16 Μαρ 2021

Η αβέβαιη μέρα

Γιατί ένας άοπλος νέος ρίχνεται στον πόλεμο με την πάνοπλη εξουσία; Γιατί οδηγείται στα ναρκωτικά και στο περιθώριο; Γιατί οι νέοι αμφισβητούν τούτη την κοινωνία που γεννήθηκαν; 

Ποιός κλείνει τον δρόμο της ελευθερίας, ποιός  βάζει τρικλοποδιές στη ζωή τους;  Πόση απόγνωση σε φτάνει στην αυτοκτονία;

Τόσα κι άλλα τόσα βούιζαν στο μυαλό του, αυτός στο αναπαυτικό κρεβάτι του και ο άστεγος στο υπόγειο της πλατείας. Αυτός χορτασμένος, ένα παιδί πεινάει.

Τρεις τα ξημερώματα,  δεν τον έπιανε ύπνος, σηκώθηκε, βγήκε στο μπαλκόνι, άναψε τσιγάρο. Το εσβησε μισό. Κι αυτό σκοτώνει, όπως τα σκοτωμένα όνειρα της γεννιάς του, το πήρε ο αέρας. Πως αφήσαμε τόσα χρόνια χαμένα, πως φτάσαμε πάλι εκεί που ξεκινήσαμε; Η χούντα έπεσε, το όνειρο έλαμπε, ήταν τα καλύτερα χρόνια. Όνειρο, έρωτας, επανάσταση. Ήλιος, θάλασσα, εύφορη γη, ιστορία και πολιτισμός.

Πού πήγαν όλα αυτά, γιατί οι νέοι φεύγουν αλλού, τι να τους πεις για την οικογένεια που κυβερνάει τη χώρα και να σ' ακούσουν;   Πως να τους πεις για Δημοκρατία, όταν ο Πρωθυπουργός καταδικάζει τη φωνή τους στα κοινωνικά δίκτυα της εποχής μας; Για φαντάσου τον νέο να ενημερώνεται απ' τα εξαγορασμένα κανάλια της προπαγάνδας! 

Η νύχτα μύριζε άνοιξη,  η δικιά του χειμώνα. 

Πήρε απ' τη βιβλιοθήκη τον μικρό πρίγκηπα, έψαξε πάλι εκείνη τη φράση, "μόνο με την καρδιά βλέπουμε καλά, τα μάτια δεν βλέπουν την ουσία". Τον είχε σημαδέψει όταν ήταν μικρός.

Η νύχτα έπαιζε ανάμεσα στο  είναι και το φαίνεσθαι.

Το πρωί, κουρασμένο πια, τον πήρε ο ύπνος, πετάχτηκε στον πρώτο εφιάλτη. Ήταν το τέρας της αβέβαιης μέρας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου