5 Μαρ 2018

Μια άλλη ζωή


Αμηχανία, νευρικότητα, κλειστοφοβία. Ξαφνικά ένοιωθα ότι έκλεισαν τα μάτια μου, παράλυσαν τα πόδια μου, τα χέρια μου ήταν δεμένα πισθάγκωνα. Όσο κι αν προσπαθούσε ο νους να τιθασεύσει το σώμα, η φιλία τον έρωτα, ο πόλεμος ήδη ξεκίνησε. Ήμουν ήδη αιχμάλωτος.
Η Νάντια με κινήσεις ιεροτελεστίας έντυνε το γυμνό της σώμα. Εσύ κιτρίνισες, μου είπε. Τι σου συμβαίνει;
- Ήμουν τριών ημερών όταν κιτρίνισα πρώτη φορά. Χρυσή, έχει το παιδί. είπε η γιαγιά. Με φάσκιωσαν καλά, χειμώνας ήταν, ανέβηκε ο παππούς στο μουλάρι, με πήρε στην αγκαλιά του και φθάσαμε στο Ρήγαιο, στο σταθμό του τραίνου. Η γιαγιά από πίσω με τα πόδια, χιόνιζε. Με το τρένο με πήγαν στο Νοσοκομείο του Βόλου. Έτσι επέζησα την πρώτη φορά. Τώρα;
- Τώρα τι;
- Τίποτα. Απότομα μια νυχτερίδα φτερούγισε στα μαλλιά μου κι έφυγε στο σκοτάδι. Ήταν σωτήριο το πέταγμά της εκείνη τη στιγμή, ένα μικρό ταρακούνημά ανάστασης μέσα από ξαφνικό φόβο.
Η Νάντια γέμισε νερό τις χούφτες της και το πέταξε δυνατά στο πρόσωπό μου. Συνήλθα. Ήμουν καλύτερα, ως την επόμενη φορά. Τα κύματα του Δούναβη επανέρχονται με διάφορες μορφές. Αυτό το βαλς δεν τελειώνει ποτέ.
Η Νάντια φορούσε το ασημένιο δαχτυλίδι της, ήταν το αιώνιο δέσιμο με τον άνδρα που αγάπησε. Και χάθηκε νωρίς. Η Νάντια ήταν απόλυτη.
Είχα ακούσει για μικρά παιδιά που έπαιζαν μαζί στις αυλές, ανακάλυψαν μαζί τη ζωή, ερωτεύτηκαν, αγαπήθηκαν, αγαπήθηκαν απόλυτα, ως το θάνατο.
Η Νάντια έλεγε ότι στο θέμα των σχέσεων ήταν απόλυτη, απ’ την αρχή το ξεκαθαρίσαμε, μόνο φίλοι. Εγώ πάλι δεν πίστευα σε βαθιά φιλία ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα. Λίγο αεράκι θέλει να ανάψει μια φωτιά.
Το φως ήταν λιγότερο τώρα, λες κι έξω κάποιο σύννεφο έκρυψε τον λιγοστό ήλιο της χαραμάδας. Τα νερά άχνιζαν.
Είμασταν δυό μέτρα μέσα στη γη, στο μέσο της διαδρομής, δίχως καμία έξοδο κινδύνου. Το λαγούμι ήταν απροσδιόριστο, αχαρτογράφητο. Μόνος οδηγός το σκοτάδι του.
Ή στην αρχή μιας άλλης ζωής;
(Σ)


5 Μαρτίου 2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου