13 Ιουν 2021

Η άχνα του πρωινού

Δροσερό πρωϊνό Κυριακής, χρυσά στάχυα ο πλούτος του κάμπου, πάνω στη ράχη γαλανός ουρανός, ο κυματισμός του αέρα σε φέρνει κοντά μου. Ποιός θα γράψει για την ομορφιά, ποιός θα γράψει για τον κάματο των αγροτών, παίρνουν με τη σειρά τις βαμβακιές με τα καπέλα στο κεφάλι, ο ήλιος καίει τον Ιούνη. Ο νους τους είναι στη σοδειά, ποιος νοιάζεται για τα περίτεχνα λόγια, τα Μυκονιάτικα χλιμιντρίσματα. Δύσκολη, κουραστική η ζωή στο χωράφι, όπως το κάθε τι που έχει νόημα στη ζωή. Η φτώχια  της τσέπης και ο πλούτος της καρδιάς, σημαδεύουν τον πόνο και τη χαρά, ορίζουν τον έρωτα και το θάνατο. Τα σημάδια στα χέρια, τα καμένα πρόσωπα σμίγουν με την προσευχή της καλημέρας στην ανοιχτωσιά του κόσμου.

Ένας κόβει τριφύλι να ταϊστούν τα ζώα, άλλοι μαζεύουν βερύκοκα να τα γευτούν οι άνθρωποι, οι καρακάξες τη δικιά τους δουλειά, τρυπάνε τα αμύγδαλα. Ο κάμπος καίει τα μεσημέρια, η ζωή σπαρταράει μέρα νύχτα. Δροσερό το ένα  χωριό, Πηγή το άλλο, ο ίσκιος της Μουριάς στέκει παραδίπλα.  Πιγκ πογκ οι σκέψεις μου κάτω απ' τα πυκνά φύλλα της ιτιάς.

 Στις 4 παίζει ο Τσιτσιπάς. Είναι πολλά τα λεφτά, χάσει κερδίσει. Ένα παιχνίδι η ζωή. Για πολλούς απλήρωτη, για άλλους πληρωμένη. Όπως της Πολυδούρη, όπως του αγρότη που παλεύει, του εργάτη, του επιστήμονα που κοπιάζει.

 Αυτός ο βάτραχος δεν ησυχάζει, ονειρεύεται να γίνει πρίγκηπας στο παραμύθι, η άχνα του πρωινού, έγινε ήδη κάψα του μεσημεριού.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου