29 Αυγ 2018

Βραδιάζει


Καθαρός αυγουστιάτικος ουρανός. Δύει ο ήλιος και απλώνει μια άχνα ομορφιάς στα γύρω βουνά. Πονάει η ομορφιά, όσο και η ασχήμια. Η ησυχία της σιωπής και οι ανεπαίσθητοι ήχοι της φύσης με γαληνεύουν τούτο το βράδυ. Και τ' όνειρο. Το όνειρο φυγή. Απ' τη θλιβερή των ανθρώπων κοινωνία. Από τον άνθρωπο καταναλωτή, στον φυσικό άνθρωπο. Από τον ανθρωπο ανταγωνιστή, στον άνθρωπο της αλληλεγγύης με το χάρισμα της φύσης. Από τον άνθρωπο των αριθμών, στον άνθρωπο της συγκίνησης. Βραδιάζει όμορφα στο χωράφι, χωρίς φώτα νέον και τεχνικές ενέσεις, δίχως οθόνες ψεύτικες και άναρθες κραυγές. Χωρίς το ψέμα και τα φτιασίδια της πόλης. Βραδιάζει αθόρυβα να κοιμηθούν τα πουλιά, να ξεκουραστούν τα φύλλα των δέντρων.
Κανένα ανθρώπινο κατασκεύασμα δεν παραβγαίνει το θαύμα της φύσης. Ένα φεγγάρι φωτίζει όλη τη γη. Έχει βέβαια παρέα και τόσα αστέρια. Έτσι απλά θα ανάψουν σε λίγο, χωρίς να πατήσεις κανένα κουμπί. Εδώ ομορφαίνει η νύχτα των έμψυχων όντων. Εδώ γαληνεύει κι η ψυχή του ανθρώπου.


29 Αυγούστου 2018

23 Αυγ 2018

Τα βατόμουρα του Αυγούστου


Τρεμάμενη η γραμμή του Κόζιακα, παίζει με δυό μικρά άσπρα σύννεφα, τούτο το πρωινό του Αυγούστου. Τελειώνει ο μήνας και τα βατόμουρα έχουν την τιμητική τους, δίπλα στα κανάλια των χωραφιών. Βάτα και καλάμια στην εποχή τους.
Μια γιορτή για τις μοντέλες, αλλά και για την καλύτερη εξυπνάδα εδώ, αλλά και εκεί έξω, θα έδινε νόημα στα πεντανόστιμα φρουτάκια.
Και να μη μείνω έξω απ' τα βραβεία, μαζεύω μια χούφτα και αρχίζω να τα τρώω. Το χείλια και το σαγόνι μου μελάνιασαν. Έβαψα και το άσπρο μακό που φοράω. Βαριέμαι αφάνταστα να περιμένω, αν και πότε, τη γιορτή. Τα βατόμουρα είναι εδώ, καλογενομένα φρουτάκια του Αυγούστου.


23 Αυγούστου 2018

19 Αυγ 2018

Απόγευμα Κυριακής


Τα πρωινά όνειρα της Κυριακής εξατμίζονται τ' απογεύματα. Η θλίψη διαδέχεται τη χαρά του πρωινού. Απ' το τραπέζι του μεσημεριού μένουν κάτι αποφάγια για το σκύλο. Είναι και τούτο μια χαρά, να βλέπω το σκυλί να χαίρεται μαζί μου. Μένουν και οι δυό αράδες του Μουρακάμι, που πρόλαβα να διαβάσω το μεσημέρι. Ω τι κρίμα που θα φύγω κάποτε, δίχως να διαβάσω τα στοιβαγμένα βιβλία μου, να δω τον κόσμο ν' αλλάζει. Ω αξιοθρήνητη ζωή μου, χάθηκες μέσα στο λίγο, ονειρεύτηκες στο πολύ. Ίσως αν δεν ήξερες, όλα θα ήταν αλλιώς. Και η συναίσθηση πληγή είναι, απούλωτη. Θα κλείσει με το θάνατο. Το αίμα θα γίνει ένα φύλλο κόκκινο χαρτί. Να ζωγραφίζω με μαύρα γράμματα τη στάχτη μου.


19 Αυγούστου 2018

18 Αυγ 2018

Το χαμόγελο


Πράσινο τριφύλλι, μεγάλωσαν τα βαμβάκια, ωρίμασαν τα καλαμπόκια, τσαμπιά γενομένα αχλάδια στις αχλαδιές, τα σύκα αφράτα και γλυκά, τα ρόδα περιμένουν το Σεπτέμβρη. Μια συστάδα από δέντρα πανύψηλα δείχνει τον Πηνειό. Εδώ είναι η γη της επαγγελίας, μοσχοβολάει καρπούς ο Θεσσαλικός κάμπος. Αν και οι άνθρωποι χαμογελούσαν αισιοδοξία, εδώ θα διάλεγα να ζήσω. Απέραντος ο θόλος τ' ουρανού, χαμηλώνει στις κορφές των βουνών, στους βράχους στα Μετέωρα. Πάει να κρυφτεί πίσω απ' τον Κόζιακα ο ήλιος, να παραδώσει βάρδια στο φεγγάρι, να αλλάξει χρώματα η γης. Βραδιάζει ομορφιά ετούτη η ώρα. Εδώ θα διάλεγα να μείνω. Αν και οι άνθρωποι χαμογελούσαν το δικό σου χαμόγελο.


180 Αυγούστου 2018

15 Αυγ 2018

Τα πρόσωπα των ανθρώπων


Στο πρόσωπο του ανθρώπου διαβάζεις τον κόσμο. Κι αν ξεγελαστείς καμιά φορά θα καταλάβεις στον τρόπο που θα πει καλημέρα.
Ο τρόπος που θα σε πλησιάσει κι ο τρόπος που θα φύγει είναι μια μικρή ιστορία. Αν φοράει μάσκα, θα τη βγάλεις. Μ' ένα χαμόγελο.
Μετράς το μπόι του ανθρώπου στις μικρές κινήσεις του, οι μεγάλες είναι ύπουλες στην εποχή μας.
Στα πρόσωπα των ανθρώπων είναι ο κόσμος τους. Τόσο κοντά και τόσο μακριά ο ένας με τον άλλον.
Και στη σιωπή να περπατήσουμε θα καταλάβουμε. Με μια ματιά.
Στα πρόσωπα των ανθρώπων κατοικεί η ζωή τους.

15 Αυγούστου 2018

14 Αυγ 2018

Δωμάτιο με θέα τον Ασπροπόταμο


Τα ήσυχα μεσημέρια του καλοκαιριού έφτανε το βουητό του Αχελώου μέσα στο δωμάτιο. Άφηνα το βιβλίο του Θέμου Κορνάρου, τι απίθανες ζωγραφιές έγραφε, άνοιγα το παράθυρο και αγνάντευα το ποτάμι, όταν δεν ήμασταν μεγάλες καλοκαιρινές παρέες στα καζάνια, πάνω από δυό μέτρα βαθιά πράσινα νερά, κάτω από γέρικα πλατάνια.
Άνοιγα το παράθυρο και έβλεπα εκεί που έσμιγαν δυο ποτάμια, αγκαλιασμένα να συνεχίσουν ως το Μεσολόγγι. Νοητά ταξίδευα στη θάλασσα. Διέσχιζα κι εγώ μαζί με τον Αχελώο και τις νεράιδες του, ένα ατέλειωτο μυθικό τοπίο, ώσπου να φτάσουμε. Κολυμπούσα παρέα με τις πέστροφες, περνούσαμε κορμούς από δέντρα, κυλούσαμε πάνω σε άσπρες, ξέξασπρες πέτρες, ανάμεσα σε αναρρίχητα βουνά, άλλα γυμνά και πέτρα, άλλα γεμάτα έλατα και λιβάδια. Τι ευτυχία να είσαι Αχελώος, να ξέρεις που πας, αιώνια και ακατάπαυστα, νύχτα και μέρα, διαφανή κρυστάλινα νερά, να δίνεις τόση ζωή στα φυτά και στα δέντρα, στα πουλιά και στα ζώα, σε απλούς ανθρώπους του βουνού και της φύσης. Κι αυτοί να σε προσκυνούν σαν θεό, να πλάθουν μύθους, να σε κάνουν ένα με τον ουρανό, τον αέρα, τον ήλιο της μέρας και το φεγγάρι της νύχτας.Να σε καμαρώνουν τόσα αστέρια, να καίγονται κάποια και να σβήνουν μέσα σου. Εσύ ήξερες πάντα που πας, να ήξεραν και οι άνθρωποι που πάνε, τι πας να συναντήσεις, τα άλλα χρώματα της απεραντοσύνης, να καταθέσεις το δικό σου, δεν ένοιωσες ποτέ μόνος, ήξερες πως το σύμπαν σε περιμένει. Αέναο το ταξίδι του νερού, άπειρα χρώματα, απ' τη θαλασσινή πεδιάδα στα άσπρα γκρίζα μαύρα σύννεφα, ως τις σταγόνες της βροχής και ως το άσπρο χιόνι.
Σήμερα πάλι στο ίδιο δωμάτιο. Μια τεράστια καρυδιά μου έκρυβε τη θέα απ' το δωμάτιο. Τίποτα δεν μάγευε σήμερα τις σκέψεις μου όπως τότε.
Πήρα ένα μικρό πριόνι να κόψω μια μεγάλη καρυδιά. Φυσικά με πήρε χαμπάρι ο γείτονας και μ' έδιωξε. Δίκιο είχε κι αυτός, αλλά κι εγώ τι να του εξηγήσω. Έφυγα απ' τη Μεσοχώρα μες τη θλίψη. Βασικά έφυγα γιατί είχα δουλειά στην πόλη. Αλλά θα μπορούσε να είναι κι έτσι.



14 Αυγούστου 2018

12 Αυγ 2018

Νύχτα στο χωράφι


Έπιασα κουβέντα με τα δέντρα απόψε. Η αχλαδομηλιά με κέρασε τον καρπό της, η κυδωνιά μου έκανε παράπονα, τόσο μικρή και να σηκώνω τόσο μεγάλα κυδώνια, ο λωτός επίσης, έλεγε πως τον ξεχνάω, η συκιά όλο χαρές ήταν μόλις την πότισα, η μηλιά καμάρωνε για τα πολλά μήλα της, οι μικρές κερασιές έπαιζαν με τα φύλλα τους στο βραδυνό αεράκι. Χόρευαν οι ροδιές με τ'αστέρια το βάλς του Δούναβη, χέρι χερι έκοβαν βόλτες ανάλαφρες οι δυό κορομηλιές, αυτές ξένοιασαν νωρίς με τα βάσανα, σκεφτική η αμυγδαλιά κάτι την αρωσταίνει, ανέμελα παιδιά έπαιζαν μεταξύ τους οι φουντουκιές, βαριές και ασήκωτες οι καρυδιές, έλα σε μένα φώναζε το gigo biloba, μάζεψε τα φυλλαράκια μου να ηρεμήσεις, μην αφήνεις τας οπώρας να σε ζαλίζουν. Τας οπώρας, άκου το ĝigo.
Νύχτωσε, έπεσε βαθύ σκοτάδι, δεν έχει φεγγάρι απόψε. Πέρα μακρυά ένα δαχτυλίδι αχνό φως ο ορίζοντας. Ένοιωθα στο κέντρο της γης. Πάνω στα βουνά τρεμοσβήναν μικρά χωριά σκαρφαλωμένα. Κατέβαινε δροσερό αεράκι απ' τον Κόζιακα, ήμουν σχεδόν ευτυχισμένος. Τότε νόμισα πως άκουσα μια φωνή απόκοσμη, υπόγεια, βραχνό δυνατό ψίθυρο. Ανατρίχιασα ολόκληρος. Το κεφάλι μου έγινε συμπαγής μάζα, τα πόδια μου κόπηκαν στα δυό, δεν είχα χέρια. Ξάπλωσα στο γρασίδι και μέτραγα τ' αστέρια. Συνήλθα. Είχα καιρό να φοβηθώ. Θύμωσα. Θεωρούσα πως δεν φοβάμαι το σκοτάδι. Και τότε ήρθε η φαεινή ιδέα. Θα το νικήσω, είπα. Φεύγοντας σταμάτησα στο νεκροταφείο του διπλανού χωριού. Άκρα του τάφου σιωπή. Μόνο τα καντηλάκια αναμμένα. Μπήκα μέσα. Κάθησα πάνω σ' έναν τάφο και μίλαγα στο νεκρό. Στην ηλικία μου πέθανε. Όταν συνάντησα το απόλυτο σκοτάδι δεν φοβήθηκα. Ένα πρόβλημα το νικάς όταν σκεφτείς ένα μεγαλύτερο. Το ίδιο και με το φόβο. Τα σκοτάδια αν δεν τα φωτίσεις σε δαγκώνουν, αφήνουν πληγές.
Αύριο θα γελάω στο φως της μέρας, στη ζέστη του μεσημεριού, κάτω απ' τα μεγάλα φύλλα της παυλώνιας.
Θα της πω με τρόπο τι συνέβη απόψε. Γιατί μαζί της περνάω τις στιγμές της ξεκούρασης. Θα καταλάβω αν ήταν αυτή που θέλησε να με δοκιμάσει. Φταίω κι εγώ βέβαια όταν της λέω, μιλάς κι εσύ που δεν κάνεις καρπούς!


12 Αυγούστου 2018

11 Αυγ 2018

Διακοπές στο σπίτι


Ήταν παλιά μια Κυριακή που έμεινα μόνος στο σπίτι. Όχι δεν μπήκαν κλέφτες, ούτε έγινα ήρωας σε ταινία. Απ' το πρωί ως το βράδυ διάβασα τον Αλέξη Ζορμπά. Μια μέρα που τη θυμάμαι έντονα και ανεξίτηλα, είχα χαθεί σ' έναν άλλο κόσμο απ' αυτόν που ζούσα. Ήταν Αύγουστος και καλοκαίρι, ήμουν δεν ήμουν είκοσι χρονών. Δεν σήκωνα κεφάλι απ' το βιβλίο. Μόνο το δίπλωνα με το μολύβι των σημειώσεων, για να βυθιστώ ακόμα περισσότερο στη σκέψη μου. Σ' ένα μπολ είχα σταφύλια, όταν πείναγα έτρωγα μια ρόγα. Ποιος νοιάζεται για το φαί όταν είναι νέος και χαράζει τους δρόμους του ονείρου;
Κι άλλα βιβλία ως τότε με συγκλόνισαν, αλλά ετούτο με χαράκωνε κάθε αράδα του. Νόμισα εκείνη τη μέρα ότι θα έστιβα τον κόσμο να τον πιω. Όχι είναι νωρίς ακόμα να αφήσεις και μια μέρα απ' τη μικρή ζωή σου να πάει χαμένη. Δουλευταράς, φαγάς, πιότης, γυναικάς, λεύτερη πλατιά ψυχή, όπως τον μυθοποιεί ο Καζαντζάκης, τραγούδαγε, χόρευε, γλένταγε τη ζωή και εκείνη του χαρίζονταν.
Μια μέρα του Αυγούστου
σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά. Μόνος στο σπίτι πάλι. Είπα δεν κάνω τίποτα άλλο παρά θα σκέφτομαι μόνο. Η δημιουργική μοναξιά είναι πολυτέλεια στην εποχή του κορναρίσματος. Ναι, υπήρξαν διακοπές που βαρέθηκα με τόση καθημερινή αλαφράδα.
Κόβω βόλτες μέσα στο σπίτι. Κοιτάω τις βιβλιοθήκες, ολόκληρη ζωή. Αντί για σταφύλι, καρπούζι σήμερα. Να φτύνω τα μαύρα σπόρια που περικυκλώνουν την κατακόκινη καρδιά του. Είναι κι αυτό μια κάποια εκδίκηση. Ούτε θυμός, ούτε οργή πια. Έργα. Όπως ο Παναγούλης στο Ένας άντρας, της Φαλάτσι.
Ονειρευτήκαμε πολύ και ξεχάσαμε να ζήσουμε, σκεφτήκαμε πολύ και μείναμε αναποφάσιστοι, δοθήκαμε και χαθήκαμε.
Αγαπήσαμε γυναίκες που δεν μας αγάπησαν κι άλλες που μας αγάπησαν αδιαφορήσαμε. Και μόνο όταν πίνουμε πάμε αλλού για λίγο, εκεί που θα έπρεπε να είμαστε πάντα. Διαβάσαμε μέτρια βιβλία και ξεχάσαμε τα σημαντικά. Λυπητερά τα τραγούδια μας, πάνε αργά τα βήματα στους χορούς της ζωής μας.
Όχι, δεν ήταν έτσι ο Ζορμπάς. Δεν ζούσε για τις διακοπές. Κάθε μέρα, για τη ζωή ζούσε.


11 Αυγούστου 2018

10 Αυγ 2018

Μεσάνυχτα και κάτι


Απολογισμός μέρας. Ήσυχα, απλά, είναι αργά, κοιμούνται τα πουλιά. Το σκυλί κοιμάται δίπλα μου, φύλακας της αγάπης πιστός. Το ρολόι της εκκλησίας μόλις χτύπησε δώδεκα φορές. Το σκυλί ξύπνησε. Κοιτάει γύρω του απορρημένο. Κάπου μακριά ένα άλλο γαυγίζει. Ατάραχος ο δικός μου ξανακοιμάται. Ακούγεται ένα τριζόνι στον κήπο. Και η εξάτμιση μιας μηχανής στο δρόμο. Ο σκύλος γαυγίζει θυμωμένα.
Τη νύχτα οι άνθρωποι κάνουν φασαρία. Και τα νυχτοπούλια με άναρθες κραυγές.
Προσπαθώ να κάνω απολογισμό της μέρας. Το πάω γύρω γύρω.
Τι απολογισμό να κάνεις στο τίποτα;


10 Αυγούστου 2018

9 Αυγ 2018

Μέσα από Σένα


Τις καλοκαιρινές νύχτες παρατηρώ ώρες ολόκληρες τα αεροπλάνα.
Σαν μεγάλα αστέρια πετούν απ' την μια άκρη του ουρανού στην άλλη. Και μετά χάνονται.
Μόνο εσύ δεν σβήνεις το φως, να κοιμηθώ. Πάντα εκεί, το πιο λαμπερό αστέρι στη γωνιά του ουρανού. 
Τα καλοκαίρια δεν κοιμάμαι ποτέ, ταξιδεύω στην απεραντοσύνη του κόσμου.
Μέσα από Σένα.


9 Αυγούστου 2018

8 Αυγ 2018

Περί νόμων και παρα-νόμων


Τα σωστά δια γυμνού οφθαλμού που δεν εφαρμόζονται, π.χ αυθαίρετα και νόμοι του συμφέρειν που εφαρμόζονται π.χ μισθοί και προνόμια βουλευτών και άλλων αξιωματούχων. Και πότε; Στη χειρότερη μεταπολεμική περίοδο που βιώνει η χώρα. Όταν εδώ και δέκα χρόνια περνάμε μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που όλα κρίνονται διαφορετικά.
Το ελάχιστο χρέος μιας κυβέρνησης θα ήταν να μην κόβει π.χ την σύνταξη των 430 σε 400 και των 2800 σε 1700. Είναι ανήθικο. Και πάνω απ' τους νόμους είναι η ηθική.
Αυτό το λένε βια της εξουσίας και ως γνωστόν η βία γεννάει βια, και ότι πάει να κτιστεί γκρεμίζεται πάλι. Μια κοινωνία που σιγοβράζει μετά τα τρία χρόνια υπομονής και του περίμενε μήπως.
Το περίμενε τελείωσε για τον Σύριζα. Από Σεπτέμβρη θα ανάψουν πολλές φωτιές. Και θα χρεωθεί το καμία ελπίδα πια στο λαό. Θα ξαναστείλει αρκετούς στου χάρου τα δόντια, άλλους στο σπίτι τους, πολλούς στο γαμηθείτε όλοι και αυτόν εκεί που ήταν, όταν έλεγε υπάρχει ελπίδα. Και μη μας πει σας έβγαλα απ' τα μνημόνια, με τόσα θύματα. Ατέλειωτα τα θύματα και καθημερινά, αυτού του πολέμου. Που είδα τον πόλεμο; Μα έτσι γίνονται οι πόλεμοι στην εποχή μας. Επειδή οι νεκροί δεν έχουν σφαίρα στο σώμα; Μα αφού διαλύονται ύπουλα μυαλά, καρδιές, σκέψη, όνειρα, δουλειές, σπίτια.
Τι δεν καταλαβαίνουμε;
υ.γ το παράδειγμα με τις συντάξεις είναι από γνωστά μου πρόσωπα. Ο πρώτος αγρότης και ο δεύτερος τραπεζικός γύρω στα εξήντα. Ήθελα να τονίσω το παιχνίδι. Τεράστιες αποκλίσεις παροχών ανάλογα με τα συμφεροντα. Πριν τον Σύριζα αυτά. Τώρα δεν ξέρω πως είναι. Σε οκτώ χρόνια θα ξέρω.
Έγραψα αυτό το υ.γ. γιατι θεωρώ καμία σύνταξη απ' το όριο επιβίωσης και κάτω δεν έπρεπε να πειράξουν. Στους ορόφους γίνονταν και γίνεται πάρτι. Αλλά αυτό θέλει άλλα κριτήρια, όχι πάντως του Σύριζα.

8 Αυγούστου 2018

7 Αυγ 2018

Νυχτερινές σκέψεις του κήπου


Οι περισσότεροι που διαβάζουν και γράφουν έχουν την οικονομική άνεση του ευ ζην και κατ' επέκταση του χρόνου. Η γενιά του 60 π.χ ήταν όλοι βολεμένοι οικονομικά αστοί. Και σήμερα στην χώρα μας με τον μικρό πληθυσμό και το ελάχιστο αναγνωστικό κοινό το ίδιο συμβαίνει. Μετρημένοι ζουν απ' τα βιβλία τους. Ανάλογα συμβαίνει και με τους αναγνώστες. Προέχει ο βιοπορισμός και ακολουθεί η τέχνη, πόσο μάλλον το διάβασμα που απαιτεί και χρόνο και εγρήγορση της σκέψης. Φυσικά δεν μιλάμε για Άρλεκιν και κυρίες των βορείων προαστίων. Για αξιοπρεπή αναγνώσματα λέμε.
Βέβαια υπάρχουν και αυτοί οι πλούσιοι ή νεόπλουτοι που ούτε την στοιχειώδη αναγνωστική παιδεία έχουν, αλλά και αλλιώς μετράνε τη ζωή. Με αριθμούς.
Εκεί πάνω, στον ξεπεσμό της νεοελληνικής κοινωνίας πατάνε οι πολιτικάντηδες και παίζουν το παιχνίδι τους, αυτό είναι και το γήπεδο των καναλιών να σερβίρουν τόση σαβούρα. Και το γαιτανάκι συνεχίζεται. Κόμματα, κομματάκια, ομάδες, ομαδούλες, παπαγάλοι και παπαγαλάκια. Ο σκεπτόμενος άνθρωπος πουθενά. Χαμένος στις ετικέτες της μάζας. Μεγάλη αγορά οι μάζες.
Και μετά μιλάμε για Δημοκρατία! Ποιά Δημοκρατία; Αυτή δεν υφίσταται με κατασκευασμένες μάζες, δίχως τον σκεπτόμενο άνθρωπο. Συμφεροντοκρατία ναί!



