26 Φεβ 2014

Το παιδικό μου κάστρο

Οι αμυγδαλιές στην αυλή ολάνθιστες, το σπίτι ερειπωμένο. Καταπράσινος ο τόπος, έβρεξε πριν από μια βδομάδα, διψούσε η γης, το ευχαριστήθηκε, φύτρωσε τρυφερό χορτάρι. Ο απέραντος κάμπος έπαιρνε μακριά τα μάτια σου. Καλοσχεδιασμένα χωράφια, στάρια σπαρμένα έφερναν την άνοιξη, οργωμένα άσπαρτα ακόμα άλλα, έτοιμα για τον σπόρο. Ο ήλιος έπαιζε με τα σύννεφα, λαμπύριζαν οι πέτρες πάνω στο βουνό.
Ήρθε κοντά μας ένα μεγάλο ασπρόμαυρο σκυλί, μην το φοβάσαι είπε ο Άλκης , κουτάβι είναι. Το κοπάδι του κλεισμένο στο μαντρί, τώρα χορτάριασε, είχαμε ξέρα.
Τρεις μισογκρεμισμένοι πέτρινοι τοίχοι απόμειναν από τη μεγάλη μάντρα. Έγερνε
πάνω τους η γκορτζιά, συντροφικά παραπονεμένα. Εδώ ήταν κάποτε τα ζωντανά μας. Και η ζωή μας.
Ερήμωσαν τα χωριά μας. Ούτε ένα παιδί δεν έπαιζε στην πλατεία, το γήπεδο χορτάριασε. Το σχολείο, σύμβολο ζωντανό μέσα μου, έκλεισε, το καφενείο του Λάμπρου δεν υπάρχει πια, μεγάλωσε πολύ, τα παιδιά έφυγαν.
Το μεγάλο κονάκι κατέρρευσε. Παίζαμε κρυφτό, κλέφτες και αστυνόμους. Στη λάκα παίζαμε τσιλίκα και αμπάρτζα, τη γαϊδούρα, κυνηγητό και λουράκι.
- Λάμπρο μια λεμονάδα έψα, -ιδρωμένοι από την μπάλα.

Σήμερα η κουβέντα του Λάμπρου με κάρφωσε, εμείς ταΐζουμε τις πόλεις είπε, που μείναμε στα χωράφια, στα ζωντανά, στον τόπο μας.
Το παιδικό μου κάστρο ήταν εκεί, αγέρωχο αγνάντευε ολόκληρο το
ν κάμπο.

Φεβρουάριος 2014
Ταξιδευτής




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου