18 Απρ 2020

Πάσχα στο χωριό


Το σπίτι πέτρινο μικρό,το σχολείο μικρό, η εκκλησία άσπρη μικρή, ο κόσμος μικρός, εγώ μικρός. Μόνο η ανεμελιά ενός παιδιού ήταν μεγάλη.
Τρυφερό πράσινο χορτάρι κέντησε τις πλαγιές και το μυαλό μου. Ματωμένα γόνατα, γεμάτο το γήπεδο από φωνές, ο μπάρμπα Λίας έβοσκε τα πρόβατα μακριά σφυρίζοντας και βρίζοντας. Υπήρχε ο αγροφύλακας τότε, τα πρόβατα είχαν τα μάτια τους στα καταπράσινα χωράφια. Οι μεγάλοι τους έπαιρναν τα αρνάκια και τα έσφαζαν. Εγδερναν το τομάρι και το πωλούσαν. Εμείς βέβαια παίζαμε μπάλα. Καμιά φορά όταν δεν ακούγαμε ήθελαν να γδάρουν κι εμάς. Ζωντανούς κιόλας.Αυτές τις μέρες όλο για τον χασάπη μιλούσαν οι μεγάλοι. Και για τον Ιούδα.
Το βράδυ είχαμε εκεχειρία.Τα αίματα στέγνωναν. Φορούσαμε τα καινούρια ρούχα, να πάμε στην εκκλησία. Στο χωριό κοιμόμασταν νωρίς. Μας ξύπναγαν τα μεσάνυχτα. Να πω την αλήθεια τότε βαριόμουν. Καθόμασταν ως τέλος της λειτουργίας. Τώρα τι τα νοσταλγώ;
Νοσταλγώ τα χρόνια της νιότης, που το χωριό φούσκωνε σαν ποτάμι στο μυαλό μου και έφτανε στις μακρινές θάλασσες.
Πάντα πηγαίναμε στην Ανάσταση, αλλά αργότερα στην πόλη πηγαίναμε στις 12 παρά και φεύγαμε αμέσως με το Χριστός Ανέστη. Ισως επειδή ήταν πολύς ο κόσμος ή επειδή θα κρύωνε η μαγειρίτσα.
Φέτος δεν θα πάμε καθόλου, ούτε για πέντε λεπτά.
Κάποιοι θα βγούνε λέει στα μπαλκόνια και θα ψάλουν το Χριστός Ανέστη. Οι απέναντι το αληθώς.
Τι όμορφη που ήσουν μικρή με τη λαμπάδα στο μικρό σου χέρι. Έλαμπε το πρόσωπό σου στον πρώτο έρωτα!
Απόψε θάρθω πάλι στο χωριό. Θα μείνουμε ως το τέλος. Αρκεί να έρθεις κι εσύ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου