27 Ιαν 2012

Εφιάλτης

Τη νύχτα ο αέρας λυσσομανούσε. Μας είχε πάρει ο ύπνος. Εμένα και την Pax.
Ξυπνήσαμε ταυτόχρονα.
 Η
Pax πετάχτηκε, αλυχτούσε επίμονα, ανεβάζοντας τα μπροστινά της πόδια στην πόρτα. Άρπαξα την κάπα μου και άνοιξα τη μανταλωμένη ξύλινη πόρτα.
Ποδοβολητό αλόγων ακουγόταν από μακριά. Όλο και πλησίαζε.
Η  
Pax γαύγιζε όλο και πιο δυνατά. Κοιτώντας πέρα δεξιά, στον σκοτεινό ορίζοντα . Μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα, ερχόταν σαν βουητό. Ο Ουρανός γεμάτο αστέρια, παγωνιά. Γενάρης μήνας.
Ο αέρας σφύριζε δυνατά. Έβαλα τα χέρια στα αυτιά μου.
Προσπαθούσα να καταλάβω.
Καβαλάρηδες με ατσάλινες στολές και ρομφαίες στα χέρια, με κόκκινα κράνη, σαν σύννεφο γέμισαν την ακτίνα των ματιών μας. Πίσω άφηναν φωτιές. Πέρασαν σαν αστραπή από μπροστά μας. Το βουνό πίσω καιγόταν. Η φωτιά άρχισε να περικυκλώνει το σπίτι μας. Την 
Pax κι εμένα.
Το μονοπάτι στη θάλασσα δεν το έμαθα, ακόμα.
Ξύπνησα καταϊδρωμένος.
Η
Pax  κοιμόταν δίπλα μου, σαν μωρό. Με ένα χαμόγελο, ακόμα και όταν κοιμάται. Το πόδια της ήταν πάνω μου.
Η φωτιά στο τζάκι είχε σβήσει.
Άπλωσα το χέρι μου πάνω της και τυλίχτηκα με την κάπα μου.
Κόντευε να ξημερώσει.


Ταξιδευτής
27 Ιανουαρίου 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου