8 Ιουλ 2020

Δεν ξαναξύπνησε

 

Έρχονται στο νου παλιά βιβλία, "Τότε που ζούσαμε" του Ασημάκη Πανσέληνου, " στάχτες και φοίνικες" του Θέμου Κορνάρου.
Πόνος. Σωματικός, ψυχικός, ιδεολογικός. Πόνος υπαρξιακός.
Ένας γέρος ενενήντα πέντε χρονών δεν το βάζει κάτω. Κάθε πρωί τριγυρνάει στα χωράφια του, κάνει ότι μπορεί. Ο γυιός του, συνταξιουχος αστυνομικός από τα σαράντα δύο, τριγυρνάει στα καφέ της πόλης.
"Άνθρωποι και ανθρωπάκια" έγραφε ο Τσιφόρος.
Πόνος στη γέννα. Πόνος στον θάνατο. Πόνος η ζωή.
Ο πόνος γεννάει. "Η Παναγιά της θάλασσας" δεν ξαποσταίνει ποτέ. Ένας δούλος κουβαλάει πέτρες να κτιστεί μια εκκλησία. Πληγές το σώμα του.
Κι εμείς; Στη " Λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων" παίζουμε σκάκι. Πως να νικήσει το τελευταίο πιόνι;
Φθινοπωρινή μέρα στα μέσα καλοκαιριού, Δροσερό αεράκι προσπαθεί να καταλαγιάσει ψυχικές οδύνες της αβεβαιότητας.
Ένα χαλάζι, ένας σεισμός, ένα ηφαίστειο, ένας ιός μας θυμίζουν την ύπαρξή μας. Και μετά δεν υπάρχουμε, χανόμαστε στους υπονόμους της πόλης.
Ένας έρωτας, μια φυλακή, ένα σημάδι ζωής.
Άναψε το καντήλι, διάβαζε ως αργά, το πρωί δεν ξύπνησε. Δεν ξαναξύπνησε. Λυτρώθηκε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου