29 Σεπ 2018

Του Δούναβη


Φθινοπωρινά σύννεφα στην άκρη του καλοκαιριού, κρύβουν τα μυστικά του ήλιου. Είναι ο καιρός που αγαπάς. Φόρα το σιέλ πουλόβερ στους ώμους και πάμε να περπατήσουμε δίπλα στη θάλασσα. Είναι η πιο όμορφη εποχή, τόσα χρόνια μαζί. Πήρα ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί. Απόψε θα χορέψουμε το αγαπημένο μας βαλς, πάνω στην άμμο. Εσύ, εγώ και τα κύματα. Του Δούναβη.


29 Σεπτεμβρίου 2018

27 Σεπ 2018

Παραίσθηση


Καθισμένοι σ' ένα παγκάκι της προκυμαίας, με την Ηρώ, απολαμβάνουμε τις τελευταίες ζεστές μέρες του καλοκαιριού. Ελαφρό αεράκι ανασήκωνε μικρά κύματα στη θάλασσα. Ξαφνικά νοιώθω να κινείται όλη η προκυμαία και ο Αη Γιάννης, μέσα στη θάλασσα. Ταξίδεύαμε όλοι μαζί μεσοπέλαγα. Κοιτώντας γύρω μου έμοιαζαν όλα φυσιολογικά. Άνθρωποι, αυτοκίνητα, κτίρια. Στα cafe συζητούσαν λες και δεν συνέβαινε τίποτα. Μόνο εγώ ένοιωθα να ζαλίζομαι, λες και βυθίζεται όλη η χώρα.
Τι σου συμβαίνει; με ρωτάει η Ηρώ. Αντί για απάντηση, πέφτω με τα ρούχα στη θάλασσα και αρχίζω να κολυμπάω με απλωτές κινήσεις. Δίπλα μου μια βάρκα με άσπρα πανιά αρμένιζε αμέριμνη. Τόπος διακοπών, λογικό. Κολυμπούσα όσο πιό γρήγορα λες και με κυνηγούσε κάποιος. Δυό δελφίνια που έπαιζαν τα πέρασα για καρχαρίες. Επιτάχυνα περισσότερο. Ένοιωθα να καίω μες το δροσερό νερό και το κυματιστό αεράκι. Κολύμπησα πάνω από δέκα μίλια, εξαντλήθηκα. Τότε στάθηκα τυχερός. Ένας μεγάλος βράχος, ένα μικρό νησί, βρέθηκε μπροστά μου. Αποκαμωμένος σκαρφάλωσα. Έπεσα μπρούμητα πάνω του. Όταν συνήλθα σηκώθηκα όρθιος. Ο ήλιος έκαιγε. Στο βάθος ο Αη Γιάννης και το Πήλιο καταπράσινο. Απόλυτη μοναξιά.
Η Ηρώ με σκούντηξε. Τι έπαθες;
Τότε στο Πισοδέντρι, θα πέφταμε στο γκρεμό. Ήμασταν μες το αυτοκίνητο, σταματημένοι. Ο διπλανός οδηγός έκανε πίσω για να φύγει. Θυμάσαι που με φώναζες, τι κάνεις, που πας. Κι εγώ πατούσα ενστικτωδώς φρένο σ' ένα ακινητοποιημένο αυτοκίνητο.
Που το θυμήθηκες τώρα αυτό, πέρασαν τόσα χρόνια, είπε η Ηρώ.
Δυό χρωματιστά ανεμόπτερα κατέβαιναν από την κορυφή του Πηλίου. Πσρατηρούσαμε τη γοητεία να πετάς. Να βλέπεις τη γη από ψηλά.
Η θάλασσα απλωνόταν γαλήνια, ως την άκρη του ουρανού.




27 Σεπτεμβρίου 2018

22 Σεπ 2018

Σαββατόβραδο


Έπρεπε να φύγουμε, μικρές πρωινές ώρες κάποιου παλιού Σαββατόβραδου. Η ορχήστρα της ταβέρνας έπαιζε το " Σ' αγαπώ γιατί είσαι ωραία". Λίγο ακόμα ρε παιδιά, πάνω στην καλύτερη ώρα θα φύγουμε; Έτσι γινόταν πάντα εκείνη τη χρονιά, όλη η παρέα είχε μικρά παιδιά. Κλέβαμε ώρες!
Όταν φορούσαν τα παλτά τους τον είχε παρασύρει το ρέμα του Τσιτσάνη. Ακολούθησε την παρέα με κόκκινο κρασί στο αίμα και στην καρδιά. Με άλλη ήταν και άλλη είχε στο μυαλό του. Τι κατάρα κι αυτή.
Όταν βγήκαν απ' την ταβέρνα ακουγόταν ακόμα οι λυγμοί του " Αλλοίμονο σ' αυτούς που δεν αγάπησαν, ζωή την ομορφιά σου δεν γνωρίσανε" μες το πυκνό χιόνι που έπεφτε. Μ' ένα σάλτο ανέβηκε πάνω στην καρότσα ενός αγροτικού και έριξε την πρώτη στροφή στο απάτητο χιόνι. Η παρέα από κάτω σιγοντάριζε τη σκηνή με παλαμάκια και τραγούδι. Στη δεύτερη πετούσε στα ουράνια. Στην τρίτη έγινε το κακό, τσακίστηκε η σπονδυλική του στήλη. Από τότε ζούσε χαμογελαστός πάνω στο αναπηρικό καροτσάκι. Καμία χειρουργική επέμβαση δεν τον έκανε να περπατήσει ξανά.
Μείναμε φίλοι, η παρέα κατά καιρούς χανόταν, αλλά πάντα βρισκόταν. Μεσολάβησαν πολλά. Ο Στέφανος ζούσε μέσα απ' τα βιβλία, αλλά και την αγάπη όλων μας.
Είχαμε πάνω από μήνα να βρεθούμε.
Τον συνάντησα χθες το βράδυ, να περπατάει αγκαλιά με την Όλγα, δίπλα στο ποτάμι.
Δεν πίστευα τη σκηνή που έβλεπα. Ο Στέφανος περπατούσε ξανά, η Όλγα έλαμπε. Είχα κάτι χρόνια να τη δω, από τότε που έφυγε στον Καναδά.
Γύρισε πίσω. Όταν συνάντησε τον Στέφανο, αυτός σηκώθηκε, την αγκάλιασε, ένα φιλί στο στόμα που κράτησε έναν αιώνα, μια εξομολόγηση κι ένα θαύμα. Ή μάλλον δυό θαύματα!



22 Σεπτεμβρίου 2018

19 Σεπ 2018

Εικόνες


Ο σκύλος πάντα αντιλαμβάνεται την ώρα που φεύγω και γυρίζω στο σπίτι. Τρέχει να προλάβει το αυτοκίνητο και μένα. Είναι ο πιο κοινωνικός αδέσποτος σκύλος που γνώρισα. Μεγαλόσωμος, μαύρος με μια άσπρη γραμμή στο πρόσωπο, περιφέρεται στην αυλή του Lidl και ζει από τη φιλία και καλοσύνη των ανθρώπων. Στο λαιμό φοράει μια κόκκινη καρδιά. Του ταιριάζει.
Στο δρόμο για το χωράφι κάθε καλοκαίρι ανοίγουν δυο κιόσκα και πουλάνε καρπούζια παραγωγής. Το ένα αποχαιρέτησε το καλοκαίρι. Στο άλλο μια εύσωμη κυρία κάθεται αναπαυτικά στην άσπρη πλαστική καρέκλα και διαβάζει ένα άρλεκιν των εκδόσεων Ψυχογιός. Το κιόσκι είναι γεμάτο με σκούρα πράσινα ολοστρόγγυλα καρπούζια του Σεπτέμβρη.
Ένα ασπρόμαυρο πουλί κάθεται πάνω στο καλώδιο του ΟΤΕ. Το καλώδιο κάνει κοιλιά. Το πουλί πετάει. Το καλώδιο πάλι κοιλιά κάνει.
Ο μαιευτήρας μόλις έκοψε τον όμφάλιο λώρο του νεογέννητου. Ακούγεται τώρα ένα δυνατό κλάμα.
Στο υπόγειο της επιχείρησης που δούλευε κρέμεται μελανιασμένο κι άψυχο το σώμα ενός άντρα που αυτοκτόνησε το πρωί.
Ένα αεροπλάνο πετάει τόσο χαμηλά, μοιάζει με μεγάλο ψάρι στον ουρανό.
Ένας φίλος μου στέλνει μια φωτογραφία, στο viber, από τη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου του York. Φοιτητές και φοιτήτριες διαβάζουν.
Στη Μόρια οι εξ αιτίας του πολέμου μετανάστες κάνουν ουρά χιλιομέτρου για ένα πιάτο φαί. Άλλοι σφίγγονται στην ουρά της τουαλέτας μέχρι ναρθεί η σειρά τους.
Ένα Ρώσικο αεροπλάνο πέφτει από Ισραηλινά πυρά. Ο Ντανιάχου ζήτησε συγγνώμη από τον Πούτιν. Οι είκοσι πέντε νεκροί δεν την δέχτηκαν.
Η ζωή προχωράει. Ο ήλιος πάει στη δύση, αφήνοντας χιλιάδες χρώματα πίσω του. Και μένα με μια μπύρα στο χέρι. Μες τη σιωπή.


19 Σεπτεμβρίου 2018

15 Σεπ 2018

Πρώτος έρωτας


Την καμαρώνω. Μεγάλωσε πια. Μεγαλώνουμε μαζί. Όσο χάιδεψα με τα χέρια μου και τα μάτια μου αυτή, ούτε δέντρο, ούτε φυτό, μήτε πουλί και ζώο αγάπησα. Ήταν μικρή και τρυφερή, όμορφη και ντελικάτη, όταν τη πρωτοσυνάντησα στο φυτώριο. Πιό αδύναμη απ' τις άλλες, σχεδόν η μισή. Θα γίνω το άλλο μισό της είπα, και την πήρα. Άλλαξε τον κήπο μου και τη ζωή μου. Χώμα και νερό, ήλιος και οξυγόνο, λιτή και απέριττη η σχέση μας. Κάθε πρωί, μόλις ανοίγω τα μάτια μου είναι η πρώτη που βλέπω, στη δύση του ήλιου χρυσίζουν τα φύλλα της για χάρη μου.
Όταν ελαφρό αεράκι φυσσάει μου χορεύει με αέρινες νότες. Με ανιδιοτέλεια την αγαπάω, δεν με νοιάζουν οι καρποί της, άδολα με αγαπάει. Μιλάμε με τα μάτια, με θροίσματα, με τον ίσκιο της και τον ήλιο που αχνοφέγγει αναμεσα στα ελπιδοφόρα φύλλα της. Μια ζεστή νύχτα του καλοκαιριού, ήμουν ξαπλωμένος δίπλα της, ο ουρανός δεν χώραγε τ' αστέρια, κάποιο πάνω στο συνωστιμό έπεσε πάνω μας. Άκουσα για πρώτη φορά τη φωνή της, σαν ευχή. Είπε, ευχαριστώ που είμαστε μαζί. Μια γάτα κάθονταν απεναντί μας και μας ζήλευε. Εγλειφε το πρόσωπό της, τα πόδια της, το κορμί της.
Ιδέα δεν είχα πριν πέντε χρόνια, πως μπορεί να ερωτευτείς μια ελιά. Και μετά πολύ να την αγαπήσεις. Είναι αυτή η ελιά ο πρώτος έρωτας. Μετά αγάπησα κι άλλα δέντρα.Αυτή όμως πάντα θα ξεχωρίζει στη ζωή μου.



15 Σεπτεμβρίου 2018

13 Σεπ 2018

Μισός παράδεισος


Ακούω τη σιωπή, χιλιάδες αστέρια στον ουρανό, μυρίζει
φθινόπωρο, ο αέρας του βουνού χαϊδεύει τα μαλλιά μου, γεύομαι το οξυγόνο γυμνό. Ένα καλύβι και δίπλα μια πηγή. Αν ήσουν κι εσύ, θα ήταν ο παράδεισος.


13 Σεπτεμβρίου 2018

12 Σεπ 2018

Ο Κάφκα και ο ελεγκτής


"Η φαντασία είναι πιο σημαντική απ' τη γνώση", έλεγε ο Αινστάιν. Θυμήθηκα ένα βιβλίο του Γιάννους, αυτοονομαζόταν μαθητής του Κάφκα, και έγραφε για τον Κάφκα. Ένα ανοιχτό καφέ εξώφυλλο, από τον Κέδρο, και το διάβαζα μέσα στο τρένο στη διαδρομή Θεσσαλονίκη-Τρίκαλα. Ταξίδευα μόνος και αφοσιώθηκα. Στο βιβλίο και στον Κάφκα. Ο μόνος που με ενόχλησε ήταν ο ελεγκτής που ήθελε να τρυπήσει το μικρό λαδί καρτονέ εισιτήριο. Έψαχνα να το βρω δέκα λεπτά στις τσέπες του τζάκετ. "Το εισιτήριον νεαρέ είναι άμεσα διαθέσιμον σε πρώτη ζήτηση" με αυστηρό ύφος. "Παράταμε με το εισιτήριο του είπα, διαβάζω Κάφκα. Τρύπα των άλλων και θα το βρω". Κι αυτός εκνευρίστηκε. Ήταν έτοιμος να μου τρυπήσει και το κεφάλι με εκείνο το τρυπητήρι. Τελικά το βρήκα και τη γλύτωσα.
Έριξα μια ματιά στη θάλασσα, το τρένο περνούσε κοντά στον Πλαταμώνα, και αμέσως βυθίστηκα στο βιβλίο.
Έλεγε για τη διαφορά της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου. Στη λογοτεχνία πλάθεις εικόνες, ενώ στο σινεμά οδηγείσαι απ' την εικόνα. Μιλούσε αρκετά για αυτή τη δύναμη του γραπτού λόγου, που σου δίνει το χρόνο να σκεφτείς, να φανταστείς και να συμμετέχεις, αντίθετα με τον κινηματογράφο που επιβάλλεται και συ ακολουθείς παθητικά. Όταν διάβαζα αυτά ήμουν λίγο πάνω απ' τα είκοσι και τα πρώτα διαβάσματα μένουν σαν τον πρώτο έρωτα. Μετά διαβάσαμε βιβλία και τα είδαμε στην οθόνη, όλοι μας καταλάβαμε. "Κουβεντιάζοντας με τον Κάφκα" και μαλώνοντας με τον ελεγκτή, ήταν εκείνο το ταξίδι. Πάντα κάτι συμβαίνει όταν είσαι γεμάτος χαρά. Ένας αόρατος ελεγκτής του μέτρου θα σου τη σπάσει. Στο τέλος συμφιλιωθήκαμε, ο σταθμός έγραφε Τρίκαλα και είχα μείνει μόνος στο βαγόνι. Είχαν κατέβει όλοι. "Φτάσαμε, άστο βιβλίο", με φώναξε ευγενικά.


