13 Αυγ 2012

Ακούω τη Λάρα

Πάλλονται μέσα μου δυό κόσμοι, ένας του βουνού κι ένας του κάμπου. Ένας της πόλης κι ένας της φύσης. Ένας της ομορφιάς κι ένας της ασχήμιας. Ένας φωτογραφικός κι ένας των λέξεων. Τελικά χιλιάδες κόσμοι πάλλονται μέσα μου. Και άλλα τόσα συναισθήματα. Κι άλλες τόσες σκέψεις.
Αενάως.
Κι εκεί που έλεγα να μείνω στον μουσικό κάμπο των αισθήσεων, αυτό το απόγευμα, άλλη μια Λάρα, ορεινή, θέριεψε πάλι. Πριν λίγο ήταν μπροστά μου, με τα ξανθά μακριά μαλλιά της, με τα καταπράσινα μάτια της, σαν τα Περτουλιώτικα λιβάδια, μ’ ένα χαμόγελο στη γάργαρη φωνή της, πέτρινη βρύση στη διαδρομή να ξεδιψάς, προπαντός με τόση λατρεία για το ορεινό χωριό της. Ένοιωσα λίγος μπροστά στην αγάπη της, για τη δικιά της Ουτοπία.
Μου μιλούσε για τ’ Άγραφα. Σαν να ήταν τα πιο καλογραμμένα κείμενα, που διάβασε στη ζωή της.
Μου μιλούσε για το χωριό της, σαν την μόνη ευτυχία που συνάντησε, στη νοσταλγία της νιότης. Ήταν τόσο όμορφη, όση ώρα μιλούσε για το χωριό της. Σχεδόν την ερωτεύτηκα. Καλοκαίρι. Παρασκευή απόγευμα. Ο κόσμος παίρνει τα βουνά.
Η ίδια διαδρομή μέχρι την Γκρόπα, μετά αυτή στρίβει αριστερά, εγώ συνεχίζω προς Βαθύρευμα. Αυτή σε επτά χιλιόμετρα μετά τη σήραγγα, αντικρίζει το αγαπημένο της Κατούνι. Φαντάζομαι τα μεγάλα μάτια της όταν φωτίζονται, από το πέτρινο σπίτι της. Αυτό το φως, των παιδικών χρόνων.
Ο καθένας μας κουβαλάει μια ρίζα, αυτή τον θρέφει.

Ταξιδευτής
13 Αυγούστου 2012

1 σχόλιο: