14 Ιουν 2020

Μάτια κλειστά


Στάχυα χρυσά γεμάτα καρπούς, ο ήλιος καίει, καταμεσήμερο Κυριακής. Διάσπαρτα συντριβάνια νερού ποτίζουν τον Θεσσαλικό κάμπο, δροσίζει η θέα τους την ξηρασία της σκέψης μου. Κλείνω τα μάτια μου και ανεβαίνω την ανηφόρα. Σε μια στροφή φαίνεται η μικρή πόλη που αγάπησα. Σπίτια μικρά με κήπους μεγάλους, δρόμοι ανοικτοί, καταπράσινος τόπος στην αρχή του καλοκαιριού.
Ζώα και άνθρωποι ζουν αρμονικά, δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ούτε μηχανές. Το ποτάμι τους ενώνει, μοιράζονται τον ήλιο και την αγάπη. Κάθε Κυριακή, συναποφασίζουν στο θέατρο της καρδιάς τους. Δεν έχουν Μπε για Δήμαρχο. Δεν ανέχονται την εξουσία κανενός. Αυτοί οι άνθρωποι μιλάνε με τα μάτια, με χαμόγελα, με καλοσύνη το δίκιο.
Πολλοί θέλουν να αποδράσουν από τον κόσμο που ζούμε, άλλοι γίνονται μοναχοί κι άλλοι παίρνουν τα όπλα. Όμως δεν πάνε πουθενά.
Και τα δυό σκοτώνουν τη ζωή και τον έρωτα.
Τούτοι οι άνθρωποι σε τούτη τη μικρή πόλη είναι όλοι ερωτευμένοι μεταξύ τους. Τα παιδιά είναι ολονών παιδιά. Τα προβλήματα, μοιράζονται, οι χαρές πληθαίνουν.
Μία κοινότητα όλοι.
Το μεσημέρι προχωράει, ανοίγω τα μάτια, ήρθε ο σκύλος μου, με τραβάει να παίξουμε πάλι. Δεν είναι ο κόσμος όπως τον θες, γαυγίζει χαμογελώντας κι αυτός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου