22 Φεβ 2021

Η καρδιά του καρπουζιού

Από καιρό ήθελα να γράψω ένα αστυνομικό κειμενάκι. Πάντα μου διέφευγε ο δολοφόνος, μόλις περιέγραφα το θύμα τέλειωναν οι λέξεις. Αυτή τη φορά θα τον συλλάβω, το θύμα είναι μια μικρή μουσμουλιά. Ξήλωσε δυό κλωνάρια, δυο εύρωστα κλαδιά κατά γης, πόνος αβάσταχτος. Δεν πρόκειται για τον τέλειο θάνατο, αλλα για βαρύ τραυματισμό. Το απόγευμα που είδα το θύμα, αν και αποφεύγω μπερδέματα με την αστυνομία, αναγκάστηκα να κάνω καταγγελία στο μισό ξεχασμένο φεγγάρι του ουρανού. Κάθε βράδυ το αφήνω φύλακα στο χωράφι κι αυτό  καθρέφτιζε τα μάτια μιας νεραϊδας όλη νύχτα. Θύμωσα,  βέβαια η αστυνομία ούτε με μουσμουλιές ασχολείται, ούτε με φεγγάρια.  Πάτε καλά κύριε; έτσι μου απάντησαν. Ε βέβαια αν ήταν να προστατέψουν κάποιο κυβερνητικό νόμο, θα έπαιρναν τα οπλα αμέσως. Δεκάρα δεν δίνουν για τα σπασμένα κλωνάρια ενός δέντρου. Αναγκάστηκα να φτιάξω μόνος μου εξεταστική επιτροπή, τόσες  και τόσες, άλλη μία. Αν και γνωρίζω πως δεν οδηγουν πουθενά, το κουκούλωμα δεν το αντέχω.  Συνεργάτες μου τ' αστέρια, τα πουλιά και τα άλλα δέντρα.

 Ο max, το μικρό σκυλάκι μου, είπε πως κοιμόταν όλη νύχτα στη ρεματιά. Η ελιά πονούσε στα φύλα της, απ' την τελευταία παγωνιά, δεν καταλάβαινε τιποτα, η κυδωνιά γυμνή κι ατάραχη, η αμυγδαλιά έκλαιγε για τα καμένα άνθη της, τ' αστέρια δεν βγήκαν ακόμα.

Διέκοψα τις έρευνες, όταν μες τον Φλεβάρη, ειδα στη γης ένα κατακόκκινο κομμένο στα δυό καρπούζι, διψούσα, έσκυψα κι ήπια την καρδιά του, σαν αθάνατο νερό ήταν. Από μακριά ερχόταν η φωνή της Αρβανιτάκη, μ' ένα παράπονο άγιο, μέθυσα. Ποτέ δεν θα καταφέρω τελικά να βρω τον δολοφόνο της ζωής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου