κι ένα χαμόγελο. Με κοιτάει. Την κοιτάω. Μου χαμογελά. Της χαμογελώ.
« Είμαι περίπου ένα χρόνο στην κοινότητα. Η απόφασή μου είναι να παραμείνω εδώ μαζί σας. Είμαι πια ένας άνθρωπος σαν εσάς. Αναγεννήθηκα κοντά σας, συνάντησα πάλι τον άνθρωπο που είχα χάσει πριν φτάσω ως εδώ. Ευχαριστώ εσάς που με αγκαλιάσατε και το θαύμα της φύσης. Είμαστε εδώ να υποδεχτούμε έναν καινούριο φίλο της κοινότητας. Σ' ένα χρόνο είμαι σίγουρη πως και αυτός θα παραμείνει μαζί μας. Αρνούμαστε το περιττό της ζωής, ζούμε ο ένας για τον άλλο, είμαστε ένα με τη φύση. Μοιραζόμαστε τα πάντα σαν να είμαστε ένας και παραμένουμε μοναδικοί, όπως οι ηθοποιοί στο έργο που θα ακολουθήσει. Όλοι μαζί για τη ζωή μας. Ας έρθει τώρα δίπλα μου ο νέος φίλος μας, να μας πει ότι νομίζει»
Ανέβηκα στη σκηνή. Με αγκάλιασε και με φίλησε. Στάθηκα δίπλα της. Κοίταζα λίγο σαν χαμένος, απέναντί μου είχα πάνω από εκατό ανθρώπους να με κοιτάζουν κι αυτοί. Ένοιωθα την τρυφερή ματιά τους πάνω μου.
« Έζησα μισό αιώνα και, στον κόσμο και στην εποχή που γεννήθηκα. Ένας κόσμος που συνέχεια υπόσχεται πως θα αλλάξει και ολοένα γίνεται χειρότερος. Οι μισοί κτίζουν και οι άλλοι μισοί γκρεμίζουν. Κατάλαβα νωρίς βέβαια, πως έτσι δεν πάμε πουθενά, αλλά πάλεψα, -όπως όλοι μας, να τον αλλάξω. Τελικά με άλλαξε αυτός. Μοιάζει αδίστακτος πια.
Η ενέργεια των ανθρώπων και η ζωή τους ξοδεύεται στην αυτοπροστασία και τον φόβο. Πάντα σας ονειρευόμουν. Ώσπου εκείνο το βράδυ σας είδα στον ύπνο μου. Το πρωί κίνησα να σας ψάχνω. Σας βρήκα. Υπάρχετε. Ενώ όλοι ισχυρίζονται πως είστε μια ουτοπία. Θέλω να ζήσω μαζί σας. Δέχομαι να μείνω εδώ και να παραμείνω για πάντα. Είμαι ενθουσιασμένος. Θα σας γνωρίσω με το χρόνο»
Αυτά τα λόγια μου βγήκαν. Κομπιάζοντας.
Η γυναίκα με πήρε απ΄ το χέρι. Πήγαμε στις θέσεις δίπλα στο φύλακα. Κάθισε δίπλα μου.
Το μοναδικό φως δίπλα στον πλάτανο άναψε. Η νύχτα έπεφτε.
Η παράσταση άρχιζε.



18 Νοεμβρίου 2018

8 Νοε 2018

Πράξη


"Εδώ οι άνθρωποι πράττουν, δεν χάνονται στα λόγια. Θα καταλάβεις", μου απάντησε ο φύλακας.
" Η υποδοχή σου στην κοινότητα θα γίνει όταν ο ήλιος βρεθεί στη κορυφή εκείνου του μακρινού βουνού. Το λέμε αυγό, επειδή είναι φαλακρό. Το καλοκαίρι είναι γεμάτο με ανθισμένο τσάι. Θα πάμε μαζί στο θέατρο που βρίσκεται σε κείνη τη μικρή πλαγιά". Μου έδειξε ένα χρυσοπράσινο λόφο περίπου ένα χιλιόμετρο απ' τα μάτια μας.
Ο ήλιος είχε ακόμα δρόμο κι εγώ χρόνο να επεξεργαστώ την πείνα και τις σκέψεις μου.
Πήρα ένα μικρό τηγάνι, έβαλα λίγο βούτυρο και άναψα το μοναδικό ηλεκτρικό μάτι της κουζίνας. Με δυό αυγά, λαχανίδες και τυρί έκανα την ωραιότερη ομελέτα.
Κάποιος άφησε πάνω στο τραπέζι ένα μικρό κίτρινο ραδιόφωνο. Το άνοιξα και έπιανε μόνο ένα σταθμό. Έπαιζε κλασική μουσική. Κάποια συμφωνία του Μπετόβεν. Μετά ακούγεται η νεανική φωνή κάποιας εκφωνήτριας. " Απόψε θα υποδεχτούμε έναν καινούριο φίλο στην κοινότητα. Στη συνέχεια η θεατρική ομάδα Πράξη, θα παίξει το Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω, του Ντάριο Φο". Αυτό ήταν όλο. Συνέχισε με μουσική για ένα βιολί.
Σκεπτόμουν την ώρα της υποδοχής. Τι θα πουν, τι θα πω;
Ποιοί είναι; Ποιός είμαι; Γιατί ήρθα εδώ;
Από την μισάνοιχτη πόρτα, μπήκε μια κάτασπρη γάτα.
Κοιταζόμαστε στα μάτια. Εδώ και ώρα!



