16 Ιουν 2020

Ποιός θάνατος;

 

Άνοιξα το χάρτη στη μέση στο χωράφι. Πόσο μικρός μου φάνηκε ο κόσμος, τόσο όσο ένας τάφος. Γύρω να μεγαλώνουν τα δέντρα, οι φράουλες από χαμηλά να χαίρονται το νερό και τον ήλιο, κατακόκινες απ'τη χαρά τους, να πετούν τα πουλιά, να παίζουν τα σύνεφα. Πέρα μακριά το καλοκαίρι, στη θάλασσα και το βουνό.
Κλείνω το χάρτη και τρέχω στο διπλανό χωράφι, ποτίζομαι μαζί με το καλαμπόκι, ξεπλένω την θλίψη μου, στάζω ολόκληρος. Σταγόνες νερού οι στιγμές μας, διαγράφω τα περασμένα, πόση ζωή μου απομένει;
Τότε σε είδα να έρχεσαι από μακριά, μες το χαμόγελο που αγάπησα. Ανάλαφρη και ισκιωμένη. Πίσω σου έρχονταν κι άλλοι, αγαπημένα πρόσωπα, συγγενείς και φίλοι.
Κρατούσες ένα άσπρο μαντήλι, πλησίαζες χορεύοντας. Πιάσου, είπες. Χορεύαμε μες το μεσημέρι τραγούδια που αγαπήσαμε. Το χωράφι γέμισε χαμόγελα και χειροκροτήματα.
Ποιός θάνατος; Η Ζωή είμαι, είπες μόνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου