27 Μαΐ 2014

Έχω να λευκό χαρτί μπροστά μου


Δεκάξι μέρες γεμάτο προσδοκίες. 

Με την Ειρήνη υπογράψαμε το συμβόλαιο, γίναμε φίλοι, μοιραστήκαμε την αγωνία του κόσμου. Και τη δικιά μας. 
Η χώρα μας βρίσκονταν πάλι σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Από τη μια αυτοί που οδήγησαν τον τόπο μας στο μνημόνιο και στην κατοχή και από την άλλη όλοι εμείς, εξόριστα θύματα στην ίδια την πατρίδα μας.


- Χάρη, από το 74 και μετά σ’ αυτόν τον ευλογημένο από τη φύση τόπο, είχαμε όλες τις δυνατότητες να φτιάξουμε μια υγιή δημοκρατία. Θα έπρεπε η πρότερη ιστορία να μας είχε διδάξει, η κατοχή, ο εμφύλιος, οι διώξεις, η βία, η δικτατορία, οι βασιλιάδες και τα ξερονήσια. Πέτρινα χρόνια.  Γεννήθηκα τη μέρα που ήρθε ο Καραμανλής στην Ελλάδα. Δεν  τα έζησα. Όμως  πατέρας μου είχε τα σημάδια του. Είναι σαν να τα έζησα μέσα απ’ τα μάτια του, είχε τον τρόπο του να πλάσει τις κόρες του. Δάσκαλος αυτός, η μάνα μου τον ακολουθούσε μεγαλώνοντας εμένα και την αδελφή μου. Δεν ήθελαν να στερηθούμε, ότι λαχτάρησαν  εκείνοι. Την ελευθερία τους.  Έδωσαν κιόλας το όνομα στην μικρή αδελφή μου. Τον θυμάμαι στην παιδική μου αθωότητα, να λέει: Ποτέ πια βία, ποτέ πια πόλεμος. Ήταν αριστερός τον  ένοιωθα να αγαπάει όλον τον κόσμο. Ποτέ δεν διέκρινα μίσος μέσα του για ότι του έκαναν. Σ’ αυτή τη μεγάλη αγκαλιά του μεγάλωσα.  
- Ειρήνη το πρόσωπό σου είναι ένα χαμόγελο
- Απ’ τον πατέρα μου το κληρονόμησα. Και το μαγαζί. Δεν κατάφερα όσα εκείνος.
Συναντιόμασταν σχεδόν κάθε μέρα και κάθε βράδυ. Περπατούσαμε  να πιάσουμε κουβέντα σε περαστικούς, καθόμασταν στα μπαράκια το βράδυ να μιλήσουμε στους διπλανούς. Είχε τον τρόπο της, εκτός από το χαμόγελο, κληρονόμησε και τον τρόπο του πατέρα της.  Το Ουζερί είχε ξεχασθεί, ένας ανοιξιάτικος πολιτικός έρωτας απλώθηκε μέσα μου. Νομίζαμε πάλι ότι θα αλλάξουμε τον κόσμο. Όπως τότε, που ξημερώναμε αναλύοντας και συνθέτοντας τον κόσμο απ’ την  αρχή. Ήμασταν φοιτητές, ήταν τα καλύτερά μας χρόνια. Ακόμα δεν είχαμε μπει στην παραγωγή, ξέραμε τη μισή ζωή.

Σταμάτησα να γράφω, ζούσα την προσδοκία των εκλογών. Δεν είχα ανάγκη να γράφω, ήθελα να ενσωματωθώ πάλι στο κάρο της ελπίδας. Ας την είχα χάσει από καιρό. Φτάνει ένα άτομο φορές να σου αλλάξει ρότα. Ήταν η απρόσμενη συνάντηση με την Ειρήνη και το χαμόγελο. Ήταν και ο καιρός, μια μυρωμένη ανάλαφρη άνοιξη χύθηκε ξαφνικά μέσα μου.
Αργά το βράδυ πήγαινα στο Πετρωτό. Πότε με  τη μοτοσικλέτα που μου δάνειζε ο  Αλέξης, πότε με κάποιον άλλον Πετρωτιώτη.

Μια νύχτα περπάτησα κάτω από έναν ξάστερο Ουρανό. Ήταν ο χορός των άστρων. Θρόιζαν τα γινόμενα στάχυα στα χωράφια, θρόιζαν και τα δικά μου φύλλα. Συνάντησα μια αλεπού και έλαμπαν τα μάτια της, είδα έναν κουλουριασμένο στα αγκάθια σκαντζόχοιρο. Περπάτησα κάτω από τις φυλλωσιές των δέντρων. Κάτι πουλιά, της νύχτας πουλιά με μέθυσαν με ένα πρωτάκουστο κελάηδημα. Ένα σκυλί γαύγιζε από μακριά. Στη άσφαλτο που και που, τα φώτα των αυτοκινήτων με θάμπωναν...

Γράφω αυτές τις  σκέψεις μέσα στο ουζερί ….σχεδόν τέλεια. Τώρα είναι καιρός για δουλειά, πολύ δουλειά. Έχω να λευκό χαρτί μπροστά μου, πρέπει να το ζωγραφίσω.
Για να φτάσεις κάπου θα πρέπει να πάρεις το σωστό δρόμο, μου πέταξε ο πατέρας  το πρωί που καθόμασταν στο πεζούλι μαζί.

Ταξιδευτής
27 Μαΐου 2014 (8)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου