30 Σεπ 2021

Το άρρωστο εγώ

Υγρή, μουντή φθινοπωρινή μέρα, ο Κόζιακας φόρεσε τα άσπρα της ομίχλης, στάζουν σταγόνες βροχής τα φύλλα των δέντρων, πρόωρα γεννομένα κυδώνια έπεσαν καταγής. 

Θολός ο Σηκουάνας στο Παρίσι, στις Βρυξέλες ψιλόβροχο που περονιάζει το κόκαλο, οι πανύψηλοι Ολλανδοί κόβουν βόλτες με τα ποδήλατα στη γη του Άμστελ. 

Το φόντο της σκέψης μου οι λεύκες με τα κίτρινα φύλλα, ο πόνος εναλλάσεται με την ευτυχία στο μουσκεμένο χώμα.

"Ο πόνος και η ευτυχία είναι καταστάσεις του Εγώ. Ξεχάστε το Εγώ." έλεγε ο Λάο Τσε τον έκτο αιώνα π. Χ.  Στον αιώνα μας κυριαρχεί το εγώ, οι γάτες και η μοναξιά. Το εγώ μεταμορφώνεται σε φίδι, οι γάτες κυνηγούν τα φίδια και η μοναξιά παίρνει θέση στην πολυθρόνα της οθόνης.

Το εγώ παίρνει καδρόνια και κοντάρια και χτυπά  το εμείς, χαιρετά φασιστικά μες τα σχολεία, η εξουσία θεατής απολαμβάνει το δικό της εγώ.  Το συλλογικό πάλι λείπει στο... συμπαντικό τοπίο. Τα ΜΑΤ χτυπάνε όσους διαμαρτύρονται ενάντια στο εγώ, προσοχή μην αγγίξετε τους ψηφοφόρους μας...

Το εγώ ουρλιάζει, μόνο εγώ υπάρχω, θάνατος στους αλλόθρησκους, στους μετανάστες, στους αριστερούς, στους αναρχικούς, στους ομοφυλόφιλους, στους κομμουνιστές, μόνο εγώ υπάρχω. Το εγώ διδάσκεται πια σαν καραμέλα στις φωλιές του καπιταλισμού, όταν μεγαλώσει θα γίνει τεράστιο, θα γεννήσει αυγά, θα είναι το δεξί χέρι της εξουσίας. Θα μπαίνει στα υπουργεία, θα αλωνίζει στα παράθυρα, ζήτω ο φιλελεύθερος καπιταλισμός, όλα τα καταπίνει, το εγώ θριαμβεύει κάτω απ' τις φτερούγες του, γίνεται "άριστο" εργαλείο να σκοτώνει το  "μη κανονικό συλλογικό". Η "κανονικότητα" θρέφεται με το εγώ, εγώ και κανένας άλλος, αν με ενοχλήσετε σκοτώνω κιόλας, μαφία σκέτη το εγώ, του ναζισμού παιδί.

27 Σεπ 2021

Ένα δάκρυ στο χώμα

Όταν θα χάσω το φως, δεν θα σε βλέπω, άσε με να χορτάσω τα μάτια σου

Αύριο δεν θα σ' ακούω, την ανάσα σου σήμερα λαχταράω

Πώς ακουμπάνε τα χείλη μας δεν θυμάμαι, θέλω τη γεύση απ' το στόμα σου το βράδυ

Τη ζέστη απ' το κορμί σου, φθινοπώριασε αγάπη μου, να σκεπαστώ

Άσε με να μυρίσω απόψε το σώμα σου, να πάρω μαζί μου το αρωμά του, στη αιωνιότητα των στιγμών μας

Αύριο θα είμαι ένα δάκρυ στο χώμα, θα το στεγνώσει ο ήλιος μόλις βγει.

24 Σεπ 2021

Αθανασία

Γλυκό, φθινοπωρινό απόγευμα, ξερά πλατανόφυλλα τρίζαν στο χωματόδρομο, τα νερά έτρεχαν στο πλαϊνό τσιμεντένιο αυλάκι, περπατούσαμε με την Αθανασία στην άκρη του χωριού. Η μαύρη γάτα μας ακολουθούσε, δυό σύννεφα έπαιζαν κρυφτό με το ηλιοβασίλεμα.

Περπατούσαμε και συζητούσαμε τα καθημερινά, η Αθανασία έλεγε για τη μαρμελάδα σύκο που έκανε σήμερα κι εγώ για τα κρεμύδια που δεν έβγαλα στο χωράφι και φύτρωσαν πάλι, ποιά είναι η πιο όμορφη γάτα του χωριού, πόσο θα ακριβύνει το ρεύμα με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, αν είμαστε ευχαριστημένοι ένα χρόνο τώρα με τη ζωή του χωριού. Είχαμε το χωράφι, τις κότες, την κατσίκα, ένα σκύλο και μια άσπρη γάτα. Είχαμε τις ταινίες μας, τα βιβλία μας, τη μουσική και το σπίτι μας, που αγοράσαμε σε τιμή ευκαιρίας, όταν γυρίσαμε πέρυσι απ' τη Γερμανία. Ένα όμορφο χωριό, στα οχτακόσια μέτρα, στην άκρη του Ολύμπου. Γνωρίσαμε τους λίγους κατοίκους, γιορτάζαμε με παρέες τις νύχτες του χειμώνα που πέρασε. 

Η Αθανασία καλλιεργούσε τα αρωματικά φυτά κι εγώ τις πατάτες. Τις νύχτες του καλοκαιριού μετρούσαμε παρέα τ' αστέρια ή μαθαίναμε στη γάτα να μιλάει. Αυτή μου μιλούσε για τον Νόα Χαράρι  κι εγώ για τις γάτες του Χαρούκι Μουρακάμι που μιλάνε. Συνήθως συμφωνούμε με την Αθανασία, διαφωνούμε βέβαια για τη ζάχαρη στον καφέ. Αυτή σκέτο, εγώ μισή κουταλιά. Η ζάχαρη σκοτώνει κάθε φορά, βαρέθηκα να είμαι σκοτωμένος. Είναι κάθε πρωί που μαλώνουμε για τη ζάχαρη, το μεσημέρι για το αλάτι και το βράδυ για τις φρυγανιές. Αυτή μία, εγώ δύο. 

Απόψε που περπατάμε αγκαλιά έχουμε όλο τον κόσμο δικό μας, αν όχι όλο, μέχρι όσο βλέπουμε ορίζοντα. 


Ένα ερειπωμένο πέτρινο σπίτι μπροστά μας, σταμάτησε τον περίπατο. Ένα δίπατο σπίτι μιας άλλης εποχής τυλιγμένο με τις αναμνήσεις του κισού που το αγκάλιαζε. Μείναμε να το κοιτάμε, ξεθωριασμένα παράθυρα, σκουριασμένες πόρτες, γκρεμισμένη σκεπή, χορταριασμένη η αυλή. Η ακατανίκητη επιθυμία της Αθανασίας να το επισκεφθούμε με έβρισκε αντίθετο, θα μας πούνε κλέφτες, στο τέλος με τούμπαρε, έχουν χίλιους τρόπους οι γυναίκες να πείσουν τον άντρα. Μπήκαμε στην αυλή, πηδώντας απ' την ξεχαρβαλωμένη φράχτη, βάτα και χορτάρια, μπροστά εσύ έλεγε, ν' ανοίγεις το δρόμο. Η ξύλινη σαρακοφαγωμένη πόρτα άνοιξε εύκολα, σύννεφοα από αράχνες μας τύλιξαν. Η Αθανασία, που άμα δει αράχνη στο μπάνιο ουρλιάζει, πέρασε μπροστά. Ποντίκια, σαύρες μες τα πόδια μας, ατάραχη η Αθανασία. Με τις διαφωνίες μας άρχισε να νυχτώνει. Ανάψαμε τους φακούς απ' τα κινητά. Μύριζε μούχλα κι αγιόκλημα που μπήκε από κάποια μεγάλη χαραμάδα. Μια παλιά καρυδένια ντουλάπα, ένας τσιμεντένιος νεροχύτης, μια καλημέρα καθρέφτης στον τοίχο, την ξεσκόνισα με τα χέρια μου, είχε δυό αρχικά Κ Β, ζωγραφισμένα μέσα σε μια ασημένια καρδιά, μια εσωτερική ξύλινη σκάλα πήγαινε στο επάνω πάτωμα. Ατάραχη η γυναίκα μου, φοβισμένος εγώ. Την είδα να ανεβαίνει το πρώτο σκαλοπάτι, στάσου που πας; Προχώρησε γρήγορα, η σκάλα άντεξε, της φώτιζα με το φακό, ανήμπορος να τη σταματήσω, έμεινα με την απορία μου. Η σκάλα έτριζε η καρδιά μου χτύπαγε δυνατά. Το πράσινο φόρεμα της Αθανασίας έγινε άσπρο απ' τις αράχνες, το πρόσωπό της κόκκινο σαν μήλο Πηλίου. 

Άνοιξε μια πόρτα, ξεχύθηκαν ένα κοπάδι πυγολαμπίδες και έκαναν βόλτες μες τα σκοτάδια. 

Ουάου, ένα τρομαγμένο, αέρινο, τρυφερό, ανακουφιστικό, ουάου απλώθηκε σ' όλο το σπίτι.  Η Αθανασία με φώναζε, έλα γρήγορα. Έκλαιγε, με λυγμούς ανακούφισης. Ανέβηκα, Σ' ακολουθώ. 

Δυο σκελετοί,ανθρώπινοι σκελετοί, πάνω σ' ένα κρεβάτι. Τους φωτίζαμε και οι δυό, ο φόβος έφυγε. Συζητούσαμε ώρα, τι συνέβηκε εδώ, πόσα χρόνια πριν, η Αθανασία έλεγε πέθαναν μαζί από αγάπη, εγώ της έλεγα πως δεν πεθαίνει κανείς από αγάπη, αυτή έλεγε πεθαίνει. Σαράντα χρόνια με τη γυναίκα μου, ποτέ δεν την είδα έτσι, σκέπασε τους σκελετούς με τη ζακέτα που είχε στον ώμο της και είπε πάμε. 

Πάμε στην αστυνομία, να το αναφέρουμε, της είπα. Οχι, είπε. 

Άλλη διαφωνία και τούτη.

- Αν πάμε θα γίνει είδηση, η αγάπη θα εξατμισθεί.

 - Τι είναι αυτά, που λες, εξατμίζεται η αγάπη; 

Και πως θα ζήσουμε, κρατώντας ένα τέτοιο γεγονός κρυφό;

-Η αγάπη είναι αθάνατη όταν κρύβεται καλά στην καρδιά. Πάμε σπίτι, θα σου εξηγήσω, είπε.

20 Σεπ 2021

Τι είσαι;

Όταν ανακάλυψα τη σπηλιά, μέσα στον σκληρό βράχο,  ένιωσα ο πιο τυχερός άνθρωπος στον κόσμο. Δεν είχα άλλη δύναμη,το κρύο περόνιαζε, η πείνα με θέριζε, τα ματωμένα πόδια μου σέρνονταν, δεν θυμάμαι πια πόσες μέρες είχα χαθεί στα σκοτάδια μου. Έπεσα ξερός καταγής, σκεπάσθηκα με τον θάνατο. 

Με ξύπνησε μια δυνατή αχτίδα του ήλιου. Ήταν η μορφή σου. Στην αρχή κούνησα τα δάχτυλα, μετά έβαλα το χέρι στην καρδιά μου, χτυπούσε, ήμουν ακόμα ζωντανός. Ακούμπησα πάνω σου και σηκώθηκα, έκανα τα πρώτα βήματα. Μετά είδα μακριά τη θάλασσα, βράχο τον βράχο έφτασα στην πηγή. Είχα νερό και φως, είχα ένα καινούριο σπίτι. Δεν ήξερα ποιός είμαι, που είμαι, από που ήρθα, που πάω. Ο αέρας μόνο σφύριζε τ' ονομά σου. Ήσουν το ψωμί μου, ήσουν τα μάτια μου, η ακοή μου, ήσουν  η ζωή μου.

Με ρώτησες ποιός είμαι, σε κοίταγα κατάματα, από που έρχομαι, δεν ήξερα, πως μεγάλωσα, περιμένοντας εσένα, είπα.

Πυκνή βλάστηση, άγρια δέντρα, μια γκορτζιά με ξεπείνασε, γέμισε το στομάχι μου παιδικές μνήμες. Άρχισα να θυμάμαι σαν αστραπή κάτι απ' την νιότη μου. Ήμουν δυνατός, αισιόδοξος, ένα γελαστό παιδί. Τα μαλλιά μου άσπρισαν, τα γένια μου αγρίεψαν, τα μάτια μου  μίκρυναν.

Δεν είχα τίποτα πάνω μου, μόνο ένα μικρό βιβλίο του Μπλέικ, τραγούδια της αθωότητας και της εμπειρίας. 

Πάμε, είπες.

Που;

Δεν χάθηκες, ήρθες σε μένα, είπες. 

Εσύ είσαι μόνο μια ιδέα, δεν είσαι πουθενά. 

Έφτασες ήδη, εκεί που πάντα ήθελες να πας, πάμε, γυμνοί μέσα στου βράχου τη σπηλιά, στο σπίτι μας.

16 Σεπ 2021

Ολαρία, ολαρά

Η επικαιρότητα δίνει τροφή για σχόλια. Καθημερινά πέφτουν τουφέκια εκατέρωθεν. Φυσικά η κυβέρνηση έχει τα κανόνια. Και πυροβολεί πρώτη. Βέβαια είναι γνωστό πως για όλα φταίει η προηγούμενη κυβέρνηση, που μέσα σε πέντε χρόνια κατέστρεψε την ιδανική κοινωνία που κατάφεραν να φτιάξουν κοντά μισό αιώνα οι κυβερνώντες σήμερα. Ολαρία ολαρά. Αφού ο Τσίπρας συνεργάσθηκε με τον Καμένο, λες και ήθελε το ΚΚΕ συνεργασία και το αρνήθηκε, εμείς θα βάλουμε όλους τους ακροδεξιούς στην κυβέρνηση να ανταριάσουμε την απομείνουσα ταλαίπωρη Δημοκρατία. Θα τους βόλευε βέβαια τότε, να μη βρει  τον τρελοσυνεργάτη, να μην διακοπούν τα ένδοξα χρόνια της δυναστοκρατείας. Αυτά να τα βλέπουν τα χίλια εγωιστικά κομμάτια της  αριστεράς και να φροντίζουν για τη μακροημέρευση της δεξιάς.  Περί συννενόησης στα ελάχιστα αυτονόητα, ουδείς λόγος. Ολαρία  ολαρά.

Αν ο Τσίπρας έκανε μια αναγκαία συνεργασία με καμένους, ετούτοι κάνουν συνειδητή επιλογή των ακροδεξιών, ώστε να απορροφήσουν τον γκαζοτενεκέ με τη χρυσή αυγή και τις λίρες. Εκτός αν ξέμειναν από φιλελεύθερους ιπτάμενους και ψάχνουν τα σκουριασμένα πλευρικά τοιχώματα ή θέλουν να το βροντοφωνάξουν ανοιχτά ποιοί είναι, γιατι κρυφά είναι γνωστοί, μεθυσμένοι από τον οίστρο της εξουσίας. Όπως και νάχει, η ταλαίπωρη δημοκρατία πληρώνει το λογαριασμό. Εκτός αν ο Μητσοτάκης θεωρεί πως η πανδημία τέλειωσε και πετάει πρώτος τη μάσκα του.

Ολαρία, ολαρά.

Φτάσαμε στα ανείπωτα, έβαλαν τα παιδιά στο σημάδι, υπάρχει και πιο κάτω βέβαια να τα πετάξουν στη θάλασσα.

Σσούτ, μη μιλάτε, θα φτάσουμε και παρακάτω...Μιλάνε βέβαια για ευγένεια οι αγενείς, τους ενοχλούν τα συνθήματα, οι πράξεις ποτέ, το απέδειξαν με το καλωσόρισμα του Σαμαρά στον Τσίπρα πως λειτουργεί μες την ευγένεια η δημοκρατία. Όσο για τα ιερά και τα όσια τα κλείδωσαν στο μπαούλο και πέταξαν το κλειδί στον υπόνομο. Τώρα είμαστε εξουσία. Ολαρία, ολαρά τραγούδαγε ο Σαββόπουλος το '70, τώρα τραγουδάει άλλα.

11 Σεπ 2021

Αμάν πια

Αστακός η Θεσσαλονίκη, πόσο να έχει άραγε το κιλό, το ψωμί πια ξέρουμε 1.10 (40% πάνω) το φρατζιολάκι, τα πουλάκια  πάλι θα πεινάσουν, θα μαζεύουμε και τα ψίχουλα.. Βέβαια ο πρωθυπουργός σήμερα και αύριο θα κάνει ταχυδακτυλουργικά, λένε πως έχει άσους στο μανίκι, τους έκλεψε απ' τον Άδωνη που ισχυρίζεται πως 300 ευρώ φθάνουν να περάσει ο μήνας. Η πλάκα είναι πως η πρώτη διαμαρτυρία είναι των αστυνομικών, ισχυρίζονται πως είναι λίγοι οι 5.500 να φυλάνε ολόκληρο πρωθυπουργό, άσε που αρχινάει και το πρωτάθλημα σήμερα. Δύσκολες εξισώσεις.

Κρίμα, πολύ κρίμα που ο μικρο- επιχειρηματίας αυτοπυρπολήθηκε χθες στον Πύργο, έπρεπε να περιμένει μια μέρα τις καινούριες ατάκες του πρωθυπουργού. Προσωπικά θυμώνω με τις αυτοκτονίες, τους κάνουμε τη χάρη. Τα αδιέξοδα ας μας γυρίζουν πίσω, εκεί που κανείς δεν μπορεί να μας σκοτώσει, στη δύναμη της σκέψης και της ψυχής.

Κάποιες σκέψεις του πρωθυπουργού διέρρευσαν και τις έμαθα. Αντι για ψωμί μπορούμε να αγοράζουμε παντεσπάνι, εντάξει δεν είναι καινούρια, το είπε και η Μαρία Αντουανέτα, αντί για πετρέλαιο το χειμώνα μπορούμε να καίμε πριονίδια, κι αυτό ξανάγινε, αντί για λάμπα της ΔΕΗ να ανάβουμε το καντήλι, και η γιαγιά μου μια χαρά μεγάλωσε τα παιδιά της το '30.  Οι συμβουλοί του λένε να μην τα πει αυτά, γιατί θα ακουσθεί κανένα σύνθημα που θα τσαλακώσει την εικόνα των καναλιών. Εγώ πάλι πιστεύω ότι θα του ξεφύγουν και θα τα πει, είναι γνωστό πως πάσχει από ακράτεια γκάφας. Είναι βέβαια εγκρατής στους χαμηλοσυνταξιούχους, αν και σκέφτεται να επαναφέρει τη δεκατρίτη σύνταξη τώρα που ακριβαίνει το γιαουρτάκι, όταν την έκοβε ισχυρίζεται ότι ήταν φτηνό.

Με το πετρέλαιο λένε, ίσως να μην έχουμε πρόβλημα, ποιός δίνει σημασία στα μερομήνια που προβλέπουν βαρύ χειμώνα, με Μητσοτάκη αρχηγό μπορεί να έχουμε για πρώτη φορά το καλοκαίρι του χειμώνα.

Βέβαια υπάρχουν κάποιοι που αμφισβητούν την ικανότητα του πρωθυπουργού για ταχυδακτυλουργικά κόλπα, αλλά αυτός κάθε μέρα αποδεικνύει πως όλα τα μπορεί, θλιμένος  με μαύρη γραβάτα σε κηδεία και αμέσως μετά μες τη τρελή χαρά στο ράλυ ακρόπολις. Ιδέα δεν έχω βέβαια για τη συνεισφορά του ράλυ, στο άλλο ράλυ των τιμών, μη πούνε κιόλας, πως ο κάθε ανίδεος περι πολιτικής, ασχολείται με την πολιτική. Αφού έχουμε αναθέσει σε επαγγελματίες πολιτικούς να φροντίζουν για μας και μάλιστα τους άριστους, δεν μας φτάνουν οι εκλογές που μυρίζουν; 

Αμαν πια, γράψε κανένα ανώδυνο ποίημα και σώπα επιτέλους.

8 Σεπ 2021

Ειδησεις

Ηομπρελατουμητσοτακηεκλεψεσημερατηπαραστασηολαοςτοναποθεωσεφωναζονταςτοσυνθημαο λαοςδενξεχναμητσοτακηκαθαρμαηκαινούριαεκπομπητουζαχαρατουστηντηλεορασηοερντογανεβγαλεβιβλιομετιτλοεναςδικαιοτεροςκοσμοςειναιεφικτοςνεεςκαταγγελιεςγιαπλασταπιστοποιητικαεμβολιασμουχασαμετοκοκαλακιτηςνυχτεριδαςμεποσαχιλιομετραετρεχεμετηνπορσετουοτανσκοτωθηκεομαντκλιπφωτιαστονκολλομαςοιανατιμησειςκαθησυχαζειουπουργοςολοιθαζησουμεοπλευρηςαποκαλυπτειαποσυρεταιαποταραφιαγνωστοπροιονερχονταιαγριακαιεπικινδυνακαιρικαφαινομεναηελλαδαδινειαποψετιτανιοαγωναμετησουηδιαακολουθουντανεατουχρηματιστηριουκαληνυχτασας....

6 Σεπ 2021

Λέξεις

Γης, ουρανός, ήλιος, φεγγάρι, μέρα, νύχτα, πρωΐ, μεσημέρι βράδυ, αέρας, βροχή, κεραυνός και αστραπή

  Νερό, φαΐ, φωτιά, κόλαση και παράδεισος

  Άνθρωπος, ζώα, πουλιά, δέντρα, φυτά, ομορφιά κι ασχήμια

  Μήνες, εποχές, χρόνια, αιώνες,

ειρήνη, πόλεμος, ζωή και θάνατος

  Βλέπω, ακούω, μυρίζω, γεύομαι, αφή και τίποτα

  Ιστορία, παρόν, μέλλον, βιβλίο, μουσική, χορός, σινεμά, φωτογραφία, θέατρο και παράλογο

  Αλληλεγγύη, δικαιοσύνη, ισονομία, ελευθερία, κοινωνία και ατομικότητα

  Τόπος, σπίτι, ρίζα, σχολείο, ο κόσμος όλος

   Καλημέρα, καληνύχτα.

4 Σεπ 2021

Η νιότη..

Η νιότη καθορίζει το μέλλον, εξάλλου σ' αυτή ανήκει


Ήταν μια μεγάλη εποχή, η Ελλάδα μύριζε ακόμα μπαρούτι, και όνειρο. Η δεκαετία του '60 ξεκίνησε με όραμα για μια καλύτερη ζωή και τελείωσε με τη δικτατορία του αποφασίζομεν και διατάσσομεν. 

Για μας ήταν τα καλύτερά μας χρόνια, ήμασταν παιδιά, οι αλάνες ήταν γεμάτες με φωνές και γέλια. Η χώρα όμως προσπαθούσε να κλείσει τις πληγές της. Τελικά τις έκλεισε με γύψο.

Η κυβέρνηση του Καραμανλή έβαζε  μπροστά το σχέδιο της μεγάλης Αθήνας, των πολυκατοικιών και του τσιμέντου, η κόκκινη Δραπετσώνα έπρεπε να "αναβαθμιστεί", το κόκκινο να διαλυθεί. Και όχι μόνο η Δραπετσώνα. Λες και από τότε άρχισε να ερημώνει η υπόλοιπη χώρα, σταδιακά ο μισός πληθυσμός μαζεύτηκε στην πρωτεύουσα. 

Ο  Τάσος Λειβαδίτης έγραψε τους στίχους, ο Θεοδωράκης τη μουσική, γεννήθηκε η Δραπετσώνα. Κάθε εργάτης, κάθε αγρότης, κάθε πρόσφυγας, ακούμπησε τον καημό και τον πόνο του. Έγινε το λυτρωτικό σύμβολο της φτωχολογιάς, "μ' αίμα χτισμένο, κάθε πέτρα και καημός, κάθε καρφί του πίκρα και λυγμός". 

Άλλη εποχή, φύτρωναν τα όνειρα και τα τραγούδια, γίνονταν απέραντα συλλογικά λιβάδια.  "Γωνιά γωνιά σε καρτερώ, γωνιά γωνιά σε ψάχνω", ο αέρας σφύριζε κρύος και η μάνα έψηνε το ψωμί στη γάστρα.

Ψήλωνε το τραγούδι, ο Μίκης αγκάλιαζε ένα βασανισμένο λαό, έπρεπε να σταθεί όρθιος, ν' αντέξει όσα πέρασε, όσα βίωνε και όσα ακολούθησαν. Απ' τον πόλεμο στον εμφύλιο, απ' τη φτώχια στη μετανάστευση, από την αναμονή στην ταραχή και στη δικτατορία. Οι δύσκολες εποχές γεννάνε μεγάλους ανθρώπους, στον Θεοδωράκη ακούμπησε η Ελλάδα, της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ βγήκε απ' το βιβλίο του Ελύτη, χιλιάδες ο κόσμος στους δρόμους ονειρεύτηκε τη ζωή του, σφυρηλατήθηκε η ψυχή του, άντεξε, έψαξε καινούριους δρόμους. 

Αν δεν βίωνε ότι βίωσε, δεν θα μπορούσε να γράψει ότι έγραψε, είπε ο ίδιος. Τα μεγάλα έργα και οι μεγάλοι μπροστάρηδες είναι ζυμωμένα με το αίμα του λαού. Είναι οικουμενικά και πανανθρώπινα. 

Η μεταπολίτευση είναι ένα καινούριο κεφάλαιο για τη χώρα μας και για τον Θεοδωράκη. Η νιότη καθορίζει το μέλλον, σ' αυτή εξάλλου ανήκει.