25 Νοε 2022

"Κι Εσύ να λείπεις"

 Αναπάντεχα, ξαφνικά τα νέα

Του θανάτου

Μαχαίρια κοφτερά ο δρόμος

Μας

Φεύγουν οι φίλοι μας 

Κομμάτια της ζωής μας

Φεύγουμε κι εμείς

Αναλαμπή η γέννηση

Ο έρωτας

Ο θάνατος

Και μετά το σκοτάδι

Ήταν τα μάτια σου φως

Το χαμόγελό σου

Η σκέψη σου ήταν φως

Πέρναγες κι άνθιζαν  

Λουλούδια

Εσύ για Όλα

Εσύ για Όλους

Εσύ το Δίκιο, Εσύ η Ειρήνη

Το τραγούδι σου

Η ζωή να κυλάει 

"Κι Εσύ να λείπεις"





20 Νοε 2022

Μόνο νύχτα

Κυριακή σήμερα,  σκόρπια σύννεφα, λίγη βροχή, ζεστή υγρασία, είπα το πρωΐ δεν κάνω τίποτα, μόνο θα παρακολουθώ, νόμιμα και παράνομα, ηθικά και ανήθικα, πήρα τα γιαλιά μου, ένα μεγεθυντικό φακό, τα κιάλια και πήγα στο χωράφι, στο δρόμο παρακολουθούσα τα πάντα, βενζινάδικα, περιβόλια, παρατημένα κιόσκια του καλοκαιριού, θερμοκήπια του χειμώνα, αδέσποτα σκυλιά, απρόσεκτες γάτες που πάνε να περάσουν το δρόμο, το θολό ποτάμι του Πηνειού, αγελάδες με πουα χρώματα, λωτούς φορτωμένους σε αυλές των σπιτιών, χρώματα στα κάγκελα κάθε αυλής, γυμνά αμπέλια, κίτρινα φύλλα στον αέρα και στη γη, δεν άφηνα να μου ξεφύγει τίποτα, όταν έφτασα στο χωράφι επεξεργάστηκα για λίγο το υλικό του δρόμου και άρχισα να παρακολουθώ  τα δέντρα, τα κοράκια, μαύρα κοράκια κοπάδια πετούσαν χαμηλά, η Λίζα γαύγιζε, μετά άρχισα να παρακολουθώ τη Λίζα, η Λίζα είναι πιστή μου το ξέρω, αλλά καμιά φορά δεν ξέρεις, που πάει, τι κάνει όταν εξαφανίζεται, που πάει όταν χώνεται μες τα βάτα, χώθηκα κι εγώ σήμερα, γρατζουνίστηκα, έσταζα αίμα, άρχισα να υποψιάζομαι, να νοιώθω ανασφάλεια, φαντάσου να σε προδώσει ακόμα και το σκυλί σου, παρακολουθούσα τα μάτια της, το στόμα της, τ' αυτιά της, όσο την παρακολουθούσα ανέβασα πυρετό, άρχισα να μετράω τα δέντρα, μπέρδευα το σύνολο, όλα ήταν στη θέση τους, αν ήταν πρόβατα πως θα ήξερα πόσα είναι, θα έπρεπε να τα παρακολουθώ κάθε μέρα, δεν κάνω εγώ για τσοπάνης έλεγα,  μετά παρακολουθούσα τα μαύρα σύννεφα, ήταν και άσπρα στον ουρανό, μετά έγιναν όλα μαύρα, άρχισε να αστράφτει, να μπουμπουνίζει, - μέτρησα πάνω από εκατό κεραυνούς, βρέχει δυνατά τώρα, νύχτωσε, έγινα μούσκεμα, έφυγα απ' το χωράφι, στο δρόμο του γυρισμού ούτε ένα αστέρι, μόνο νύχτα, νύχτα και δυνατή βροχή.

Έψαξα μια φωτογραφία με καθαρό ουρανό, βρήκα αλλά στην κορυφή του βουνού, έχει πολύ ανηφόρα ως εκεί. 



14 Νοε 2022

Ο μαϊδανός


Τελικά ο μαϊδανος φύτρωσε. Ήταν η τρίτη φορά που έσπειρα φέτος, την πρώτη τον έφαγαν τα μυρμήγκια, έτσι μου είπε ο γεωπόνος, την δεύτερη φύτρωσε μαρούλι, μπερδέψαμε τους σπόρους φαίνεται, την τρίτη είναι μαϊδανός.  Κήπος χωρίς μαϊδανό δεν νοείται, δεν λέω μπορείς να βρεις στην αγορά, η χώρα μας έχει μπόλικους, αλλά γιατί να μην έχουμε τον δικό μας. 

Ο μαϊδανός φυτεύεται και σε γλάστρα, ο καθένας μπορεί να έχει στο μπαλκόνι του.

Ο μαϊδανός πάει παντού,  στα κεφτεδάκια, στις σαλάτες, στην τηλεόραση..  Τελευταία βέβαια στην τηλεόραση μιλάνε για τα πράσα, "πιάστηκε στα πράσα" λένε, για τον μαϊδανό κουβέντα. Σήμερα έβλεπα το καλάθι του νοικοκυριού, ούτε εκεί τον είχαν. Ούτε η γίδα ήταν στο καλάθι, απορώ πως ένα ζώο που φέτος μιλάει όλη η Ελλάδα, δεν  μπήκε στο καλάθι. Μετά πως να μην πιαστεί με τη γίδα στη πλάτη. Θυμάμαι τα αγριόγιδα στα βουνά της Κρήτης, κάποτε θα γίνουν διάσημα έλεγα.  Χα, χα, έλεγαν, τώρα όλος ο κόσμος μιλάει για την Ελληνική γίδα. Ας φροντίσουμε να την κατοχυρώσουμε όπως τη φέτα.  Πάλι θα μας αντιγράψουν. Από τότε που ο πρωθυπουργός έχει άριστες ιδέες οι Ευρωπαίοι τον αντιγράφουν, ενώ ξέρουμε ότι ήταν δικιά του ιδέα, τα εμβόλια, το πλαφόν στην ενέργεια, φαίνεται βέβαιο πως όλοι τώρα θα τον ρωτάνε πως τα κατάφερε να παρακολουθεί τα πάντα. Με καμάρι και χαμόγελο τους απαντάει, την δουλειά μου κάνω. 

Τέλος πάντων, για τον μαϊδανό ήθελα να γράψω, ευτυχώς που πάει με όλα και δεν ξέφυγα... 




7 Νοε 2022

Το άδειο καλάθι


Τον είδα γερμένο,  απελπισμένο, κουρασμένο από χρόνια, γύρω στα εξήντα.

Φορτωμένος ένα μεγάλο καλάθι, το έδεσε πάνω του και περπάταγε πρωΐ πρωΐ την οδό αβεβαιότητας. Τον ακολουθούσε ο σκύλος του. 

Ο ήλιος μόλις έβγαινε να διώξει την πάχνη του Νοέμβρη, η πόλη κοιμόταν.

Εικόνα βγαλμένη απ' το "Χωρίς Οικογένεια" του Μαλό.

Τελευταία είχε παραιτηθεί, τα γένια του μεγάλωσαν, τα ρούχα του πάλιωσαν, κάποτε ήταν νοικοκύρης. Τον ήξερα χρόνια, ζούσαμε στην ίδια γειτονιά. 

Η κατάρρευση του Αντώνη άρχισε  με τη χρεωκοπία της χώρας, έκλεισε το μαγαζί με τα βιολογικά, τα παιδιά του έφυγαν στην Σουηδία, η γυναίκα του πέθανε από καρκίνο. 

Τον συναντούσα πολλές φορές στο Λυχνάρι, διάβαζε πολύ. 

~ Που πας χαράματα Αντώνη, φορτωμένος; 

~Άδειο είναι,  ότι απόμεινε στη ζωή μου, ένα άδειο καλάθι. Φεύγω, πάω στο βουνό  υπάρχει ένα μικρό σπιτάκι του πατέρα μου θα το συγυρίσω και θα μείνω εκεί, όσο πάει πια. Δεν αντέχω άλλο τον τεκέ της πόλης, είναι μια χαμένη ιστορία. Γεια χαρά.. κι έφυγε με τα βήματα της απογοήτευσης. 

Από το πρωί δεν έφυγε η εικόνα αυτή απ' το νου μου, - φυλακισμένος στον υπολογιστή της τράπεζας που δουλεύω, αύριο δηλώνω παραίτηση.  

Το καλάθι του μυαλού μου είναι άδειο. Δεν καταλαβαίνω πια τίποτα στις λεωφόρους που ζούμε. 







1 Νοε 2022

Κάποτε ήταν κι αυτός

 


Προσπαθούσε να ισορροπήσει ανάμεσα στη λύπη και στη χαρά, ανάμεσα στην ανέχεια και τ' όνειρο. Μιά στο θεό και μιά στην κόλαση η ζωή του. Ούτε η ζέστη, ούτε το κρύο υποφέρεται, ούτε η ζωή, ούτε ο θάνατος.

Μέρες ίδιες κι απαράλλαχτες, η επιβίωση.

Νέος ήθελε να ταξιδέψει, να διαβάσει, να περνάει τα βράδυα με φίλους συζητώντας για σινεμά και μουσικές, να δώσει και να πάρει ζωή. Τη μέρα να δουλεύει, η χαρά της δημιουργίας, για μια καλύτερη κοινωνία πολιτών για ένα πιο δίκαιο κόσμο με κριτική σκέψη και ελεύθερες επιλογές. Διάβαζε τον Ζορμπά και ήθελε να του μοιάσει. 

Τώρα μετράει τη ζωή του πάνω στους στίχους του Σεφέρη "Λυπούμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι

μέσα από τα δάχτυλά μου

χωρίς να πιω ούτε μια στάλα.

Τώρα βυθίζομαι στην πέτρα.

Ένα μικρό πεύκο στο κόκκινο χώμα,

δεν έχω άλλη συντροφιά.

Ό,τι αγάπησα χάθηκε μαζί με τα σπίτια

που ήταν καινούργια το περασμένο καλοκαίρι

και γκρέμισαν με τον αγέρα του φθινοπώρου."

 Τα όνειρα πάλιωσαν, η ζωή στένεψε,  αντί για ειρήνη ο πόλεμος, αντί για δίκιο ο σώζων εαυτόν σωθήτω. 

Κοιτάει τις λεύκες του Φθινοπώρου και αναπολεί τα χρόνια που έφυγαν σαν μονοετή φυτά. 

Του μένει όμως ο εαυτός του παιδί, τα μάτια των νέων, κάποτε ήταν κι αυτός.