12 Σεπτεμβρίου 2018

10 Σεπ 2018

Χαλβάς Φαρσάλων


Κάθε Σεπτέμβρη ακούω τα μαχαίρια να χτυπάν τα ταψιά του χαλβά μες τη νύχτα. Φτάνουν ως τη βεράντα μου, μαζί με τον γύρο του θανάτου. "Ξεκινάει στα Τρίκαλα Λιάκομ το παζάρι, πάμε να πουλήσουμε κανα δυό σκουτιά". Τώρα βέβαια αγοράζουν "τρεις κυλότες πέντε ευρώ" Όλα άλλαξαν, άλλαξε και το παζάρι. Έχω χρόνια να πάω, αλλά από εκεί πήρα στα δέκα επτά, τους Άθλιους του Βίκτωρος Ουγκό. Δυό τεράστιοι δερματόδετοι τόμοι. Τότε είχα δυνατά χέρια, τώρα μόνο σε αναλόγιο θα τους διάβαζα. Παραδίπλα κάποιος είχε μια άδεια χαρτόκουτα και φώναζε: " ότι πάρεις μια δραχμή" . Συνωστισμός. Τότε το παζάρι ήταν το γεγονός της χρονιάς. Η μάνα μου αγόραζε τραπεζομάντηλα. Ο πατέρας μου κατσαβίδια. Φαντάζομαι πως και τώρα θα έχει κατσαβίδια και τραπεζομάντηλα. Τότε είχε και κομπινεζόν, τώρα αποκλείεται. Τσίκνα, πολύ τσίκνα από σουβλάκια και λουκάνικα. Ευτυχώς που υπάρχει το παζάρι, τέτοια λουκάνικα δεν έχει αλλού. Φέτος ίσως πάω, θέλω να ανέβω στα συγκρουόμενα, διαισθάνομαι μία τάση σύγκρουσης.
Την Πέμπτη αρχίζει το παζάρι, αλλά ο χαλβάς ψήνεται από τώρα. Υπάρχει μια χαλβαδοποιία κοντά στο σπίτι και η μυρωδιά του φτάνει ως εδώ. Κάθε μέρα, όλο το χρόνο. Αυτή τη μυρωδιά ήθελα να περιγράψω απόψε, κι αν έγραφα έκθεση στο σχολείο θα ήμουν εκτός θέματος. Βέβαια πάντα ήμουν και είμαι εκτός θέματος, κάτι σαν παραγγελιά μου φαίνονταν η έκθεση. Πάλι εκτός είμαι. Το θέμα μου είναι η μυρωδιά του χαλβά την ώρα που ψήνεται. Πως να την περιγράψεις όμως; Καμία οσμή δεν περιγράφεται, μόνο βιώνεται. Αν δεν ζήσεις, όση θεωρία και να γεμίσεις τον κουμπαρά σου, εικασία θα μείνει.
Απόψε δεν μπορώ να γράψω με κάποια συνοχή της σκέψης. Φταίει αυτή η μυρωδιά του χαλβά που επικάλυψε ότι πήγα να συρράψω. Ίσως και τα αεροπλάνα που αναβοσβήνουν στην ουράνια διαδρομή τους. Κι εγώ ακίνητος, αιχμάλωτος του χαλβά Φαρσάλων.

10 Σεπτεμβρίου 2018

9 Σεπ 2018

Why?


Ήταν μικρόσωμη, με λεπτά χαρακτηριστικά.
Το βλέμμα της σπινθύριζε την εφυία της. Φορούσε συνήθως ανοιχτόχρωμες γκρι αθλητικές φόρμες, με τα κόκκινα αθλητικά παπούτσια της. Τα μαλιά της έπεφταν ίσα κατάμαυρα ως τις πλάτες της. Τα μάζευε, τα έδενε με ένα κοτσιδάκι πασχαλίτσα και άρχιζε το τρέξιμο. Ερχόταν στο πάρκο στις πέντε το πρωί, την ώρα που πάω κι εγώ. Όταν συναντιόμασταν λέγαμε μια καλημέρα. Στους γύρους αλλάζαμε γρήγορες ματιές. Το προσωπό της ήταν ολόκληρο θλιμμένο. Έμοιαζε γύρω στα τριάντα. Ερχόταν καθε μέρα τον τελευταίο καιρό. Εκείνη την ώρα δεν τρεχουν πολλοί, οι περισσότεροι εμφανίζονται μετά τις έξι. Έτρεχε πάνω απο δέκα χιλιόμετρα, όπως κι εγώ. Περίπου μια ώρα. Καμιά φορά χαμογελούσε αμιδρά ο ένας στον άλλον. Δεν ήταν ο τύπος της γυναίκας που με ελκύει. Δεν ήξερε τίποτα ο ένας για τον άλλον, παρ' όλο που τρέχαμε μαζί απ' τις αρχές του καλοκαιριού στο ίδιο πάρκο. Στο συγκεκριμμένο σημείο της γης.
Το πρωι δεν ήρθε. Το μεσημέρι έμαθα ότι αυτοκτόνησε. Την ώρα που ο πρωθυπουργός έδινε συνέντευξη για τις προοπτικές της χώρας.
Γιατί;
Ίσως γιατί δεν είπε τίποτα για των ανθρώπων τις προοπτικές στη χώρα.
Γιατί;
Μια αφίσα στοίχιωσε μέσα μου. Τη βλέπω ακόμα στο φοιτητικο μου δωμάτιο. Ένας στρατιώτης σωριάζεται από μια σφαίρα.
Why?


9 Σεπτεμβρίου 2018

3 Σεπ 2018

Ανεμελιά


Ξένοιαστα τ' αστέρια απόψε, τους κλείνω το μάτι για ένα δάνειο ανεμελιάς. Έπεσε ένα στην αγκαλιά μου, φως μες τη νύχτα μου. Είμαι της αλληλεγγύης, είπε. Απάλυνε με μιας όλο το σκοτάδι του κόσμου. Και περπατούσαμε μαζί, μέσα στον κήπο, χωρίς προορισμό. Περπατούσαμε μαζί, ψιθυρίζοντας τη ζωή.


3 Σεπτεμβρίου 2018

1 Σεπ 2018

Ένα γελοίο σύνθημα


Στα χαλάσματα της βομβαρδισμένης πόλης γεννιέται ένας καινούριος άνθρωπος. Ένα κλάμα αντηχεί στα ερείπια. Πριν λίγο σκοτώθηκε ο τελευταίος στρατιώτης. Η μάνα κάνει μια ευχή κρατώντας στην πρώτη αγκαλιά το νεογέννητο: Ποτέ πια πόλεμος.
Ούτε σπίτι, ούτε άνθρωπος, ούτε ζώο, ούτε φυτό έμεινε ζωντανό. Ολοσχερής καταστροφή, είπαν στις ειδήσεις. Ο πόλεμος εδώ τελείωσε, συνεχίζεται αλλού. Οι αποθήκες είναι γεμάτες από πολεμικό υλικό. Πρέπει να αδειάσουν, να υποδεχτούν καινούρια όπλα. Η πολεμοβιομηχανία δουλεύει πυρετωδώς. Η πιο επικερδής επιχείρηση στον πλανήτη. Αν δεν υπάρχουν διαφορές πρέπει να τις εφεύρουμε. Οικονομικές, θρησκευτικές, εθνικιστικές, δεν έχει σημασία. Ο πόλεμος δεν θέλει αλήθεια, προσχήματα ψάχνει μιας χρήσεως. Τα όπλα πρέπει να καταναλωθούν, οι πόλεις να γκρεμισθούν για να κτισθούν από τις γιγαντιέες επιχειρήσεις αυτών που έχουν και τα εργοστάσια όπλων.
Ένας γιατρός χωρίς σύνορα ακρωτηριάζει τα πόδια ενός νέου άντρα. Η βόμβα που έπεσε το πρωί σκότωσε εκαντοντάδες αμάχους, άφησε χιλιάδες ανάπηρους.
Ο Ερυθρός σταυρός στέλνει βοήθεια και φάρμακα.
Οι πολεμικοί ανταποκριτές στέλνουν σκηνές κόλασης απ' τα συντρίμια. Η θεαματικότητα ανεβαίνει κατακόρυφα, η coca cola ανεβάζει τον ρυθμό των διαφημίσεων, οι τραπεζίτες προβάλουν πιο έντονα τα κέρδη τους. Οι αναλύσεις για τον πόλεμο παίρνουν και δίνουν, όπως και οι ευχές να σταματήσει το κακό.
Ο πόλεμος σταματάει για λίγο, πρέπει να δείξουν ότι δουλεύουν για την ειρήνη. Την επικαλούνται πολλοί. Το σύνθημά τους είναι: Ετοιμάσου για πόλεμο, αν θες ειρήνη. Το πιο παρανοϊκό σύνθημα της ανθρωπότητας. Και του κάθε αρρωστημένου μυαλού.


1 Σεπτεμβρίου 2018