17 Φεβ 2021

Στη γιορτή του Θόδωρα

Τον είδα να έρχεται από μακριά με το ποδήλατο. Φοράει κόκκινο σκούφο, σαν τριαντάφυλλο του χειμώνα, ολόλευκα τα χωράφια του χιονιά.

  - Ε Θόδωρα, χρόνιαα πολλαά, που πας ωρέ, μες τα χιόνια, του φώναξα με χωριάτικη δυνατή φωνή. 

-Τι ήρθες να κάνεις σήμερα στο χωράφι, ήξερα πως θα σε βρω εδώ, ήρθα να ξεφύγω, με ζάλισε το τηλέφωνο απ' το πρωί. Αν έπιαναν οι ευχές, χίλια χρόνια θα ζούσαμε. Έλα πάμε σπίτι, έχω καλό τσίπουρο.

-Αφού απαγορεύεται, δεν έρχομαι..

Αν μπλέξεις στα τσίπουρα με τον Θόδωρα, χαιρέτα μας τον πλάτανο.

-Τι απαγορεύεται, τα καντήλια τους μέσα, δεν τον είδες που έπινε καφέ χτες στο Da Capo, ξαφνικά χτες εξαφανίστηκε και ο ιός, μας χορεύουν στο ταψί όπως θέλουν. Άντε πάμε, η Βούλα μ' έστειλε να σε φωνάξω.

Η Βούλα έλεγε από καιρό για τη γιορτή του Θόδωρα, θα έψηνε αρνάκι στο φούρνο, θα έφτιαχνε και πάστα φλώρα. Ωραίοι, απλοί, στα ίσια άνθρωποι, στα προσωπά τους μια παλιά αυθεντική εποχή. 

Τελικά ενέδωσα στο φαγοπότι και την τσιπουροκατάνυξη του Θόδωρα. Ήταν και η Όλγα, η ανιψιά του, πιο όμορφη γυναίκα δεν ξανάειδα. Αφτιασίδωτη, αέρινη, μέλι η φωνή της, αντίλαλος το γέλιο της, απεδείχθη ανθεκτική στο τσίπουρο. 

Η Βούλα έριχνε κούτσουρα στο τζάκι, ο Θόδωρας γέμιζε τα ποτήρια,  στην υγειά μας, η Όλγα όλο νάζι άρχισε το χορό. 

Όσο για μένα, προσπαθώ να σώσω το κείμενο που ξεκίνησα να γράφω το πρωί, πριν τα τσίπουρα. Δεν σώνεται με τίποτα, πιο ακατέργαστο δεν γίνεται. Αν αφεθώ στη μέθη θα χρεοκοπήσουν οι λέξεις, αν περπατήσω στη περιγραφή, άνευρο και άνοστο θα μείνει. 

Για την Όλγα, είπα.

 Έτσι κι αλλιώς το παραμύθι του Θόδωρα περί γιορτής, το κατάλαβα απ' την αρχή, ένα τραγούδι γιορτάζει, αχ νάταν η ζωή μας Σαββατόβραδο, - δέκα φορές το παίζει στη γιορτή του, με μπέρδεψε με το εορτολόγιο, πάντα Σάββατο γιορτάζει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου