9 Ιουν 2014

Καληνύχτα Κεμάλ. Καλές κούρσες





Είπαμε καλό βράδυ, μ’ ένα διπλό χαμόγελο. Έπρεπε να μείνει στο σπίτι. Είχα ανάγκη να μείνω μόνος. Να περπατήσω. Η πολυτέλεια της δημιουργικής μοναξιάς.
Τα μανάβικα μετά τη βροχή είχαν βγάλει τα τραπεζάκια έξω.  Πολλά τραπέζια γέμισαν κιόλας. Τα φώτα της πόλης είχαν ανάψει.
Ένα αναμμένο κερί στη μέση, ένα μικρό ανθοδοχείο με μικρά άνθη  της φύσης, άσπρα τραπεζομάντιλα, άσπρα πιάτα, μαχαιροπήρουνα, ανάποδα ποτήρια. Τα περισσότερα γκαρσόν με ποδιά ως τα γόνατα, μοίραζαν άλλα χαμόγελα στους περαστικούς. Εστιατόρια ακριβά, ταβέρνες, κουτουκάκια, πιτσαρίες, μπαράκια. Μια γειτονιά δίπλα στο Βαρούσι, κάτω από το Φρούριο, που αναστήθηκε. Στη κατοχή τα μπορντέλα, μετά αποθήκες παντός είδους, ύστερα η  λαϊκή αγορά. Τίποτα δεν ευδοκίμησε. Ώσπου άνοιξε το Παραμύθι. Και τα Μεζεδοκαμώματα. Μετά ένα μετά το άλλο τα παλιά σπίτια, οι αποθήκες, πήραν το χρώμα της νύχτας. Τα βράδια εδώ βουίζει η πόλη χειμώνα καλοκαίρι.
Με το χέρι δεμένο, κρεμασμένο στον ώμο, βρέθηκα μπροστά στο  άγαλμα του Σαράφη. Απέναντι στη κεντρική γέφυρα έστριψα δεξιά. Το άγαλμα του Κανάρη αγνάντευε τον Σαράφη. Ο Κανάρης έμεινε δώρο στα Τρίκαλα, μετά από κάποια ναυτική εβδομάδα. Η Εθνική αντίσταση αντλεί δύναμη από το 1821. Τη νύχτα κάνουν σινιάλα στο σήμερα.
Ο Ασκληπιός επιβλητικός πάνω στη  παρακείμενη γέφυρα έμοιαζε να απορεί. Ο καταρράκτης στα πόδια του αναδεικνύει  τη υγρή ομορφιά της πόλης.  Στέκομαι μπροστά στον Ασκληπιό και διαβάζω: «Εγώ ο Ασκληπιός, εξ Ιερής Τρίκκης ηκώ. Ευσέβιος ΙΙΙ.14.6». Νεαροί πάνω στη γέφυρα κάνουν σκέιμπορντ και πίνουν μπύρες.  Παίρνω  μία Amstel από το διπλανό περίπτερο. Κάθομαι σ’ ένα πεζούλι και παρατηρώ. Χαζεύω ένα άλλο ζωντανό άγαλμα που στήνεται δίπλα μου παριστάνοντας την Αφροδίτη της Μήλου. Μπροστά του ανάποδα το άσπρο του καπέλο. Οι νεαροί σταματάνε το σκέιμπορντ και αρχίζουν τις γκριμάτσες στην Αφροδίτη. Αυτός- αυτή άγαλμα. Οι περαστικοί σταματάνε για λίγο. Χαμογελάνε και φεύγουν.

Ένα μεγάλο καράβι  απλώνει τα πανιά του. Μοιάζει με τριήρη. Άνθρωποι κάθε ηλικίας περιφέρονται  στο κατάστρωμα. Ντυμένοι με άσπρα κουστούμια οι άντρες, με λευκά φορέματα οι γυναίκες. Αντί να κωπηλατούν, κρατάνε ένα βιβλίο και διαβάζουν. Το πλοίο είναι φωταγωγημένο. Μετά όλοι πετάνε τα βιβλία τους στο ποτάμι.  Επιπλέουν όλα με τη ράχη στο νερό. Γεμίζει ο Ληθαίος μικρά καραβάκια. Στην απέναντι  κεντρική γέφυρα εμφανίζεται μια ορχήστρα. Εκατό κιθάρες παίζουν το βαλς των χαμένων Ονείρων. Λευκά ζευγάρια λικνίζονται στους ρυθμούς της μουσικής.
Φευγαλέες εικόνες είναι η ζωή. Στιγμές άπιαστες. Κάποιοι φωτογραφίζουν. H οπτασία της στιγμής.

Γύρισα όλο τον κόσμο. Μόνο η φαντασία μεγάλωνε τις εικόνες μου. Αυτή οδηγούσε το ταξίδι μου. Αυτή γέννησε τη σκέψη μου. Χειρολαβή στο όνειρο, φτερό στο πέταγμα.


Οι μέρες που πέρασαν με κούρασαν. Άυπνος, αξύριστος, ταλαιπωρημένος, μπήκα στο ταξί.
- Στο Πετρωτό.

 «Είναι η δεύτερη κούρσα που κάνω σήμερα. Από τις 5 το απόγευμα  είναι 11 και ακόμα τα έξοδα  του ταξί δεν έβγαλα. Δεν πάμε καλά. Όλα καταρρέουν κι αυτοί μας μιλάνε για ευτυχισμένα  σενάρια. Και μας τουμπάρουν κάθε φορά. Και τους ψηφίζουμε, με τη γαμημένη ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξει. Τον Δία του και το κουτί της Πανδώρας. Τριάντα χρόνια στο τιμόνι τέτοια δυστυχία δεν έζησα. Ποιος φανταζόταν ότι θα ξαναζούσαμε πείνα, δεν πρόλαβα να ξεχρεώσω το ταξί και μας πήρε η κάτω βόλτα. Πώς να σπουδάσω τώρα τη κόρη που θέλει να γίνει γιατρίνα και διαβάζει ολημερίς. Έφερνε και η γυναίκα μου ένα τετρακοσάρι το μήνα, μπαλώναμε καμιά τρύπα, πάνε κι αυτά. Έκλεισε το sport center, τριάντα άτομα στο δρόμο. Τρέχω και δεν προλαβαίνω. Έτρεξα τώρα στις εκλογές, μου είπαν πάλι διάφορα, αλλά δεν τους πιστεύω πια. Να μας έχει ο θεός γερούς, ας είναι καλά ο κήπος στο χωριό……..»

Δεν έβαλε γλώσσα μέσα ως το Πετρωτό. Δεν έβγαλα μιλιά. Τον άφηνα να λέει.
Μόνο την ώρα που τον πλήρωνα, τον ρώτησα τι ψήφισε στις εκλογές.
-Ελιά,  είπε. Αυτά φίλε δεν αλλάζουν. Εγώ γεννήθηκα Xριστιανός, Oλυμπιακός και Πασοκτζής.
-Καληνύχτα Κεμάλ. Καλές κούρσες.

Ταξιδευτής
9 Ιουνίου 2014 (14)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου