10 Ιουλ 2014

Κατασκευή ενόχων






Το πρωί έμαθα ότι η Ρένα αφέθηκε ελεύθερη. Στις 8 βρίσκομαι πάλι απέναντι στον ανακριτή. Με τεχνητό χαμόγελο ο αστυνόμος  Έκτωρας άρχισε πάλι τις προσωπικές ερωτήσεις.
Τι δουλειά κάνω αυτόν τον καιρό, πως τη βγάζω πέρα οικονομικά, πόσο καιρό έχω που γύρισα στα Τρίκαλα, γιατί γύρισα, πόσα βιβλία μετέφρασα, αν έχω γράψει κάποιο βιβλίο, τι γνώμη έχω για την Ουκρανία, για τους καμικάζι στην Παλαιστίνη και άλλα άσχετα.
Δεν απάντησα σε κανένα. Δεν ξέρω, δεν θυμάμαι, δεν απαντώ και σκεπτόμουν αν επιβαρύνω τη θέση μου μη συνεργαζόμενος και αν δημιουργώ περισσότερες υποψίες.
Όταν άνοιξε η πόρτα του ανακριτικού γραφείου μία αστυνομικός, μάλλον η γραμματέας του, έφερε τις τοπικές εφημερίδες.
Όλες, είχαν πρωτοσέλιδο το ανθρώπινο πτώμα στο Ληθαίο. Η Έρευνα κατά τον προσφιλή της τρόπο ανέφερε απλά το γεγονός, κρατώντας αποστάσεις από όλους και όλα. Η  συνήθης τακτική των εφημερίδων να κερδίζουν διαφημίσεις από παντού.
Η Ενημέρωση έθετε κι ένα ερώτημα, έγκλημα ή αυτοκτονία. Ο Πρωινός Λόγος περισσότερο μπλαμπλάς,  ενοχοποιούσε μεσήλικο ζευγάρι που για ώρα βρίσκονταν στο σημείο όπου βρέθηκε το πτώμα. Είχε και τα αρχικά, τα δικά μου και της Ρένας. Κουβέντα δεν έλεγαν ότι εγώ τηλεφώνησα. Πόσες φορές ο εγκληματίας τηλεφώνησε στην αστυνομία να τον συλλάβουν;
Ακόμα δεν είχε αναγνωρισθεί το πτώμα.
Έριξα μια ματιά και τις άφησα δίπλα στο τραπέζι. Όσες φορές ξέρω τα γεγονότα από μέσα, άλλες τόσες λέω ούτε τα αυτονόητα δεν πιστεύω από τις εφημερίδες, τις οποίες σταμάτησα να διαβάζω όταν έγραψαν ότι παραβρέθηκε ο Ερντογάν στα εγκαίνια του Μουσείου της Ακρόπολης, ενώ εκείνος την ίδια ώρα έτρωγε φρέσκο ψάρι στον Βόσπορο. Στο Βήμα της Κυριακής ήταν, του Λαμπράκη της ντροπής. Φυσικά και δεν είναι όλες οι εφημερίδες το ίδιο, ούτε όλοι οι δημοσιογράφοι πουλημένοι. Απλά χρόνια ολόκληρα ράβε ξήλωνε. Τις βαρέθηκα κι αυτές και τα δώρα τους. Ούτε θα μου επιβάλουν αυτές ποιο βιβλίο θα διαβάσω και σε ποιο σουπερ μάρκετ θα ψωνίσω ή τα άσματα του Κόκοτα μιας άλλης εποχής. Τότε που τραγουδούσαμε στου προφήτη Ηλία τα σοκάκια τα βραδάκια. Ο Προφήτης Ηλίας μας καθόρισε στα μαθητικά μας χρόνια. Πυκνό δάσος από πεύκα πάνω από το Γυμνάσιο. Εκεί τα σκασιαρχεία, εκεί τα πρώτα ραντεβού, εκεί τα πρώτα σκιρτήματα.
Ρώτησα κι εγώ τον Έκτωρα, τι γνώμη έχει για τον Προφήτη Ηλία, καθώς σκεφτόμουνα μια άλλη εποχή. Τότε που έπλαθαν ενόχους από το τίποτα. Ήσουν αριστερός, στη φυλακή. 
Απάντησε ότι δεν είναι αυτό το θέμα μας. Και ποιο είναι;
Του ζήτησα καφέ και είπε όχι. Δικαιούσαι ένα ποτήρι νερό μόνο.
Τελικά τι θέλετε από μένα; Έπρεπε να αφήσω έναν άνθρωπο έστω και πτώμα να τον πάρει το ποτάμι; Αντί να πείτε ευχαριστώ με πετάτε σαν σακί στο κελί της λογικής σας;
-Αν συνεργασθείς θα ελαφρύνεις τη θέση σου μέχρι να αποδειχτεί η αλήθεια
-Σας είπα όλη την αλήθεια, δεν έχω τίποτα άλλο να πω.
-Γιατί ήσασταν εκείνη την ώρα στο ποτάμι, στο συγκεκριμένο σημείο;
-Γιατί είμαι ρομαντικός κι εκεί έχει το ωραιότερο ηλιοβασίλεμα της πόλης. Πήγατε καμιά φορά;
-Οι χασομέρηδες κατεβαίνουν στο ποτάμι και οι ύποπτοι να απαλύνουν τις ενοχές τους.
Τα πήρα ανάποδες.

Εγώ είμαι και χασομέρης και ύποπτος. Χρόνια ολόκληρα σας λιβανίζουμε με το καλό. Οι μπάτσοι οι καημένοι, βγάζουν το ψωμί  τους, εκτελούν εντολές του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Κάποτε πρέπει να ενηλικιωθείτε και σεις, να πάρετε τις ευθύνες σας. Καταλαβαίνω πως γίνεται ο άνθρωπος ζώον, μέσα σε μια στολή σαν τη δικιά σου, καταλαβαίνω όταν κρατάς όπλα και γκλομπς  πως επιτίθεσαι, σας καταλαβαίνω. Αλλά εσείς ποτέ δεν θα  γίνετε άνθρωποι;
Πως μπορείτε να κάνετε τους υπηρέτες της νομιμότητας, εσείς οι διεφθαρμένοι; Εσείς διακινείτε τα ναρκωτικά, εσείς λαδώνεστε από εμπόρους, εσείς υπηρετήσατε τη χούντα και κάθε μορφής χούντα, εσείς συνεργάζεστε και ψηφίζετε χρυσή αυγή, εσείς δημιουργείτε τα επεισόδια στις διαδηλώσεις του λαού, εσείς ρίξατε χημικά στον Γλέζο, εσείς πλάθετε ενόχους να δικαιολογήσετε τον μισθό σας. Μπορείς να μου πεις γιατί είμαι εδώ τώρα;
Άρχισα να του μιλάω στον ενικό, ευγενικά, όχι φοβισμένα πια. Ούτε μέτραγα τα λόγια μου, ούτε μ’ ένοιαζε.
Αν δεν έφευγε κλειδώνοντας πίσω την πόρτα πόσα θα άκουγε ακόμα.
Ούτε ήξερα πια τι με περίμενε.
Ξεκίναγε μια αλλόκοτη μέρα, μια μέρα χωρίς αιτία. Η πόλη έξω ζωντάνευε τους ρυθμούς της καθημερινότητας.
Ρένα θα σε πνίξω έλεγα μέσα μου. Ούτε που φάνηκε.
Λες;

Ταξιδευτής
10 Ιουλίου 2014 (25)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου