21 Οκτ 2022

Τούνελ

 




Όλα ξεκίνησαν όταν του πήραν άδεια και δίπλωμα οδήγησης. Οδηγούσε χωρίς ζώνη στο χωματόδρομο,  όλα τ' άλλα ήταν νόμιμα. 

Ο Διοικητής το πρωί ήταν σαφής, θα μου φέρετε τριάντα κλήσεις το μεσημέρι, τρέξτε παντού στα χωριά, στα χωράφια, τρακτέρ στην άσφαλτο, όλοι είναι ύποπτοι... 

Τι ζητάει ένα παλιό punto στα χωράφια, είναι ένα ύποπτο αυτοκίνητο!

Δεν πρόλαβε να στρίψει στην άσφαλτο  του χωριού- θα φορούσε  τη ζώνη, είδε τα αλαρμ του πυρπολικού, τα χαρτιά σας κύριε.  Τα έδωσε όλα ευγενικά, όλα εντάξει. 

-Δεν φορούσατε ζώνη, θα σας γράψουμε... Τι δουλειά κάνεις, που μένεις, τι κάνεις εδώ;

-Έχω ένα χωράφι και δουλεύω, εσείς τι δουλειά κάνετε τώρα;  άρχισε να χανει την υπομονή του ο Ανέστης. 

-Θα σας πούμε τη διαδικασία για να ξαναπάρετε το δίπλωμα και την άδεια.. 

- Πάντα τόσο ευγενικοί είστε, ευχαριστώ, για πείτε;

- Θα πάτε στο αστυνομικό  τμήμα να κάνετε ένσταση, στην άκρη κύριε όχι πάνω στην άσφαλτο.. 

- Εγώ έβαλα τρία ευρώ βενζίνη ναρθώ στο χωράφι, ως εκεί θέλει δέκα, που να βρω τόσα χρήματα;

-Δικό σας πρόβλημα! 

-Μα νόμιζα πως οι μπάτσοι είναι να λύνουν προβλήματα, όχι να δημιουργούν εκεί που δεν υπάρχουν. 

- Ωρίστε κύριε, τη θήκη κρατήστε την. 

-Ευχαριστώ πολύ.

 Όταν ο Ανέστης διάβασε τη κλήση εξερράγη. Δυό μήνες χωρίς δίπλωμα και άδεια. Μνήμες παλιές,  ήταν 12 χρόνων όταν τον έκλεισαν στο κρατητήριο του χωριού για κλοπή που δεν έκανε την εποχή της χούντας, κάθε φορά που βλέπει μπάτσο νοιώθει ένοχος.

Πήρε ένα zanax κι ένα τηλέφωνο στο αστυνομικό τμήμα.

-  Θέλω πίσω τα χαρτιά μου, πως θα πάω αύριο τον πατέρα μου για αιμοκάθαρση, πως θαρθώ στο χωράφι να ταίσω τα ζώα;

- Δικός σας πρόβλημα κύριε, ελάτε αύριο να κάνετε ένσταση και ηρεμήστε.

- Ευχαριστώ για τη συμβουλή,  θέλετε να φέρω κανένα τενεκέ λάδι; 

- Τι είναι αυτά που λέτε, για το καλό σας πήραμε το δίπλωμα, άλλη φορά να φοράτε ζώνη, ο χωματόδρομος έχει λακούβες. 

- Κύριε Διοικητά καμία  λακούβα δεν έχει, τις μπάζωσα όλες το καλοκαίρι μόνος μου, πάτε να δείτε, απάντησε ο Αντώνης με ανεβασμένη φωνή. 

- Μη σηκώνεις φωνή, μιλάς με τον Διοικητή.

-Συγνωμη κύριε Διοικητά, θέλετε να σας πάω με το μαλακό, πως κοιμηθήκατε τη νύχτα; 

-Δεν προκειται να πάρεις τα χαρτιά ούτε σε δυό μήνες, και έκλεισε το τηλέφωνο.

 Κάπως έτσι ο Ανέστης μπήκε στη παρανομία. Πάει ένας μήνας τώρα που οδηγεί χωρίς δίπλωμα, από παράδρομους, από χωματόδρομο σε χωματόδρομο, στο χωματόδρομο φοράει πάντα ζώνη.

Το πρωϊ πήρε ένα δύσβατο δρόμο γεμάτο χόρτα και βάτα, είπε να κόψει δρόμο. Μόλις χάραζε, τα βατράχια στο ποτάμι είχαν συναυλία, τα διπλανά χωράφια χέρσα από χρόνια. 

Τότε άκουσε τη φωνή. Βοήθεια, βοήθεια! 

Η φωνή έβγαινε μέσα από ένα μικρό παλιό κτήριο, κτισμένο με τσιμεντόλιθα, κρυμμένο μες τα δέντρα και τα ψηλά χορτάρια. 

Ο Ανέστης ξαφνιάστηκε, πήρε το κρητικό μαχαίρι, φόρεσε τις μπότες και βγήκε έξω απ' το αυτοκίνητο, η φωνή ακουγόταν ξεψυχισμένη τώρα. Πέρασε το κανάλι με δυσκολία, λάσπη και βάτα, ασφένταμοι και βιζοκρανιές έκλειναν τον δρόμο. Ενα μικρό κενό παραθύρι ανέδυε δυσωδία και πόνο, κλάμα και αγκωμαχητά. Η σκουριασμέη πόρτα κλειδωμένη με καινούρια κλειδαριά. 

Βοήθεια, βοήθεια, διψάω, πεινάω, πονάω. 

Στο μισοσκόταδο είδε μια γυναίκα σωριασμένη στο πάτωμα.

Δεν φαινόταν ούτε ένα δρομάκι, πως βρέθηκε αυτή η γυναίκα φυλακισμένη στην ερημιά;

Ο Ανέστης είχε ένα  καλέμι κι ένα σφυρί στο αυτοκίνητο, πάλεψε ώρα να ρίξει την σιδερένια μικρή πόρτα. 

-Πάρε με από δω, έρχεται τη νύχτα.. 

-Απο που έρχεται, δρόμος δεν υπάρχει πουθενα; 

Του έδειξε με τα μάτια μια μέγάλη τρύπα στο  τσιμεντένιο πάτωμα.  

Τούνελ!

Ένα μεγάλο τούνελ πάνω απο είκοσι μέτρα ήταν η  κρυφή πρόσβαση του άντρα της στη φυλακή της γυναίκας του. 

Προσπάθησε να καταλάβει ο Ανέστης που οδηγεί, αλλά ήταν ερμητικά κλειστό από μέσα μ' ένα τετράγωνο σιδεριένιο καπάκι.

-Πως σε λένε;

-Ελευθερία Πεινάω!

Ο Ανέστης  μετά βασάνων πήγε στο αυτοκίνητο και πήρε το φαγητό της μέρας του κι ένα μπουκάλι νερό.

Έτρωγε λαίμαργα με τα δυό χέρια, σα νηστικό αρκούδι. Μια στρατιωτική χλαίνη σκέπαζε το  σώμα της, πρησμένο πρόσωπο, μελανιασμένα χέρια, πόδια, ήταν μία ζωντανή νεκρή.

- Πάρε με από δω,  το τέρας, ψέλιζε συνέχεια! 

Ο Ανέστης πήρε τη γυναίκα στα χέρια του και κατάφερε να φτάσουν ως το αυτοκίνητο.  Την έβαλε στο πίσω κάθισμα ξαπλωμένη, φόρεσε ζώνη, φαρ ουεστ στο χωματόδρομο, στην άσφαλτο άναψε τα αλαρμ, οι μπάτσοι δεν τον σταμάτησαν στο μπλόκο της γέφυρας,  στα επείγοντα του Νοσοκομείου.


Ένα μήνα μετά


Πίνουμε καφέ με τον Ανέστη στο Αγνάντι, κάτω η πόλη δύει στη νύχτα, η μέρα σώνεται νωρίς.

Ο Ανέστης έφτασε ως εδώ την αφήγηση και ξαφνικά σταμάτησε. Είμαστε φίλοι από παιδιά, ξέρει ο ένας τη ζωή του άλλου.

Άρχισε να μιλά για την ακρίβεια, για τον χειμώνα που έρχεται, για τον μήνα που δεν βγαίνει...

-Αυτά τα βιώνουμε όλοι, συνέχισε την απίστευτη ιστορία που έλεγες;

-Αλλη φορά..

- Μα αφήνεις όλη την ουσία αναπάντητη, ποιός ήταν που φυλάκισε και τυράννησε

έτσι αυτή τη γυναίκα;

-Στο είπα αυτό, ο άντρας της, συνελήφθη, είναι ήδη στη φυλακή. Η γυναίκα απ' το νοσοκομείο μεταφέρθηκε στο "Σπίτι Οικογενειακής Χαράς", εκεί την επισκέφθηκα και μου είπε ολόκληρη την ιστορία της, θεωρεί ότι μου χρωστάει τη ζωή της.

-Βασικά τη χρωστάει στον τροχονόμο που σου πήρε την άδεια, έλα συνέχισε.

- Είναι μια αδιανόητη ιστορία, το σκέφτηκα πολύ, πήρα την αδειά της και άρχισα να τη γράφω. Μέχρι να γράψω το βιβλίο δεν θα πω τίποτα. Αν τη διηγηθώ θα χαθει η εσωτερική ενέργεια της πρωτοαφήγησης. Θα διαβάσεις πρώτος το βιβλίο και θα καταλάβεις τότε. 

~Πότε, σε δυό χρόνια; Πάντα ο ίδιος Ανέστης, μυστήριος, μισοτελειωμένη ιστορία είσαι φίλε. 

Τα φώτα της πόλης άναψαν, μια κόκκινη θάλασσα απλώθηκε μέσα στη νύχτα. 

- Πάμε, είπε ο Ανέστης, στις οκτώ έχω να πάω κάπου.. 

Με τους παλιούς φίλους και συμμαθητές βρισκόμαστε που και που, πόσο άλλαξαν όλα. 


 

14 Οκτ 2022

Έχω ένα όνειρο

Βλέπω τα δέντρα να μεγαλώνουν, ν' ανθίζουν την άνοιξη, το καλοκαίρι να κάνουν καρπούς, να κιτρινίζουν τα φύλλα το φθινόπωρο, νεκρή η φύση του χειμώνα.

Έχω ένα όνειρο. Το χωράφι. Περπατάω μέσα στους δρόμους του, τρυφερό πράσινο χορτάρι με την πρώτη βροχή.

Κιτρινοπράσινα φύλλα στή μέση του Οκτώβρη ψυθιρίζουν τα μύχια της ψυχής. Ρόδια, κυδώνια, κάστανα κρέμονται γενομένα, ένα ευχαριστώ για τον πλούτο της ζωής.

Αχνίζει αγάπη το χώμα, μάνα η γη, ο ουρανός πατέρας. Η αγκαλιά του κόσμου. 

Εδώ δεν χωράει ο πόλεμος, το δίκιο είναι για όλους το "ίδιο"τέλος. Ο θάνατος. 

Πριν το θάνατο η ζωή, ο έρωτας, η δημιουργία, η γέννα, η ομορφιά. 

Εδώ δεν χωράνε τα τέρατα, είναι ήδη νεκρά. 

Οι Άνθρωποι που νοιάζονται, τα δέντρα που μεγαλώνουν,  οι φίλοι που αγαπήσαμε, ένα μεγάλο ευχαριστώ είναι το θαύμα της ζωής. 


Υ. Γ. Ένα μικρό αντίδοτο συγκίνησης για τις τόσες ευχές.  Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους φίλους. Να είμαστε όλοι καλά!