7 Αυγούστου 2018

6 Αυγ 2018

Μεσημέρι Αυγούστου


Τα ρόδα μεγάλα πράσινα, τον Σεπτέμβρη θα πάρουν το χρώμα που σ' αρέσει. Και του χυμού τη γεύση.
Οι τριανταφυλλιές γεμάτες τριαντάφυλλα, έψαξα ένα κατακόκινο μπουμπούκι για σένα. Εκείνο που δεν σου χάρισα εκείνη τη μέρα.
Το χορτάρι μεγάλωσε ξανά στον κήπο. Πίνω καφέ και καπνίζω στην αυλή. Ελαφρύ δροσερό αερακι ανεμίζει και μένα, μαζί με τα φύλλα των δέντρων.
Η πόλη είναι άδεια, το είδα όταν πήγα για καφέ. Ναι τα καφέ ανοιχτά είναι πάντα, ο κόσμος μόνο αυτά έχει ανάγκη. Και τα φαρμακεία. Γέμισε η πόλη φαρμακεία.
Απ' το πρωί είμαι ακίνητος. Σήμερα ήταν ευκαιρία, να ζωγραφίσεις το πορτραίτο μου που λες κάθε φορά. Και να μου αδειάσεις το τασάκι, έτσι μια φορά. Βαριέμαι, όλα τα βαριέμαι. Δίπλα μου έχω τα ερωτικά του Νερούντα, μια σταλίτσα βιβλίο. Εξ' άλλου διαβάζω τόσα ποιήματα στο κινητό που νομίζω πως δεν θέλω άλλα. Άλλοι γράφουν, άλλοι αντιγράφουν, χωρίς ποιήματα δεν προχωράει τίποτα φαίνεται. Δεν τα καταλαβαίνω όλα, αλλά αρκεί που ξέρει ο ποιητής. Κάποιες φορές νοιώθω αργόστροφος, παρηγοριέμαι όμως γιατί δεν είχα ποτέ το χρόνο να εντρυφήσω στα βάθη της ποίησης. Φαντάζομαι πόση ποίηση έχουν διαβάσει όσοι γράφουν ποιήματα!
Στα πόδια μου παίζει ένα γατάκι της γειτονιάς. Κυνηγάει μια σαγιονάρα. Είναι χαριτωμένο, όπως όλα τα γατάκια. Ήρθε πάνω μου, δεν μ' αφήνει να γράψω. Παίξε μαζί μου, λέει. Μπορεί να έχει δίκιο.
Ούτε ειδήσεις άκουσα σήμερα. Αύγουστος μήνας. Κι όμως ο απολογισμός είναι τραγικός.
Φοβάμαι όλα αυτά που συμβαίνουν. Κάτι που μοιάζει με ηφαίστειο
Ας αφήσουμε αυτά για τον Σεπτέμβρη.
Μυρίζω το τριαντάφυλλο στο ποτήρι. Μοσχοβολάει μεσημέρι Αυγούστου.



6 Αυγούστου 2018

4 Αυγ 2018

Ο δρόμος της ανηφόρας


Πάει χάθηκε η ζωή μας στο μεροδούλι μεροφάι. Ανέγκιχτα τα βιβλία στη βιβλιοθήκη, έπαψαν οι αγαπημένες μουσικές, λευκές κόλες χαρτί απέμειναν οι σκέψεις μας.
Πάει χάθηκε η ζωή μας, μαζί με αδικοχαμένους ανθρώπους, με τα καμένα δάση και τους πλημυρισμένους κήπους.
Πάει χάθηκε η ζωή μας, μες τις παγίδες της πόλης τσακίστηκαν τα φτερά μας, μαζί με τόσα όνειρα.
Πάει χάθηκε η ζωή μας μέσα σε άνοστες θεωρίες, μέσα στα τόσα ψέματα.
Πάει χάθηκε η ζωή μας, τα παιδιά μας τα εξορίζουν και μεις ανήμποροι θεατές.
Πάει χάθηκε η ζωή μας μες στα γκρεμισμένα σπίτια μας, μες σε βουνά από σκουπίδια.
Τίποτα δεν χάθηκε. Έχω τα λαμπερά σου μάτια, το πρωινό σου χαμόγελο, έχω την ανάσα σου. Έχεις τα δικά μου.
Τίποτα δεν χάθηκε μεγαλώνουν καινούρια δέντρα, δες ένα νέο φυλλαράκι πάνω στον καμένο κορμό, άκου το κλάμα ενός παιδιού που μόλις γεννήθηκε. Δεν χάθηκαν τα βιβλία που διαβάσαμε, έγιναν δύναμη να αντέξουμε τον πόλεμο, τα τραγούδια που αγαπήσαμε κυλάνε στο αίμα μας, δες τις ζωγραφιές στους τοίχους, χορεύουν για μας.
Χτες νομίζαμε πως χάθηκαν όλα. Όλα κερδήθηκαν σήμερα.
Όλα χάθηκαν, τίποτα δεν χάθηκε. Μας απομένει ο πλούτος της ζωής.
Αυτοί είναι από νωρίς χαμένοι, τους θρέφει ο πόλεμος. Τι πιο όμορφο από την ανηφόρα στο βουνό. Όταν φτάσεις στη κορυφή, πόσο αστεία μοιάζουν όλα στη γη!




4 Αυγούστου 2018

3 Αυγ 2018

Ένα παράξενο καλοκαίρι


Βρέχει ήρεμα, απαλά η βροχή χαιδεύει το χώμα. Κι αυτό ευωδιάζει ένα μοναδικό δικό του άρωμα. Η μάνα φύση δείχνει την αγάπη της με μύριους τρόπους. Με τόσα που υποφέρει παραμένει μάνα. Όταν θυμώνει όμως, αγριεύει θανάσιμα. Και μετά ξανά ημερεύει. Με μια καλοκαιρινή βροχούλα, με έναν έναστρο ουρανό, με μια γαλήνια θάλασσα. Ετούτο το καλοκαίρι άστραψε και βρόντηξε. Δεν ήταν καμπανάκι, ήταν άγριο θηρίο, αρκούδα που της κλέβουν το παιδί. Αν δεν πειράξεις την αρκούδά δεν σε πειράζει. Αν όμως, σε κατασπάραξε.
Δεν είναι το κοράκι του Πόε. Ένα κοπάδι κοράκια κράζουν τώρα στον ουρανό. Σώπησαν όλα τα άλλα πουλιά. Ουρλιάζω κι εγώ απ' τη γη. Σκάστε επιτέλους.
Η βροχή σταμάτησε. Όλη η ομορφιά χάθηκε. Πόσο υμνητικά όμορφα ξεκίνησε αυτό το κείμενο, τελειώνει με μια μαύρη απειλή, με κατάμαυρα κοράκια πάνω απ' τα κεφάλια μας.
Αν δεν μεταμορφωθούν τα κοράκια της γης, πάντα ότι όμορφο πάει να γίνει θα σκοτώνεται.
Θα απομένει μια κραυγή, όπως ετούτο το παράξενο καλοκαίρι


3 Αυγούστου 2018