8 Νοεμβρίου 2018

5 Νοε 2018

Κι όμως


Απέραντοι πλακόστρωτοι δρόμοι, όμορφα ξύλινα σπίτια, μεγάλοι κήποι με τριανταφυλλιές και ντάλιες, ακόμα λουλουδιασμένες. Νοέμβρης μήνας κι ένας ζεστός ήλιος έλουζε
ολόκληρη την περιοχή. Μια νέα γυναίκα άπλωνε ρούχα στην αυλή, τα μαλλιά της έπεφταν στην πλάτη της. Δυό άντρες μαστόρευαν πάνω σε μια σκεπή. Μια παρέα από μικρά παιδιά έπαιζε κρυφτό σ' ένα μικρό πάρκο. Ένα άσπρο άλογο, έκανε μόνο του βόλτα στο δρόμο. Δυο γάτες ερωτοτροπούσαν πάνω σε μια στίβα από ξύλα. Ένα μικρόσωμο μαύρο σκυλί με ακολουθούσε εδώ και ώρα, σε τούτη τη βόλτα της αναγνώρισης. Σκόρπιες φυσιολογικές εικόνες ζωής.
" Το απόγευμα η κοινότητα θα σε καλωσορίσει στο μικρό θεατράκι. Ως τότε μπορείς να περιπλανηθείς όπως εσύ θέλεις", μου είπε ο φύλακας που έμεινε σχεδόν δίπλα στο σπίτι που μένω προσωρινά.
Αυτό κάνω. Αναπνέω εικόνες, ακούω την ησυχία, περπατάω την ξενοιασιά της φύσης.
Φτάνω σε μια μικρή πλατεία. Μια πέτρινη βρύση, ένας μεγάλος πλάτανος, τρία ξύλινα παγκάκια πάνω σε όμορφα τοποθετημένες πλάκες. Ένας ηλικιωμένος άντρας με άσπρα μαλλιά και και μακριά γέννια κάθεται στο ένα παγκάκι. Διαβάζει τα "Εκατό χρόνια μοναξιάς" του Μαρκές. Λέω καλημέρα και απαντά με ένα χαμόγελο. Αρχίζω να νοιώθω περίεργα, όσους συνάντησα μόνο μου χαμογελάν. Τι συμβαίνει;
Ο φύλακας μόνο μου μίλησε!
Στην επιστροφή θα τον ρωτήσω.
Ένα μεγάλο κτήριο, από πέτρα και ξύλο. Βιβλιοθήκη, γράφει μια μικρή ξύλινη πινακίδα.
Οι απορίες μου είναι πολλές, η κοινότητα μεγάλη, η φύση φθινοπωρινή. Πως επικοινωνούν με τον κόσμο, αφού εγώ σαν αγρίμι μες τα βουνά, γκρεμοτσακίστηκα να φτάσω ως εδώ;
Κι όμως!


5 Νοεμβρίου 2018

3 Νοε 2018

Το χαμόγελο της πληρότητας


Στο ψυγείο υπήρχε γάλα, αυγά, μαρμελάδα, γιαούρτι, χυμός ρόδι, τραχανάς, ένα μεγάλο κομάτι μηλόπιτα, διάφορα φρούτα και λαχανικά. Στο ντουλάπι χωριάτικο ψωμί, μέλι, κουλούρια, φασόλια, φακές και άλλα τρόφιμα. Όλα σε πάνινες μικρές σακούλες με το όνομά τους, πουθενά πλαστικό.
Πεινούσα. Έκανα τραχανά. Γενιές ολόκληρες μεγάλωσαν με τραχανά. Εγώ δεν ήθελα βέβαια να μεγαλώσω, αλλά πεινούσα πολύ, έπρεπε να ανακτήσω δύναμη. Όπως μου εξήσησε ο φύλακας σχεδόν όλα τα
τρόφιμα παράγονται εδώ.
" Το μέρος που βρισκόμαστε είναι η πιο εύφορη ορεινή κοιλάδα στη γη. Λόγω της ιδιομορφίας της περιοχής καλλιεργούνται τα πάντα"
Έριξα μια ματιά στο μικρό βιβλίο με τους κανόνες της κοινότητας. Κάτι σαν το σύνταγμα μιας χώρας. Ήθελα όμως να δω με τα μάτια μου ότι είχα ακούσει για τούτη την μικρή μεγάλη κοινωνία ανθρώπων, ζώων και φυτών. Πως λειτουργεί μια άλλη ζωή, μακριά και αποκομμένη απ' τον υπόλοιπο κόσμο; Τι ενώνει τους ανθρώπους που ζουν εδώ; Ποια ακατανίκητη δύναμη κίνησε γη και ουρανό, να φτάσω ως εδώ; Γιατί κανένας δεν τους ψάχνει; Ποιό μυστικό αρμονίας και μακροζωίας υπάρχει;
Είναι σαν να εγκατέλειψα τον πολιτισμένο κόσμο, έτσι κι αλλιώς τον είχα γκρεμίσει από χρόνια και ήρθα σε μια πρωτόγονη εποχή; Ή μάλλον όχι;
Βγήκα έξω στον ήλιο. Μοσχοβόλαγε η ζωή. Συνάντησα τους πρώτους ανθρώπους. Έλεγα καλημέρα και μου χαμογελούσαν. Κανένας δεν έλεγε καλημέρα.
Όλοι χαμογελούσαν, με το αθώο χαμόγελο της πληρότητας..



3 Νοεμβρίου 2018